social sciences

  1. nickel

    accountability = υποχρέωση λογοδοσίας | υπευθυνότητα, ευθύνη

    accountability = υποχρέωση λογοδοσίας Κάποιοι προτιμούν σκέτο το «λογοδοσία» και ίσως να βολεύει λόγω συντομίας, αλλά δεν είναι το ίδιο πράγμα. Η ΕΛΕΤΟ έχει προτείνει τη μονολεκτική υπολογότητα, αλλά δεν έχει βρει ακόμα υποστηρικτές.
  2. nickel

    Όλοι οι Μογγόλοι > Mongol, Mughal, Mogul

    Η Μογγολία, με 12 φορές την έκταση της Ελλάδας και πληθυσμό μόλις 3 εκατομμύρια, είναι μια από τις πιο αραιοκατοικημένες χώρες. Είναι και το δεύτερο μεγαλύτερο ηπειρωτικό κράτος (δηλ. που το περιβάλλει από παντού ξηρά, landlocked), μετά το Καζακστάν, που το χωρίζει από τη Μογγολία μόλις μια...
  3. nickel

    the Belle Époque = η Μπελ Επόκ

    Μπελ Επόκ (ή μπελ επόκ) από τον γαλλικό όρο La Belle Époque, δηλ. «η Ωραία Εποχή». Ο όρος δημιουργήθηκε στα χρόνια μετά τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο για να περιγράψει τα τελευταία χρόνια του 19ου αιώνα και τα πρώτα του 20ού, μέχρι την έναρξη του παγκόσμιου πολέμου, σαν μια περίοδο ανεμελιάς για τις...
  4. nickel

    unipolar moment = μονοπολική στιγμή

    Εκτός από τη μονοπολική διαταραχή (unipolar disorder), υπάρχει και ο μονοπολικός κόσμος (unipolar world), που, όπως θα ξέρετε, δεν είναι η γη χωρίς τον Βόρειο ή τον Νότιο Πόλο, αλλά ο κόσμος με έναν μόνο πόλο ισχύος. Υπάρχει και η μονοπολική στιγμή, όρος τον οποίο έπλασε ο Αμερικανός...
  5. nickel

    Ελληνομέτρης και γραικύλοι

    You have been weighed. You've been measured. And you absolutely... ...have been found wanting. Αυτό το χαρακτηριστικό κομμάτι από τους διαλόγους τού Knight’s Tale (ελληνικός τίτλος: Θρύλος ενός ιππότη) μου θύμισε ο τίτλος Ελληνομέτρης, τον οποίο θα βρείτε στο διαδίκτυο να κοσμεί τον Χρήστο...
  6. nickel

    aristology

    Από τον εκλεκτοφάγο στον artistologist («γευματολόγο»;), που είναι κάτι σαν δειπνοσοφιστής. Η αγγλική aristology («γευματολογία»;) προέρχεται από το άριστον, το οποίο προέρχεται από το εσθίω και, σύμφωνα με το ΠαπΛεξ, «στον Όμηρο και στον Αισχύλο δηλώνει “το πρόγευμα”, ενώ στην Ιωνική-Αττική...
  7. nickel

    academic και ακαδημαϊκός

    Ακαδημαϊκός (το επίθετο) δεν είναι μόνο αυτός που σχετίζεται με την Ακαδημία αλλά και αυτός που σχετίζεται με την ανώτατη εκπαίδευση και το πανεπιστήμιο. Μια από τις γνωστές ψευδόφιλες ή ψευδοφίλιες λέξεις είναι το ουσιαστικό academic (university teacher), που δεν πρέπει να μεταφράζεται...
  8. nickel

    crematory, crematorium = αποτεφρωτήριο, κρεματόριο

    Νέες λέξεις μπαίνουν στη ζωή μας — στο θάνατό μας, για την ακρίβεια. αποτεφρωτήριο = κέντρο αποτέφρωσης νεκρών > crematory cremains (από το cremated remains) = τέφρα (του) νεκρού Ωστόσο, διαβάζω στην Wikipedia: …although the Cremation Association of North America feels that the word "cremains"...
  9. nickel

    irregular migrants = παράτυποι μετανάστες | λαθρομετανάστης = illegal immigrant

    λαθρομετανάστης = illegal immigrant λαθρομετανάστευση = illegal immigration Σιγά τα δύσκολα, θα πείτε. Αλλά το ξεκίνησα για να σας στείλω να διαβάσετε για την ιστορία της λέξης. (Και για τον προπροπάππου το Μιχάλη :) — μάθε, συνονόματε, να μετράς τα «προ».) Αλλά υπάρχει κι άλλο ζουμί στην...
  10. nickel

    key workers

    Είναι οι εργαζόμενοι σε νευραλγικούς τομείς του δημοσίου, συνήθως χαμηλόμισθοι, για τούς οποίους καταρτίζονται ειδικά στεγαστικά προγράμματα, έτσι ώστε να μπορούν να μείνουν σε ακριβές περιοχές και να παρέχουν εκεί τις απαραίτητες υπηρεσίες τους. Όπως γράφει στην Wikipedia: A key worker is a...
  11. nickel

    rebarbarization, rebarbarisation = επανεκβαρβαρισμός, επανεκβαρβάρωση

    Η λέξη δεν είναι καινούργια, αλλά ούτε και έχει (ακόμα) πολλά ευρήματα στα αγγλικά. Ωστόσο, δεν αποκλείεται να γίνει της μόδας, οπότε, για να προλάβουμε καμιά ελληνική απόδοση με «ποίηση»... rebarbarisation noun the process of a civilisation returning to a state of brutal inhumanity...
  12. nickel

