...
δα μόριο επιφωνηματικό : (οικ., προφ.) 1. ύστερα από δεικτικές αντωνυμίες ή δεικτικά επιρρήματα επιτείνει τη σημασία τους: τόσος δα, εδώ δα, εκεί δα. Tη γνωρίζει από τόσο δα κοριτσάκι. || ύστερα από χρονικά επιρρήματα: τώρα δα, μόλις τώρα, μόλις προ ολίγου: Tώρα δα εδώ ήταν. 2. με βεβαιωτική...