metafrasi banner

false friends, faux amis, ψευδόφιλες μονάδες, ψευδόφιλες λέξεις, ψευτοφίλες

Elsa

¥
Να ρωτήσω κάτι χαζό και άσχετο; :eek: Πώς θα βρω μια συγκεκριμένη λέξη που ψάχνω από όοοοολο αυτό το νήμα; Όταν τη βάζω στην αναζήτηση με στέλνει στην αρχή του. Σίγουρα κάποιο κόλπο πρέπει να κάνω στην αναζήτηση, αλλά τι; :rolleyes:
 

Alexandra

Super Moderator
Staff member
Δεν είναι χαζό και άσχετο, ούτε εγώ το βρίσκω. Με την παλιά μορφή του φόρουμ, ήξερα να επιλέγω να μου δείξει συγκεκριμένο ποστ, όχι ολόκληρο νήμα. Τώρα δεν ξέρω πώς γίνεται.
 

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
Δοκιμάστε την αναζήτηση από το Search Thread, στη σκούρα γκρίζα γραμμή μενού στο επάνω μέρος της σελίδας, κάτω από τον τίτλο του νήματος.
 

nickel

Administrator
Staff member
wagon = άμαξα, κάρο | φορτηγό βαγόνι τρένου

Πρόχειρες και κακότεχνες μεταφράσεις ποιημάτων υπάρχουν πολλές. Αναπόφευκτα οι περισσότερες είναι στο διαδίκτυο. Αναζητώντας μετάφραση του γνωστού αντιπολεμικού ποιήματος του Γουίλφρεντ Όουεν Dulce et Decorum Est (ποίημα εδώ, ανάλυση εδώ και εδώ) έπεσα σε μια απόπειρα που μάλλον ανήκει στην κατηγορία που περιέγραψα. Εκεί, το κάρο όπου έχουν φορτώσει τον νεκρό φαντάρο («If in some smothering dreams, you too could pace / Behind the wagon that we flung him in, / And watch the white eyes writhing in his face») γίνεται... βαγόνι («Πίσω από το βαγόνι που τον πετάξαμε»). Οπότε, ας προσέξουμε κι αυτή την ψευτοφίλη: προτού γίνει σιδηροδρομικό όχημα το wagon, ήταν άμαξα και κάρο. Και αντίστροφα, το βαγόνι του τρένου είναι συχνά προτιμότερο να το πείτε car ή carriage. Άλλωστε και το βαγκόν λι είναι sleeping car / sleeper.

Wagons are distinguished from carts, which have two wheels, and from lighter four-wheeled vehicles for carrying people, such as carriages. A wagon may be pulled by one animal or by several, often in pairs.
http://en.wikipedia.org/wiki/Wagon
και
http://en.wikipedia.org/wiki/Wagon_(railroad)

Η έρευνα για (καλή) μετάφραση του ποιήματος του Όουεν συνεχίζεται.
 

daeman

Administrator
Staff member
...
Μ' ένα ακόρντο, δυο ημιψευδόφιλα.

Το chord, όταν μιλάμε για έγχορδα όργανα (string instruments), συνήθως δεν σημαίνει χορδή, που σε αυτά λέγεται string, αλλά συγχορδία, ακόρντο.

Η φράση που μου το θύμισε: Punk was usually basic, three-chord rock, την οποία είδα να αποδίδεται ως "βασικό ροκ τριών χορδών". Με μπουζούκι τρίχορδο; ;)

Metallico tis Eydokias (Zeibekiko tis Eydokias, metal cover) - Private Government



Επίσης, το επίρρημα lyrically θέλει προσοχή στα συμφραζόμενα, γιατί δεν σημαίνει πάντα λυρικά, αλλά πολλές φορές στιχουργικά (από το lyrics, τους στίχους ενός τραγουδιού).
 

nickel

Administrator
Staff member
Μπράβο. Θυμήθηκα κι εγώ που ήθελα να γράψω τα homily και homiletic, σε εξωθρησκευτικά συμφραζόμενα. (Για τα θρησκευτικά δεν ξέρω τι γίνεται με την ομιλία και την ομιλητική.)