    Eurabia = Ευραβία ή Ευραραβία;

    Όρος καθιερωμένος από πολλούς συγγραφείς, με μικρή διάδοση και στα ελληνικά. http://en.wikipedia.org/wiki/Eurabia Eurabia, a portmanteau of "Europe" and "Arabia," is a political neologism referring to Europe becoming subsumed by the Arab World, because of European leaders' perceived...
  13. nickel

    apatheist = απαθεϊστής

    Η αγγλική λέξη έχει πάνω από 20.000 γκουγκλιές (=ευρήματα σε σελίδες του διαδικτύου όπως, εντελώς αναξιόπιστα, τα μετράει το Google) και καταχωρήσεις σε Wikipedia, Wiktionary και Urban Dictionary. Συνοδεύεται, φυσικά, από τον απαθεϊσμό (apatheism), ο οποίος ήδη φιλοξενείται σε σελίδα της...
  14. nickel

    the five pillars of Islam = οι πέντε στύλοι του Ισλάμ, οι πέντε πυλώνες του Ισλάμ

    Η «επίσημη» μετάφραση είναι «οι πέντε στύλοι του Ισλάμ» (αυτό διδάσκεται στο σχολείο, έτσι και στον Πάπυρο). The five pillars of Islam: shahada (ή shahadah) = σαχάντα, η ομολογία της πίστης (το «πιστεύω εις έναν Θεόν» των μουσουλμάνων, οι οποίοι λένε «Δεν υπάρχει άλλος αλλάχ (=θεός) εκτός από...
  15. nickel

    Syriac = συριακός | Syrian = Σύριος, Σύρος - συριακός, της Συρίας

    Τι γλώσσα μιλάνε στη Συρία; Αραβικά, θα μου πείτε. Υπήρχε όμως κάποτε και συριακή γλώσσα, διάλεκτος της Αραμαϊκής. Τη μιλούσαν στη βόρεια Μεσοποταμία (στην Έδεσσα της Μεσοποταμίας). Από το Syriac language της Wikipedia: Syriac is a dialect of Middle Aramaic that was once spoken across much of...
  16. nickel

    menorah = (η) μενορά, (η) επτάφωτη λυχνία

    Επειδή το άκουσα σε τηλεπαιχνίδι με λάθος άρθρο (*το μενόρα). Οι Εγγλέζοι (και ο Πάπυρος) τονίζουν στο «ο», αλλά πιο συνηθισμένος φαίνεται να είναι ο τονισμός στη λήγουσα, η μενορά.
  17. nickel

    Canaan, Canaanite = Χαναάν, Χαναναίος / Χαναναία, χαναναϊκός

    Οι απορίες μου ξεκινούν από ερώτηση στο ProZ, αλλά προτιμώ να τις συζητήσω εδώ. Κυρίως με εξέπληξε η πληθώρα εκδοχών που κυκλοφορούν στο διαδίκτυο — και όχι μόνο. Πρώτα η Canaan. Η γνωστή Γη Χαναάν της Γένεσης. Η Χαναάν έχει πάνω από 500 ευρήματα στα κείμενα του TLG (από τη Βίβλο και όχι μόνο)...
  18. nickel

    debate

    Για να είμαστε μέσα στην επικαιρότητα: debate = αντιπαράθεση επιχειρημάτων public debate = δημόσιος διάλογος, δημόσια συζήτηση election debate, televised / TV debate = αναμέτρηση υποψηφίων, τηλεοπτική αναμέτρηση, τηλεμαχία debate in Parliament = συζήτηση στη Βουλή (Το καλάθι χωράει πολλά και...
  19. nickel

    cenobite, coenobite

    cenobite [sénnə bīt] (plural cenobites) or coenobite [sénnə bīt] (plural coenobites) noun member of religious community: a member of a religious community [15th century. Via French cénobite or ecclesiastical Latin coenobita < Greek koinobion “common life”] — cenobitical [sènnə bíttik'l]...
  20. nickel

    glocal flexicurity = παγκοσμιοτοπική ευελιξία με ασφάλεια / ευελιξασφάλεια (ΟΧΙ ελαστασφάλεια ή ευελφάλεια ή ευελισφάλεια)

    Δύο (ή και τρεις) νεολογισμοί σε ένα! Δεν μπορούσα να σας κάνω καλύτερο δώρο για το σαββατοκύριακο. Η παγκοσμιοτοπικοποίηση αποδίδει τον αγγλικό νεολογισμό glocalisation / glocalization: Glocalisation (or glocalization) is a portmanteau word of globalization and localization. By definition...
Top