metafrasi banner

arguably = κατά μία άποψη, κατά την άποψη ορισμένων

mikenakis

New member
Crime is arguably the number one social issue for much of the Caribbean.

Νομίζω πως η ακριβής μετάφραση είναι το «ισχυρίσιμα», αλλά δεν συνηθίζουμε να λέμε κάτι τέτοιο, οπότε μια καλύτερη επιλογή ίσως να είναι το «προφανώς», ή ίσως και το «μάλλον». Τι λέτε;
 

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
Μερικές επιλογές: Υποστηρίζεται ότι το έγκλημα... ή Υπάρχουν εκτιμήσεις/ισχυρισμοί ότι... ή, (όσο κατεβαίνει η ποιότητα των επιχειρημάτων,) Λέγεται ότι...

Με άλλα λόγια, εδώ δεν θα ακολουθούσα 1:1 την αγγλική σύνταξη.
 

Zazula

Administrator
Staff member
Κι εγώ νομίζω ότι το arguably είναι μια από τις χαρακτηριστικές περιπτώσεις όπου δεν ακολουθούμε την αγγλική σύνταξη. Εγώ βάζω και το: Μπορεί να ειπωθεί ότι...
 
Κι εγώ χρησιμοποιώ μια από τις παραπάνω περιφράσεις ή, ίσως, "θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι..." (αυτό το συνιστώ αν πληρώνεστε με τη λέξη του μεταφράσματος, έχει συντελεστή 6:1)
 
Θα απορρίπτατε όλοι το "ίσως";
Το έγκλημα είναι/αποτελεί ίσως το μεγαλύτερο κοινωνικό πρόβλημα για μεγάλο τμήμα της Καραϊβικής.
 
Εγώ θα έλεγα: πιθανώς, ίσως - χωρίς να αποκλείω το μάλλον. Αν σταθούμε αυστηρά στη σημασία, νομίζω ότι το "θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι" είναι λίγο. Σωστότερο μάλλον θα ήταν το "θα μπορούσε ευλόγως να υποστηριχθεί ότι".
 

Palavra

Mod Almighty
Staff member
Συμφωνώ για την περίφραση, νομίζω ότι η μονολεκτική απόδοση (με την εξαίρεση του «ίσως») είναι αγγλισμός.
 

mikenakis

New member
Ευχαριστώ πολύ για όλες αυτές τις πολύ καλές ιδέες. Τελικά τα «ίσως» και «μάλλον» είναι καλές επιλογές, αλλά το «κατά μια άποψη» ίσως να είναι ακόμα καλύτερη.
 

Zazula

Administrator
Staff member
Εγώ με το arguably έχω συνήθως την αίσθηση ότι αυτός που το γράφει ή το λέει διαχωρίζει λίγο τη θέση του, αποστασιοποιείται κάπως από την άποψη που εισάγει με το arguably ή έστω νίπτει τας χείρας του και αποφεύγει να πάρει ο ίδιος θέση. Μπορεί να είμαι υπερβολικός, αλλά εμένα μου δημιουργείται η εντύπωση πως το αφήνει σχετικά φλου, ώστε αυτός που το διαβάζει ή το ακούει να μην αντιδράσει με τον ίδιο τρόπο που θα αντιδρούσε αν ήταν διατυπωμένο ως ξεκάθαρη τοποθέτηση του συγγραφέα ή ομιλητή η οποία τον έβρισκε αντίθετο. Διότι, όταν κάποιος θέλει να πει το «ίσως» ή το «μάλλον» με το όνομά του, τότε λέει perhaps, possibly, maybe, rather, probably, likely, έχει τα κότσια βρε αδερφέ να εισαγάγει τη θέση του μ' ένα I daresay που λέει ο λόγος — και δεν έχει ανάγκη να καταφεύγει σε θολούρες όπως το arguably. Από περιέργεια άνοιξα και τον Roget και παρατήρησα ότι το arguable είναι παρέα με λέξεις όπως τα doubtful, speculative, debatable και controversial — έξω από την κατηγορία Possibility. Με το αποπάνω σεντόνι επιχείρησα λοιπόν να εξηγήσω το γιατί προτιμώ τις περιφραστικές, απρόσωπες και ουδετεροποιημένες αποδόσεις.
 
