μπίχλα = filth

nickel

Administrator
Staff member
Κοινότατη λέξη, αλλά όχι στα γνωστά έντυπα λεξικά. Υπάρχει στο slang.gr πάντως:
= λέρα
-Να με δεις μετά το χωράφι μιλάμε, να δεις τι θα πει μπίχλα...


Ετυμολογία δεν γνωρίζω (εκτός αν είναι αναγραμματισμός του μπλιαχ :) ).
Παράγωγο: ο μπίχλας (ο βρομιάρης, ο σιχαμερός): - Πχχ! Τι πας κοντά στον μπίχλα, δεν σιχαίνεσαι;

Παραδείγματα από το διαδίκτυο:
Ακόμα και το κυλικείο στο [νοσοκομείο] το βρήκαν γεμάτο... μπίχλα και βρώμα.
Έχετε δει μια μπίχλα που πιάνει κάθε τόσο η ταστιέρα;
Τέτοια μπίχλα λίγοι θα έχετε δει μέσα σε PC!
...δελτία ειδήσεων, που το τελευταίο διάστημα, μεταξύ γάμων επωνύμων και μπάνια «βασιλέων», συναγωνίζονται το ένα το άλλο στο ποιο θα δείξει περισσότερη μπίχλα και μιζέρια.
 
Περίεργο, εγώ που την ήξερα αυτή τη λέξη εδώ και πολλά χρόνια, νόμιζα ότι σημαίνει "σαχλαμάρα". Ο μπίχλας νόμιζα ότι ήταν ο σαχλαμπούχλας.
 
Αλεξάνδρα, τη λέξη τη γνωρίζω, την έζησα δηλαδή τόσα χρόνια, σαν συνώνυμη της λέρας, της μούχλας, του λέτσου και ούτω καθεξής. Ο σαχλαμάρας/σαχλαμπούχλας παίζει και είναι δευτερεύουσα έννοια. Όντως αξιοπρόσεκτο που δεν περιλαμβάνεται στα "επίσημα" λεξικά κάτι που υπονοεί ίσως την αδυναμία της ετυμολόγησης.
 
Εντάξει, είχε μια κάποια διάδοση η λέξη, αλλά όχι ιδιαίτερη· νομίζω...

Ο πολύς κόσμος την έμαθε από γιουτιούμπ, Λαζόπουλο, μεσημεριανάδικα -αυτή είναι η σειρά- μέσω Άμστερνταμ:

 
Μην ξεχνάτε και τη λίγδα, μ' αρέσουν οι λέξεις οι γεμάτες σύμφωνα που γεμίζει το στόμα σου προφέροντάς τες και που εκδηλώνουν αηδία για κάτι. :p
 
Μην ξεχνάτε και τη λίγδα, μ' αρέσουν οι λέξεις οι γεμάτες σύμφωνα που γεμίζει το στόμα σου προφέροντάς τες και που εκδηλώνουν αηδία για κάτι. :p
Μην ξεχνάς τη γλίτσα !
 
Και τη γλίνα, όχι συνώνυμη αλλά γλοιώδης κι αυτή.
 
Πρέπει να προστεθεί ένα κομβίον Like για τέτοιες περιπτώσεις. :)

Like what? Like I like it like crazy or like similar?
If you mean something like the first option, it already exists. Not button-like, but you can use Rate Thread, located in the second olive-colored horizontal bar above the topmost post.
 
Merci. Εψήφισα, αλλά κυρίως το ήθελα για να δείξω ότι μ' αρέσουν οι λέξεις που προσέθεσαν κι άλλοι μετά το "λίγδα".
 
Ulkomaalainen (11), γιά δοκίμασε να προφέρεις, τραβώντας λίγο παραπάνω τα τριβόμενα, το αρχαίο βδέλυγμα
(βββδδδδέλυγγγμμα):eek:
 
If you mean something like the first option, it already exists. Not button-like, but you can use Rate Thread, located in the second olive-colored horizontal bar above the topmost post.
Ε, ρε, τι μαθαίνει κανείς σ' αυτό το φόρουμ...
 
