Λεξιπλασίες (Nonce words)

Για τον ονειδοπόρο τα 'χουμε πει εδώ: http://www.lexilogia.gr/forum/showthread.php?t=88. :D

ονειδοκρίτης = το Πηδάλιον για τους θρησκευόμενους, κι ο ψυχαναλυτής τους για τους υπόλοιπους

ονειδοπαρμένος = αυτός που επηρεάζεται υπερβολικά από τις ενοχές με τις οποίες τον γεμίζει η ντροπή του

ονειδοπόλος = αυτός που ζει μες στην ντροπή

ονειδομαντεία = η πρόβλεψη ότι κάποιος θα ντροπιαστεί χοντρά (συνήθ. δημόσια)

ονειδοβατώ = πέφτω απ' τη μια ντροπή στην άλλη

ονείδωξη = ενοχές που συνοδεύουν ονείρωξη
 
'Ισως να φταίει που έχω κακή διάθεση προς άλλα φόρουμσιζ :p ή απλά να έχω τις κακές μου, αλλά ορίστε μερικές νέες λέξεις:
Μουφόρουμ -> το φόρουμ που προσποιείται πως είναι φόρουμ, αλλά δεν είναι.
Μπουφόρουμ -> το φόρουμ που γέμισε βλακείες ή που με περνάει για βλάκα.
Κουκουλοφόρουμ -> το φόρουμ που κουκουλώνει τους χρήστες του.
Μπλοφόρουμ -> το φόρουμ που προσποιείται πως έχει κίνηση, αλλά μπλοφάρει.

Μη με διώξετε, είμαι καλός άνθρωπος, αλήθεια! :o
 
Μην ανησυχείς, Καλλιάνα.
Το χιούμορ και η έμπνευση δεν (πρέπει να) διώκονται πουθενά. :-)
 
Λούρκυ Λουρκ: ένας φτωχός και μόνος ιστοπλόος, που παρακολουθεί τα φόρουμ, και όταν αποφασίζει να γράψει, πατάει έντερ πιο γρήγορα και από τη σκιά του.
Εμπνεύστηκα από εδώ.
 
Βαρετόβεν (εμπνευσμένη λεξιπλασία σκαρφισθείσα υπό του μεταφραστού που έκανε τη μεταγλώττιση της Πέπερ Ανν σήμερα στη ΝΕΤ): ο συνθέτης βαρετής κλασικής μουσικής.
 
έχω οράματα για τη γούνα σου : [αναζητείται εμπνευσμένος ορισμός — εμένα έχει κολλήσει το μυαλό μου σε γουνάκι]
 
Μα είναι απλό- προκειται για το επόμενο σύνθημα της ΡΕΤΑ κατά των γούνινων παλτων.
 
Χμμ, τα δικά μου οράματα πάντως πήγαιναν κάπως σε πιο KSE-PETA μεριά... :)
 
έχω οράματα για τη γούνα σου : [αναζητείται εμπνευσμένος ορισμός — εμένα έχει κολλήσει το μυαλό μου σε γουνάκι]

Σε κάτι τέτοιο:

attachment.php


ή σε τέτοιο;

attachment.php
 

Attachments

  • prewo.jpg
    prewo.jpg
    43.4 KB · Views: 374
  • onemil.jpg
    onemil.jpg
    31.5 KB · Views: 368
Εμέτικον: Τα εμότικον (emoticon) που προσβάλουν την αισθητική του διαδικτυακού συνομιλητή, θεατή, και λουρκαδόρου. (Πηγή)
 
πισινική μελάνη: το μελάνι που πετάνε απ' τον πισινό τους ορισμένα κεφαλόποδα
 
αργοσαρωτικός κόλπος: ο κόλπος (ή το κόλπο) που τα σαρώνει όλα αργά αλλά σταθερά
 
σερνικοβότανο : το βότανο που θα πατεντάρω και θα πουλάω και θα με κάνει πλούσιο — μόλις πάρω τον τίτλο του «σερ».
 
καρπατσοσύνη = η ικανότητα να πετυχαίνεις τα πάντα χρησιμοποιώντας καρπάτσο

καρπατσοεισπράχτορας = αυτός που δέχεται, συνεχώς και αδιαμαρτύρητα, καρπάτσο

ΣτΖ: Οι ανωτέρω όροι δεν πρέπει να συγχέονται με τη στραπατσοσύνη και τον στραπατσοεισπράχτορα, πράγμα ωστόσο δυσχερές όταν η στραπατσάδα περιέχει και καρπάτσο.
 
Πλατυπόδειο σύμπλεγμα

Εχτές πήγα στο γιατρό για ένα τυπικό τσεκάρισμα στα μικροαστικά μου. Tι το θελα και γω; Mε το που μπαίνω μου λέει πως πριν αρχίσουμε πρέπει να κάνουμε ένα ψυχολογικό προτσές διότι κυκλοφορεί μια ίωση που προκαλεί ζάλη των τάξεων.

Γιατρέ μου, του λέω, εγώ δεν ήρθα εδώ για μεταμόσχευση μυελού των αστών κι ούτε πάσχω από καρκίνο του πνεύματος και σε παρακαλώ να μ' αφήσεις ήσυχο.

Ο γιατρός, εμφανώς αγριεμένος, λέει: Mα δε βλέπεις τι γίνεται κάθε μέρα στους δρόμους; Όλες οι κεντρικές αρτηρίες έχουν βουλώσει.

Ε και; του απαντώ. Εγώ εγχείρηση δεν κάνω. Θα πάω by bus κι όποτε φτάσω. Λεφτά για ιώδια δεν πληρώνω δεν πληρώνω.
 
Σε μετέφερα, από τα Εφήμερα στην Κλασική λογοτεχνία.
 
Back
Top