Κόρη Θέμη εδώ, πλήρως αγγλοτραφής.
Το επιχείρημα του συσχετισμού της έννοιας του arguable με την καλύτερη δυνατή απόδοση του arguably δυστυχώς δεν στέκει. Όπως και στην ελληνική γλώσση, συχνά λέξεις που όχι απλώς σχετίζονται ετυμολογικά αλλά είναι και άμεσα παράγωγα άλλων λέξεων αποκτούν πάραυτα νόημα διαφοροποιημένο και αποδεσμευμένο από το εννοιολογικό εύρος της ρίζας τους.
Έτσι και στην περίπτωση αυτή, όπου το arguably δεν σημαίνει αυτό που ίσως θα έπρεπε να σημαίνει. Ενώ η καταγωγή του δείχνει προς μια απόδοση του στυλ "κάποιος θα μπορούσε να ισχυριστεί", στην τρέχουσα Αγγλική χρησιμοποιείται με την έννοια του "nearly unarguably". Ουσιαστικά λοιπόν αποδίδει το περιφραστικό "είναι γενικά αποδεκτό πως είναι έτσι, αλλά επειδή δεν θέλω να προκαλέσω αντιδράσεις από κάποιους διαφωνούντες, κάνω ζογκλερισμούς".
Εγώ θα το μετέφραζα ως "πιθανόν".
 

Zazula

Administrator
Staff member
Ουσιαστικά λοιπόν αποδίδει το περιφραστικό "είναι γενικά αποδεκτό πως είναι έτσι, αλλά επειδή δεν θέλω να προκαλέσω αντιδράσεις από κάποιους διαφωνούντες, κάνω ζογκλερισμούς". Εγώ θα το μετέφραζα ως "πιθανόν".
Εεεμμ, λες αυτό που είπα κι εγώ.
 

nickel

Administrator
Staff member
Για να ξαναδούμε τη λέξη, το επίρρημα arguably δείχνει τη βεβαιότητα κάποιων για κάτι, όχι τη βεβαιότητα όλων.

Στο ODE:

arguably It may be argued (used to qualify the statement of an opinion or belief):
She is arguably the greatest woman tennis player of all time.
Despite his shy, modest nature Sindelar was arguably football's first superstar.
Murasaki Shikibui was the author of The Take Of Genji, arguably the world's first novel.
By the way Big Tom was arguably the greatest full back in the history of the game.

http://www.oxforddictionaries.com/definition/english/arguably

Δηλαδή: κατά μία άποψη, κατά την άποψη ορισμένων, θα μπορούσε κανείς να πει, πιθανότατα, ενδεχομένως (αρχίζουμε και χαλαρώνουμε με αυτά, γιατί χάνεται η βεβαιότητα που έχουν κάποιοι αν και όχι όλοι).

ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ: πέραν πάσης αμφιβολίας, αναμφίβολα, αναμφισβήτητα, αναντίρρητα, κατά γενική ομολογία.
 

cougr

¥
[...]ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ: πέραν πάσης αμφιβολίας, αναμφίβολα, αναμφισβήτητα, αναντίρρητα, κατά γενική ομολογία.

Προφανώς κάποιοι μπερδεύουν το arguably με το inarguably/unarguably. Όμως ίσως και η σύγχυση να οφείλεται στο γεγονός του ότι μερικά λεξικά, όπως για παράδειγμα εδώ, παρέχουν τον ακόλουθο ορισμό για τον όρο (αν και δεν ξέρω κατά πόσο ευσταθεί)

arguably: The adverb arguably means that the assertion is open to debate or argument, but it usually implies that the assertion can be supported, proven, or shown by persuasive argument. (H υπογράμμιση δική μου)

ΥΓ. Και από το Wiktionary:

As can be supported or proven by sound logical deduction, evidence, and precedent. (http://en.wiktionary.org/wiki/arguably)
 

nickel

Administrator
Staff member
Συμφωνώ με τους ορισμούς. Δείχνουν ότι η λέξη δεν συνοδεύεται από τη σιγουριά του αναμφισβήτητου ή της γενικής αποδοχής. Κάποιος είναι σίγουρος για την άποψή του αλλά θα πρέπει να την αποδείξει κιόλας στους άλλους. Αυτό δηλαδή που προσπαθώ να κάνω από το #8. The best definition for arguably arguably is... :-)
 

cougr

¥
Συμφωνώ με τους ορισμούς. Δείχνουν ότι η λέξη δεν συνοδεύεται από τη σιγουριά του αναμφισβήτητου...

