metafrasi banner

I don't pretend to be / I can't pretend to = δεν παριστάνω τον..., δεν ισχυρίζομαι ότι..., ομολογώ ότι δεν...

nickel

Administrator
Staff member
Προσοχή στην αρνητική χρήση τού pretend, που απομακρύνεται από τις σημασίες «προσποιούμαι, υποκρίνομαι»:

pretend
[...]
to claim that something is true when it is not. [usually in negatives]
pretend (that): I’m not going to pretend we achieved a lot. (Δεν θα ισχυριστώ ότι καταφέραμε πολλά.) | I can't pretend I understand these technical terms. (Ομολογώ ότι δεν καταλαβαίνω αυτούς τους τεχνικούς όρους.)
pretend to do/be something: I don’t pretend to have all the answers. (Δεν ισχυρίζομαι / Δεν λέω ότι έχω όλες τις απαντήσεις.) | He doesn't pretend to be an expert. (Δεν διατείνεται πως είναι ειδικός. Δεν παριστάνει τον ειδικό.)
pretend to something: He’s never pretended to any great knowledge of art. (Ποτέ του δεν ισχυρίστηκε ότι έχει πολλές γνώσεις για την τέχνη.)
 
Top