σύρριζα

nickel

Administrator
Staff member
ΛΚΝ
σύρριζα [síriza] επίρρ. :
1α. από τη ρίζα, έως τη ρίζα: Το δέντρο κόπηκε σύρριζα. Κουρεύτηκε σύρριζα.
β. (μτφ.) ριζικά: To κακό θα χτυπηθεί σύρριζα.
2α. από τη βάση, από το σημείο από όπου αρχίζει κτ.: Του έκοψαν το πόδι / το δάχτυλο σύρριζα.
β. πολύ κοντά σε κάποια επιφάνεια, σχεδόν σε επαφή με αυτή: Πέρασε σύρριζα στον τοίχο, ξυστά. Το μοναστήρι είναι χτισμένο σύρριζα στο βουνό. [ελνστ. σύρριζ(ος) ‘με τη ρίζα’ επίρρ. -α]

Από το λεξικό Κοραής, με προσθήκες:
cut very short
Του κούρεψε σύρριζα τα μαλλιά. = He had his hair cropped. [Προσθέτω: He cut the boy’s hair close to his head.]
Μόλις φύτρωνε ένα καινούργιο βλαστάρι, το 'τρωγαν τα ζωύφια σύρριζα. = Once a new sprout began to grow, the insects would eat it down to the roots.
Τα δύο αντιθέτως ερχόμενα αυτοκίνητα, πέρασαν σύρριζα το ένα το άλλο. = The two cars passed each other by a whisker.

Προσθέτω: The two cars scraped past each other.
Έκοψαν τα δέντρα σύρριζα. They cut the trees (down) at their roots / close to the roots.

To κακό θα χτυπηθεί σύρριζα. The problem will be attacked at its root. Ή καλύτερα: There will be a radical solution to the problem.

Αλλά έκανα και μια ανακάλυψη (ή επιβεβαίωσα μια υποψία μου): το Γκουγκλ δεν κρίνει με κάποιο λεξικό, αλλά με τα δικά του νούμερα. Ειδικότερα:

Του ζήτησα "πέρασε σύρριζα". Και μου έδειξε 2.530 γκουγκλιές, αλλά με ρώτησε κιόλας για να σιγουρευτεί:
Did you mean: "πέρασε σύριζα"
Τα διάφορα λογοπαίγνια "πέρασε... ΣΥΡΙΖΑ" είναι 4.130!
 
Top