Το proven πώς το ερμηνεύεις;;
 

nickel

Administrator
Staff member
Γεγονός είναι ότι η λέξη δεν χρησιμοποιείται συχνά σε περιπτώσεις όπου μπορεί να υπάρχει αντικειμενική και αποδείξιμη αλήθεια. Συνήθως αφορά υποκειμενικές απόψεις. Δεν υπάρχει δυνατότητα να αποδείξεις τους ισχυρισμούς των παραδειγμάτων του ODE. Κοίταξα τα παραδείγματα στο Collins (το άλλο λεξικό που συνήθως δίνει πολλά παραδείγματα από Corpus). Εκεί υπάρχει κάτι που θα μπορούσε να περάσει από αποδεικτική διαδικασία. Ίσως. Arguably.

THE RIGHT WHEELS After tyres, wheels arguably take the most punishment on a wet training ride.
Cycling Weekly (2004)


Τα συνώνυμα εκεί:
= possibly, potentially, conceivably, plausibly, feasibly, questionably, debatably, deniably, disputably, contestably, controvertibly, dubitably, refutably
Πουθενά βεβαιότητα.
 

cougr

¥
Ευχαριστώ. Πάντα σε θαυμάζω για το πόσο σύντομα ανταποκρίνεσαι στα μηνύματά μου (και σε όλων βέβαια)! :-)
 
Για να ξαναδούμε τη λέξη, το επίρρημα arguably δείχνει τη βεβαιότητα κάποιων για κάτι, όχι τη βεβαιότητα όλων.

Ακριβώς αυτό το σκεπτικό νομίζω ότι οδηγεί και στην απόδοση του arguably ως για μερικούς / κάποιους / ορισμένους.
 
Πρόκειται για ένα από τα ζητήματα στα οποία δεν έχουμε συμφωνήσει. Δεν αντιλέγω ότι μπορούν οι αποδόσεις αυτές να μας διευκολύνουν στη μετάφραση, αλλά είναι επί της ουσίας λίγες. Είναι σαν να λένε "υπάρχει και άλλη μια άποψη", κάτι που τοποθετεί την άποψη αυτή σε ξεκάθαρα μειοψηφική θέση. Νομίζω ότι το arguably τοποθετεί τη σχετική άποψη σε θέση ισχύος: θα μπορούσε κάλλιστα/ ευλόγως να υποστηριχθεί - θα μπορούσε να ειπωθεί - ίσως...

Παραθέτω κάποια λεξικά που (προσπαθούν να) παρακολουθούν τη ζωντανή χρήση:
- Collins Cobuild
You can use arguably when you are stating your opinion or belief, as a way of giving more authority to it.
They are arguably the most important band since The Rolling Stones...
- Longman
used when giving your opinion to say that there are good reasons why something might be true:
Senna was arguably the greatest racing driver of all time.
- ODE
it may be argued (used to qualify the statement of an opinion or belief):
she is arguably the greatest woman tennis player of all time.
- Wiktionary
As can be supported or proven by sound logical deduction, evidence, and precedent.

Φυσικά, δεν προτείνω να ξαναρχίσουμε τη συζήτηση από την αρχή. Απλώς, αν το ζήτημα καταντά κρίσιμο σε κάποια συμφραζόμενα, ο μεταφραστής καλό θα είναι να έχει κατά νου ότι ο συγγραφέας νομίζει (χωρίς να δηλώνει βεβαιότητα) πως μάλλον έτσι είναι τα πράγματα.

Edit: Προσκομίζω φρέσκα ψάρια. Τα αγγλογαλλικά λεξικά Collins-Robert και Hachette-Oxford αποδίδουν αμφότερα και τα δύο :rolleyes: το "arguably" με το "sans doute", το οποίο αναμφισβήτητα [sans aucun doute / sans nul doute] σημαίνει: κατά πάσα πιθανότητα, μάλλον.
 
Top