If you mean something like the first option, it already exists. Not button-like, but you can use Rate Thread, located in the second olive-colored horizontal bar above the topmost post.
Και ποιο είναι το αποτέλεσμα αυτής της επιλογής;
 
Πάντως, η μπίχλα είναι γνωστότατη λέξη στη Βόρεια Ελλάδα. Στάζιμπο, μέσω Άμστερνταμ την έμαθαν οι καταυλακιώτες. :p
 
Ulkomaalainen (11), γιά δοκίμασε να προφέρεις, τραβώντας λίγο παραπάνω τα τριβόμενα, το αρχαίο βδέλυγμα
(βββδδδδέλυγγγμμα):eek:

Δανείζομαι φράση της Palavra: "Ε, ρε, τι μαθαίνει κανείς σ' αυτό το φόρουμ..." :)
 
Και ποιο είναι το αποτέλεσμα αυτής της επιλογής;

Έδωσα κάπου την εντύπωση ότι έχει και αποτέλεσμα αυτή η επιλογή; ;)
Δεν ξέρω τι αποτέλεσμα έχει και αν αυτό το αποτέλεσμα είναι ορατό στους χρήστες (εδώ που τα λέμε, ούτε καν ξέρω αν λειτουργεί), αλλά ευκαιρία δεν είναι να το δοκιμάσουμε;
Αν βαθμολογήσουμε όλοι με άριστα την μπίχλα, λέτε να εξωραϊστεί; :p
 
Έχω να καταθέσω και τη γλίτζα, που ως λέξη την έμαθα πολύ πρόσφατα, και πολύ μου αρέσει :D
 
Μην ξεχνάς τη γλίτσα !

Μου αρκεί η γλίτσα. Τη *γλίτζα μπορούμε να τη στείλουμε στα τάρταρα; Στον κύκλωπα Λεξοβόρο;
 
Μου αρκεί η γλίτσα. Τη *γλίτζα μπορούμε να τη στείλουμε στα τάρταρα; Στον κύκλωπα Λεξοβόρο;
Να δω τότε τι θα κάνεις με τη γλύτζα! :p Αλλά νομίζω ότι βιάζεσαι κάπως να στείλεις τη γλίτζα στο πυρ το εξώτερον, καθότι η γλίτσα ξεκίνησε τη λεξικογραφική σταδιοδρομία της ως γλίντζα (κ. γλιντζερός, γλιντζιάζω, γλιντζιάρης, γλιντζιάρικος, γλιντζιασμένος) κι απλούστερα γλίτζα (κ. γλιτζερός, γλιτζιάζω, γλιτζιάρης, γλιτζιάρικος, γλιτζιασμένος) — βλ. λχ Δημητράκο, Βοσταντζόγλου κ.ά. Και τα σχετικά λήμματα ήταν του τύπου «γλίτσα, βλ. γλίντζα» οπότε ας μην είμεθα απόλυτοι. ;)

Άλλωστε ένα πιθανό άμεσο έτυμον για τη γλίτσα (απώτατο έτυμον γνωρίζουμε ότι είναι η ελλ. λ. γλία, αλλά ίσως πρόκειται για αντιδάνειο) είναι η βουλγ. διαλ. λ. глинза "green scum", για την ετυμολογία τής οποίας βλ. Български етимологичен речник. Οπότε ο τύπος γλίντζα είναι συνεπέστερος προς μια τέτοια ετυμολόγηση (δηλ. αν όντως πρόκειται για αντιδάνειο), γι' αυτό ήταν ίσως και επικρατέστερος παλιότερα. Η τροπή τζ <-> τσ είναι συχνότατη στην ελληνική γλώσσα, και πολλές λέξεις παρουσιάζουν μάλιστα διπλοτυπία, αλλά στην περίπτωση της καθιέρωσης αποκλειστικά τής λ. γλίτσα κάποια έλξη (βαρέστε ελεύθερα, οι ειδικοί, αν λέω ανυπόστατα πράγματα) ίσως να άσκησε και η λ. γκλίτσα (που δεν έχει παράλληλο τύπο με τζ).

Άσχετο: Η γλυτσίνα ή γλυτσίνια ή γλυτσίνη ή γλυτσίνος ή (ΕΛΝΕΓ) γλυσίνη (ουιστερία / βιστερία η σινική) είναι από το νεολατινικό glycina (< γλυκύς). Υποθέτω ομοίως και η γλυκίνη (βλ. σόγια). Και ο γλύτσινος πεύκος (πεύκη η παράλιος); :) Πάντως είναι ενδιαφέρον ότι η ΙΕ οικογένεια του θέματος που δίνει τα γλία, γλίνα, γλίνη, γλίσχρος, γλίτσα, γλίττον (Ησύχ.), γλοιός & γλοιώδης περιλαμβάνει και λέξεις που περιγράφουν υδρόβια φυτά (πρβλ και βουλγ. глинза ανωτέρω).
 
Back
Top