homily = κήρυγμα, κατήχηση, νουθεσίες, παραινέσεις
She delivered her homily about the need for patience. [ODE]
homiletic = παραινετικός
the link between Ames's professional aptitude for sermonising and the deliberately homiletic tone of his 'letter' [The Guardian]
 
nymphomaniac = (η) νυμφομανής, (η) μητρομανής.
Στα αγγλοελληνικά λεξικά που κοίταξα, κακώς δεν συνοδεύεται πάντα από το άρθρο. Στο ΛΝΕΓ (εκτός που έχει το άρθρο) γράφει: «γυναίκα που πάσχει από νυμφομανία (βλ.λ.)». Στον Πάπυρο τα εξηγεί καλά στη νυμφομανία: «(για γυναίκα ή θηλυκό ζώο) παθολογική κατάσταση που χαρακτηρίζεται από έξαρση τού γενετήσιου πόθου, από ακόρεστη επιθυμία για συνουσία, αλλ. μητρομανία», αλλά μας τα χαλάει στο νυμφομανής: «(ιατρ.) αυτός που πάσχει από νυμφομανία». Ε όχι «αυτός», μπερδεύεις τον κόσμο! Νυμφομανείς είναι μόνο οι γυναίκες, οι άνδρες δεν λέγονται νυμφομανείς, ακόμα κι αν κυνηγάνε τις νύφες.

Σωστό. Το αντίστοιχο για τους άντρες είναι... φυσιολογικός.
 
Δεν ξέρω αν έχει ειπωθεί σε άλλο σημείο του φόρουμ, αλλά οι περισσότερες σπάνιες ελληνικές λέξεις στα αγγλικά είναι ψευδόφιλες, γιατί είτε έχουν γίνει αντικείμενο δανείου με την αρχαία τους έννοια είτε χρησιμοποιήθηκαν από τους Βρετανούς, όχι για να καλύψουν υποτιθέμενα κενά αλλά για να δημιουργήσουν λεπτές εννοιολογικές διακρίσεις (π.χ. exodus και exit). Γι' αυτόν τον λόγο, ο περίφημος λόγος του Ζολώτα είναι τίγκα στις ψευδόφιλες. Ο λόγος του δεν βγάζει κανένα νόημα στα αγγλικά -ούτε στα ελληνικά, αλλά αυτό είναι άλλο θέμα.

Πέρα από τα kyrie, κτλ, του Ζολώτα, να προσθέσω κι εγώ την περιττή γνώση μου...

Cake = συνήθως η τούρτα, αλλά μπορεί να είναι και το κέικ (πάντα όμως συνοδευόμενο από χαρακτηρισμό, όπως chocolate)
Metro δεν είναι το μετρό, είναι η σύντμηση του μητροπολιτικού (συνοδευόμενο από ουσιαστικό, αλλιώς είναι το Λονδίνο)
Μετρό = underground
Cataplectic δεν είναι ο καταπληκτικός αλλά αυτός που βρίσκεται σε καταπληξία (cataplexy)

Προβληματικότατο:
Anagennesis=Αναδημιουργία οργανικού ιστού, αλλά Anagenesis=αναγένεση( ; )=η ανοδική εξέλιξη των ειδών, αντίθετο του catagenesis (οπισθοδρόμηση).
Ακόμη χειρότερα, Inanagennesis δεν σημαίνει την αδυναμία δημιουργίας οργανικού ιστού, αλλά το ίδιο πράγμα με το anagennesis.
 

nickel

Administrator
Staff member
seminarium (λατ.) φυτώριο (από semen «σπέρμα»)

seminary = (a training college for priests or rabbis) ιερατική σχολή

seminar = σεμινάριο (κύκλος μαθημάτων, από γερμανικό Seminar, από το λατινικό)

Η ελληνική λέξη σεμινάριο έχει και τη σημασία της ιερατικής σχολής, αλλά καλύτερα να αποφεύγεται εκεί που μάλλον σύγχυση θα προκαλέσει παρά θα βοηθήσει, όπως εδώ.
 
seminarium (λατ.) φυτώριο (από semen «σπέρμα»)

seminary = (a training college for priests or rabbis) ιερατική σχολή

seminar = σεμινάριο (κύκλος μαθημάτων, από γερμανικό Seminar, από το λατινικό)

Η ελληνική λέξη σεμινάριο έχει και τη σημασία της ιερατικής σχολής, αλλά καλύτερα να αποφεύγεται εκεί που μάλλον σύγχυση θα προκαλέσει παρά θα βοηθήσει, όπως εδώ.

