Signet είναι κυριολεκτικά η σφραγιδούλα (σφραγίδιο) και κατ' επέκταση ο σφραγιδόλιθος.
Σφραγιδόλιθος ονομάζεται συνήθως πολύτιμος λίθος μικρού σχήματος που φέρεται σε δακτυλίδι ή αυτόνομα ως σφραγίδα.
http://el.wikipedia.org/wiki/Σφραγιδόλιθος
σφραγιδόλιθος ο : ημιπολύτιμος λίθος με εγχάρακτες ή με ανάγλυφες παραστάσεις, κυρίως επάνω σε δαχτυλίδι που χρησιμοποιείται ως σφραγίδα.
http://www.greek-language.gr/greekL...s/lexica/search.html?lq=σφραγιδόλιθος&sin=all
Μπορεί σε συνεκδοχική χρήση να σημαίνει και το δαχτυλίδι με σφραγιδόλιθο, αλλά δεν κάνει καλά το ΛΝΕΓ που περιορίζεται στον παρακάτω ορισμό:
σφραγιδολιθος (ο) [1897] {σφραγιδολίθ-ου | -ων, -ους} ΑΡΧΑΙΟΛ. δαχτυλίδι, η πέτρα τού οποίου λειτουργούσε ως σφραγίδα, καθώς έφερε εγχάρακτες ή ανάγλυφες παραστάσεις ή γράμματα που μπορούσαν να αποτυπωθούν σε άλλο υλικό: μινωικός / αρχαϊκός / πολύτιμος / αιγυπτιακός / αριστουργηματικός σφραγιδόλιθος.
Η συνηθισμένη απόδοση τού signet ring είναι σφραγιστικό δαχτυλίδι. Το σφραγιδοφόρο δαχτυλίδι δεν έχει μεγάλη απήχηση. Το σφραγιστικό δαχτυλίδι δεν είναι απαραίτητο να φέρει πέτρα, σφραγιδόλιθο.
http://en.wikipedia.org/wiki/Seal_(emblem)#Signet_rings
Το λήμμα signet τού ODE προειδοποιεί για το ομόηχο cygnet:
signet /ˈsɪgnɪt/
noun (historical)
- a small seal, especially one set in a ring, used instead of or with a signature to give authentication to an official document.
- (usually the Signet) the royal seal formerly used for special purposes in England and Scotland, and in Scotland later as the seal of the Court of Session.
Origin:
late Middle English: from Old French, or from medieval Latin signetum, diminutive of signum 'token, seal'
NOTE: Do not confuse cygnet with signet. A cygnet is a young swan, whereas signet is usually found in the phrase signet ring, which is a ring with letters or a design on it.
Θα βρείτε πολλά cygnet ring στο διαδίκτυο — κάποια λάθος, κάποια όμορφα λογοπαίγνια (θαυμάστε φωτογραφία) αλλά και κοτζάμ μπάντα.
Σφραγιδόλιθος ονομάζεται συνήθως πολύτιμος λίθος μικρού σχήματος που φέρεται σε δακτυλίδι ή αυτόνομα ως σφραγίδα.
http://el.wikipedia.org/wiki/Σφραγιδόλιθος
σφραγιδόλιθος ο : ημιπολύτιμος λίθος με εγχάρακτες ή με ανάγλυφες παραστάσεις, κυρίως επάνω σε δαχτυλίδι που χρησιμοποιείται ως σφραγίδα.
http://www.greek-language.gr/greekL...s/lexica/search.html?lq=σφραγιδόλιθος&sin=all
Μπορεί σε συνεκδοχική χρήση να σημαίνει και το δαχτυλίδι με σφραγιδόλιθο, αλλά δεν κάνει καλά το ΛΝΕΓ που περιορίζεται στον παρακάτω ορισμό:
σφραγιδολιθος (ο) [1897] {σφραγιδολίθ-ου | -ων, -ους} ΑΡΧΑΙΟΛ. δαχτυλίδι, η πέτρα τού οποίου λειτουργούσε ως σφραγίδα, καθώς έφερε εγχάρακτες ή ανάγλυφες παραστάσεις ή γράμματα που μπορούσαν να αποτυπωθούν σε άλλο υλικό: μινωικός / αρχαϊκός / πολύτιμος / αιγυπτιακός / αριστουργηματικός σφραγιδόλιθος.
Η συνηθισμένη απόδοση τού signet ring είναι σφραγιστικό δαχτυλίδι. Το σφραγιδοφόρο δαχτυλίδι δεν έχει μεγάλη απήχηση. Το σφραγιστικό δαχτυλίδι δεν είναι απαραίτητο να φέρει πέτρα, σφραγιδόλιθο.
http://en.wikipedia.org/wiki/Seal_(emblem)#Signet_rings
Το λήμμα signet τού ODE προειδοποιεί για το ομόηχο cygnet:
signet /ˈsɪgnɪt/
noun (historical)
- a small seal, especially one set in a ring, used instead of or with a signature to give authentication to an official document.
- (usually the Signet) the royal seal formerly used for special purposes in England and Scotland, and in Scotland later as the seal of the Court of Session.
Origin:
late Middle English: from Old French, or from medieval Latin signetum, diminutive of signum 'token, seal'
NOTE: Do not confuse cygnet with signet. A cygnet is a young swan, whereas signet is usually found in the phrase signet ring, which is a ring with letters or a design on it.
Θα βρείτε πολλά cygnet ring στο διαδίκτυο — κάποια λάθος, κάποια όμορφα λογοπαίγνια (θαυμάστε φωτογραφία) αλλά και κοτζάμ μπάντα.