metafrasi banner

Closure (of the Gaza Strip)

Στο "έγγραφο θέσεων" του Gisha.org εξετάζεται από νομική άποψη η πολιτική "κλεισίματος" της Γάζας από το Ισραήλ. Περιγράφεται η έννοια των όρων blockade, siege και sanctions. Το έγγραφο καταλήγει ότι δεν είναι τίποτε από αυτά, παρά ένα closure, που αναρωτιέμαι πώς είναι ή θα ήταν στα ελληνικά. Κλείσιμο; Εδώ, το βρήκα ως "εγκλεισμός":
Ram Levοy (Ισραήλ): σκηνοθέτης της ταινία Gaza, Closed Closure (Γάζα, ο Εγκλεισμός)
 

nickel

Administrator
Staff member
Δεν μπορώ να μπω στη νομική επιχειρηματολογία (το International Law ήταν ένα μάθημα που δεν έδωσα, μου ήταν αδύνατη η απομνημόνευση όρων, συνθηκών και χρονολογιών). Δεν ξέρω δηλαδή πόσο στενά ορίζεται ο αποκλεισμός (blockade) για να δημιουργείται η ανάγκη για νέο όρο, που μάλιστα δεν είναι γλωσσικά ακριβής έτσι που σερβίρεται. Αυτό που έχει κάνει το Ισραήλ είναι closure of Gaza (border) crossings, που είναι απλώς «κλείσιμο των συνοριακών διαβάσεων / περασμάτων». Δεν έχουμε, δηλαδή, «κλείσιμο της Γάζας» και οπωσδήποτε δεν έχουμε «εγκλεισμό της Γάζας», δεν πήραν τη Γάζα να την κλείσουν κάπου αλλού. Υπάρχει ο όρος encirclement, περίκλειση, αλλά αυτοί μιλάνε για closure. Με γνώμονα το GIGO, θα πούμε κι εμείς, με αντίστοιχη ανακρίβεια, «το κλείσιμο της Γάζας».
 

rogne

¥
"Αποκλεισμος της Γαζας";

Το δικό μου closure; Δεν έχει σχέση με τη Γάζα. Αντιγράφω από τη Wikipedia:

Closure is a popular psychology term. It refers to a conclusion to a traumatic event or experience in a person's life. The term became popular in the 1990s due to its use in the popular media. The term cognitive closure has been defined as "a desire for definite knowledge on some issue and the eschewal of confusion and ambiguity." Need for closure is a phrase used by psychologists to describe an individual’s desire for a firm solution as opposed to enduring ambiguity.

Κάπου στην τηλεόραση πρόσφατα το είδα να αποδίδεται σε υπότιτλο ως "γαλήνη"...
 

nickel

Administrator
Staff member
Περαίωση; :)

Καλή η ερώτηση, αυτή είναι η πιο συνηθισμένη σημασία στο Χόλιγουντ. Τι στο καλό, πρέπει να έχουν καταλήξει κάπου οι υποτιτλιστές.

Θέλει
  • να το ξεπεράσει
  • να πάει παρακάτω
  • να κλείσει αυτό το κεφάλαιο της ζωής του
  • να βάλει τελεία και παύλα
  • να το αφήσει πίσω του
  • να ρίξει μαύρη πέτρα
  • να το κλείσει και να πετάξει το κλειδί
 

rogne

¥
Κάτι λιγότερο περιφραστικό και πιο τεχνικό;

Γράφει π.χ. ο Μάικλ Γουόλτσερ, διαπρεπής αμερικανός πολιτικός επιστήμων, κλπ.: "Legitimacy and closure are the two criteria against which we can test war's endings".

Και κάπως έτσι το Χόλιγουντ ξαναβρίσκει ξώφαλτσα τη Γάζα...
 

daeman

Administrator
Staff member
Περαίωση; :)

Καλή η ερώτηση, αυτή είναι η πιο συνηθισμένη σημασία στο Χόλιγουντ. Τι στο καλό, πρέπει να έχουν καταλήξει κάπου οι υποτιτλιστές.



Θέλει
  • να το ξεπεράσει
  • να πάει παρακάτω
  • να κλείσει αυτό το κεφάλαιο της ζωής του
  • να βάλει τελεία και παύλα
  • να το αφήσει πίσω του
  • να ρίξει μαύρη πέτρα
  • να το κλείσει και να πετάξει το κλειδί


Κάτι λιγότερο περιφραστικό και πιο τεχνικό;

[...]

