Search results

  1. nickel

    Διασκεδάστε και μ' αυτό...

    Θα το θεωρούσα αναπόφευκτο να γράψει τον σωστό όρο ο Zaz. Αλλά τα τελευταία πενήντα χρόνια έχω διαπιστώσει ότι όλο και πιο πολλοί λένε «ματριόσκα».
  2. nickel

    Citizens Action Groups = Ομάδες Δράσης Πολιτών

    Sounds right! https://www.google.com/search?&q=%22%CF%83%CF%85%CE%BD%CE%AD%CE%BB%CE%B5%CF%85%CF%83%CE%B7+%CF%84%CF%89%CE%BD+%CE%B4%CE%B7%CE%BC%CE%AC%CF%81%CF%87%CF%89%CE%BD%22
  3. nickel

    Filter officer

    Κοινώς «φιλτραδόροι». :-) Τι, να μην τους δώσουμε και μια καθημερινή ονομασία;
  4. nickel

    Filter officer

    Χωρίς να θέλω να... διυλίσω τον κώνωπα, ας προσθέσω ότι δεν λείπουν εκείνοι που κρατούν την ξένη λέξη — και μάλιστα στη γενική πτώση: "φιλτραρίσματος των πληροφοριών" Έτσι, εκεί που θα θέλαμε μια πολύ σύντομη απόδοση, π.χ. σε υπότιτλους, δεν θα με ξένιζαν αποδόσεις όπως «γραφείο φιλτραρίσματος»...
  5. nickel

    Professor of Practice

    Νομίζω ότι θα πρέπει να το αφήσεις στα αγγλικά και οπωσδήποτε να το εξηγήσεις κάπως. Σίγουρα δεν είναι αυτό που στην Ελλάδα μπορεί να είναι ο «καθηγητής πρακτικής». Από την άλλη, και στα αγγλοσαξονικά ιδρύματα βλέπουμε να χρησιμοποιείται και με διαφορετική σημασία, ως συνώνυμο του Clinical...
  6. nickel

    I cotton to = επιδοκιμάζω, συμφωνώ, ανέχομαι

    Λίγο πιγκουινάκι: cotton on to συμπαθώ, δείχνω προτίμηση | αντιλαμβάνομαι, κατανοώ, αποδέχομαι, προσκολλώμαι (σε ιδέα) | cotton up to πιάνω φιλίες με.
  7. nickel

    stone skimming, rock skimming = "βατραχάκια", αναπηδήσεις (πέτρας, βότσαλου) στην επιφάνεια του νερού

    Σε ελληνικό τοίχο του Facebook ανέβηκε αυτό το βιντεάκι και έγινε αναζήτηση του ελληνικού όρου. Δεν προέκυψαν άλλες αποδόσεις. Βατραχάκια, ψαράκια, πιατάκια — όπως κι εδώ. Θυμήθηκα όμως ότι εγώ το είχα μάθει με την αγγλική ονομασία ducks and drakes.
  8. nickel

    11 Group Fighter Command

    Θα έλεγα «Ομάδα 11 της Διοίκησης Μαχητικών (Αεροσκαφών)». Με ευρήματα τόσο για την «Ομάδα 11» (όπως εδώ) όσο και για τη «Διοίκηση Μαχητικών» (όπως εδώ). Αλλά εδώ σταματούν αυτά που ξέρω για το θέμα.
  9. nickel

    Landlord

    Καλωσήρθες! Τι είναι ο «εκμισθωτέας»; :unsure:
  10. nickel

    σύγκληση και σύγκλιση

    Άκυρη ως ερμηνεία κάποιας ετυμολογικής ή άλλης (π.χ. ακουστικής) συνάφειας, ναι. Το κλείνω < κλείω δεν έχει σχέση με το κλίνω.
  11. nickel

    Αριήλ ή Άριελ;

    Δίκιο έχεις, αλλά για μετεωρολόγους μιλάμε, όχι για κλασικούς φιλόλογους. Ποιοι είναι, ο Λινναίος;
  12. nickel

    Αριήλ ή Άριελ;

    Στο συγκεκριμένο συγκείμενο (των άλλων αρχαιοελληνικών ονομάτων Αυγή και Γαία), θα έπρεπε να είναι Dorus, ο Δώρος (ο γιος του Έλληνα) από τον οποίο πήραν το όνομά τους οι Δωριείς.
  13. nickel

    Αριήλ ή Άριελ;

    Και μας περιμένει πια η Αυγή. Μην ακούσουμε καμιάν Άβτζι, σαν τον Ελάιας που τσαμπουνάν!
  14. nickel

    Αριήλ ή Άριελ;

    Εγώ περιμένω τη χρονιά που ο τυφώνας θα ονομάζεται Στέφανος. 😬
  15. nickel

    Αριήλ ή Άριελ;

    Παρατήρηση: Βλέπουμε στο #7 ότι οι Έλληνες (πορτοκαλί κυκλάκι) έπρεπε να δώσουμε όνομα που συνέπεσε με το Q και το W, οπότε τη γλιτώσαμε. Αλλά κανονικά θα έχουμε καινούρια σειρά από 1η Οκτωβρίου. Ας ελπίσουμε ο Ηλίας να είναι η τελευταία κακοκαιρία για φέτος. Γκάι > εβραϊκό όνομα. Δεν έχει...
  16. nickel

    Μία σου και *μια μου

    Σε αυτή την περίπτωση, που διαβάζεται και με λίγη έμφαση, συνηθίζεται να βάζουμε τόνο. Εξακολουθεί να μην είναι απαραίτητος.
  17. nickel

    Μία σου και *μια μου

    Κανονικά θα πούμε «οι υποψήφιοι περνούν μια δέσμη δοκιμασιών η οποία περιλαμβάνει». Δεν χρειάζεται να τονίσουμε κάποιο αριθμητικό «μία» («μία δέσμη, όχι δύο»).
  18. nickel

    spiritual vs. religious

    First of all, a religious person is not θρησκευτικός, but θρήσκος. So, one might say: Δεν είμαι θρήσκος αλλά ... ... πιστεύω στα θεία ... πιστεύω στον Θεό ...πιστεύω ότι υπάρχει Θεός (not much with 'spiritual' in it) The first part might also be: Δεν θρησκεύομαι, which means I don't practise...
  19. nickel

    Ο επίμονος ετυμολογιστής

    Could well be a new type of πουπουδισμός! :cool:
  20. nickel

    Provocative or disturbing content

    Some of the adjectives used for this περιεχόμενο (content): προκλητικό > provocative προσβλητικό > offensive ενοχλητικό, δυσάρεστο > disturbing σοκαριστικό > shocking αποκαλυπτικό > revealing άσεμνο > indecent απεχθές > obnoxious χυδαίο > obscene
Top