Thank you! :-)
 

nickel

Administrator
Staff member
Και μετά απ΄όσα ειπώθηκαν εδώ:
http://lexilogia.gr/forum/showthrea...her-s-name.-πατρωνυμικό-πατρωνύμιο-patronymic

Όταν θα βλέπετε patronym στα αγγλικά (πράγμα που σας εγγυώμαι ότι δεν θα σας συμβαίνει συχνά), μη σπεύδετε να το κάνετε πατρώνυμο στα ελληνικά. Είναι πιθανότερο να σημαίνει πατρωνυμικό.

Αντιστρόφως, το ελληνικό πατρώνυμο, κάντε το father's name.
 

nickel

Administrator
Staff member
Σημερινό σχόλιο του Σ. Κασιμάτη για τη γνωστή ψευδόφιλη:

Let’s get physical
Στην πρόσφατη συνεδρίαση της Κ. Ο. του ΠΑΣΟΚ, ο βουλευτής Ηλείας Τάκης Αντωνακόπουλος ζήτησε «περισσότερη φυσική επαφή μεταξύ βουλευτών και υπουργών». (Με την ευκαιρία, να επισημάνω ότι αυτή η εκνευριστική έκφραση «φυσική επαφή» είναι απόδειξη της τεράστιας επίδρασης που έχει στη γλώσσα μας η παγκόσμια κυριαρχία της αγγλικής τα τελευταία χρόνια. Τη μεταφέρουμε απερίσκεπτα κατευθείαν από την αγγλική -όπου το επίθετο «physical» σημαίνει «σωματικός», «σαρκικός» κ.λπ. - χωρίς να υπάρχει πραγματική ανάγκη). [...]

Αυτό το «κ.λπ.» είναι συχνά ένας τεράστιος πονοκέφαλος.
 

Zazula

Administrator
Staff member
Βρίσκω μπροστά μου ένα biomechanically το οποίο, λίγο να βιάζεται ένας μεταφραστής, μπορεί να το αποδώσει «βιομηχανικά» και να γελάμε/κλαίμε (αναλόγως) μετά. Τελοσπάντων, να πούμε με την ευκαιρία ότι biomechanics = εμβιομηχανική (για την οποία βλ. εδώ: http://lexilogia.gr/forum/showthread.php?2497-bioengineered-parasite).
 

nickel

Administrator
Staff member
vagabond = πλανόβιος, περιπλανώμενος, αγύρτης. Αλλά όχι «μπαγαπόντης».
Κοινή η ρίζα των δύο λέξεων (το ιταλικό vagabondo, το λατινικό vagabundus, «ο περιφερόμενος αλήτης»), αλλά ο μπαγαπόντης είναι πια στη γλώσσα μας ο απατεώνας, ο κατεργάρης, χωρίς να κουνήσει ρούπι από τη θέση του.
 
Μόλις έμαθα ότι η αγιογραφία στα Αγγλικά δεν είναι hagiography! Αυτή ασχολείται κυριολεκτικά με τις γραφές περί αγίων, τους "βίους" κ.λπ. Απ' ό,τι καταλαβαίνω, η αγιογραφία είναι ή Christian art ή religious iconography.
 

nickel

Administrator
Staff member
Ωστόσο, η αγιογραφία με τη σημασία του κολακευτικού κειμένου για κάποιο άτομο (π.χ. η αγιογραφία του Βήματος για τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης) είναι hagiography.

A biography which expresses reverence and respect for its subject. Wiktionary
A book about a person’s life that deliberately includes only good things about them. [Macmillan]
 
Top