Περαίωση (φτου, μακριά από μας;-) προφανώς όχι, περάτωση ίσως, κατάληξη ή ολοκλήρωση, εκτός από το πασπαρτού κλείσιμο (της υπόθεσης, στα νομικο-αστυνομικά).

OED:
†6.6 An agreeing upon terms, a coming to an arrangement with; agreement, union, unity. Cf. close v. 14. Obs.
1647 J. Saltmarsh Sparkl. Glory (1847) 148 In a pure spiritual closure, or unity of Spirit.
1649 Cromwell Let. lxi. 14 Mar. (Carlyle), So much do I desire a closure with you.
1659 Rushw. Hist. Coll. I. 73 The Catholick King‥pretended so much zeal to a Closure with England.
1668 Howe Bless. Righteous (1825) 179 This‥draws the‥Soul into a closure and league with him.

8.a A bringing to a conclusion; end, close.
1588 Shakes. Tit. A. v. iii. 134 Make a mutuall closure of our house. 1616 T. Godwin Moses & Aaron (1655) 220 The feast of Pentecost which was the end and closure of their harvest. 1676 Row Contn. Blair's Autobiog. xii. (1848) 511 The treaty would come to a peaceable closure against that time. 1870 E. H. Pember Trag. Lesbos vii. 110 The point that brings the closure of thine own Marks but the outset of my suffering.

10. In Gestalt psychology, the process whereby incomplete forms, situations, etc., are completed subjectively by the viewer or seem to complete themselves; the tendency to create ordered and satisfying wholes. Also attrib.
1924 R. M. Ogden tr. Koffka's Growth of Mind iii. 103 Phenomena occur in connections determined by peculiar inherent laws of relationship which have to do with ‘closure’ and ‘non-closure’. 1925 I. A. Richards Princ. Lit. Crit. 107 The perception of an object and the recognition that it is a tree‥involve a poise in the sensory system concerned, a certain completeness or ‘closure’. 1934 Brit. Jrnl. Psychol. July 38 In the child with high intelligence, the disposition to create order is strong enough to work with less vivid material and such a child will experience a strong Prägnanz and ‘closure’. 1951 G. Humphrey Thinking 175 The tendency of an incomplete configuration to complete itself, the tendency, that is, towards closure. 1964 A. Koestler in Listener 14 May 787/2 According to Gestalt theory, we solve abstract problems by applying the ‘closure principle’; the solution closes the gap.

Είμαι σίγουρος πως οι ψυχολόγοι θα έχουν τον όρο τους για μια τόσο παλιά έννοια, μόνο που δεν τον ξέρω. :eek:
 

rogne

¥
Στην ψυχολογία Γκεστάλτ ο όρος παραέχει επιστημολογική σημασία, έτσι μπορεί κανείς να διαλέξει πιο εύκολα μια τεχνική απόδοσή του στα ελληνικά (ούτε εγώ ξέρω πάντως αν υπάρχει καμιά καθιερωμένη).

Στη λαϊκή ψυχολογία πάλι, αυτή που χρησιμοποιεί και ο Γουόλτσερ, σαν καλός Αμερικανός με αίσθηση των media, οι σημασίες του είναι περίπου αυτές που δίνει ο nickel, το πρόβλημα όμως προκύπτει όταν πάει κάποιος να δώσει στον όρο πολιτική (αν όχι και νομική) διάσταση. Happy end θέλει να πει ο αμερικανός θεωρητικός μας, αλλά ντρέπεται να παραδεχτεί κι άλλο ότι έχει κάνει το Χόλιγουντ πλαίσιο ανάλυσης του πολέμου. Οπότε λέει closure και ξεμπερδεύει.
 
Η τελεσιδικία θα μπορούσε ίσως να βοηθήσει σε κάποιες περιπτώσεις για την ψυχολογική έννοια. Κλείνει η υπόθεση, κατασταλάζει οριστικά το πράγμα, γίνεται ανέκκλητο, αρχειοθετείται στο παρελθόν.
 

rogne

¥
Καλή είναι η "τελεσιδικία", αν και γέρνει προς τη νομική πλευρά. Αν το γείρουμε ανάποδα, μήπως θα ταίριαζε και η "κάθαρση" ή κάτι σαν "λύση-κάθαρση";
 
Top