Διαβάζω σε ιστοσελίδα του Βήματος:
[η κ. Ράικου] κατάλαβε ότι πίσω από όλα αυτά ήταν «ο γνωστός για τις ρασπουτινικές του μεθοδεύσεις αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης Παπαγγελόπουλος». Μάλιστα εμφανίζεται να καταθέτει ότι ο ίδιος ο κ. Παπαγγελόπουλος επαίρονταν για το «πόσο καλά σχεδίαζε και μεθόδευε καταστάσεις που παγίδευαν οποιονδήποτε στεκόταν εμπόδιο στην θέλησή του» και ότι «αυτάρεσκα αυτοαποκαλούνταν ως Ρασπούτιν, λέγοντας χαρακτηριστικά: “Όσοι με ξέρουν καλά, έτσι με λένε”». Μάλιστα φέρεται να σημειώνει ότι για αυτό τον αποκαλούσε και η ίδια Ρασπούτιν όπως και άλλοι.
https://www.tovima.gr/2019/09/24/po...opoulos-aytareska-aytoapokalountan-raspoutin/
Βλέπω ότι ο κ. Παπαγγελόπουλος έκανε προχτές στη Βουλή την εξής δήλωση κατά τη διάρκεια της μακράς παρέμβασής του:
«Είναι και ανιστόρητη. Ισχυρίζεται ότι αυτοαποκαλούμαι Ρασπούτιν. Για ιδιότητες… μηχανορραφίες, ίντριγκες, σκευωρίες, παρεμβάσεις. Που όμως δεν αποδίδονται στον Ρασπούτιν, αλλά σε άλλα ιστορικά πρόσωπα. Θα μπορούσα να αποκαλώ τον εαυτό μου αν είχα αυτές τις ιδιότητες Μακιαβέλι, Μέτερνιχ, Ταλεϋράνδο… όπως θέλετε, δεν θυμάμαι άλλους. Ο Ρασπούτιν έμεινε στην ιστορία όχι για μηχανορραφίες, ίντριγκες, σκευωρίες… αλλά για κάποια φυσικά του προσόντα και για τη θεωρία του ότι το αχαλίνωτο σεξ οδηγεί στην απόλυτη εξάντληση και μετά στη θέωση. Είναι άλλη μια απόδειξη ότι εγώ ποτέ δεν είπα τον εαυτό μου Ρασπούτιν!»
https://www.youtube.com/watch?v=a9ebbGgE1rw
Δεν θα ήθελα να κρίνω το παραπάνω μέρος των δηλώσεων ως προς την υπερασπιστική ισχύ του, αλλά αναρωτήθηκα αν πράγματι ο Ρασπούτιν αποτελεί σύμβολο του αχαλίνωτου σεξ και μόνο. Δυστυχώς, τα ελληνικά λεξικά δεν έχουν εγγραφές για τον Ρασπούτιν και το επίθετο ρασπουτινικός, για να δούμε τις μετωνυμικές διαστάσεις των λέξεων. Οπότε στράφηκα στα αγγλικά λεξικά μου, όπου διαπιστώνω ότι οι λέξεις κουβαλούν και τις δύο σημασίες:
Στο OED:
Rasputin
The acquired name (lit. ‘debauchee’) of Grigory Yefimovich Novykh (c 1872–1916), mystic and favourite at the court of the Russian Emperor Nicholas II, used allusively of one who resembles Rasputin in exercising an insidious or corrupting influence over another or (esp.) over members of the governing class.
Rasputinism, the principles and practices held to be characteristic of Rasputin, chiefly with reference to his libertinism and his corrupting influence over government.
Στο ODE:
Rasputinism
The principles and practices considered characteristic of Rasputin, especially debauchery or the exercise of corrupting influence over a government or ruler.
https://www.lexico.com/en/definition/rasputinism
Ορίστε και μια πιο μακροσκελής εξήγηση από το The Cabinet of Linguistic Curiosities του Paul Anthony Jones:
The Russian mystic and itinerant monk Grigori Rasputin, known for his creeping influence over Tsar Nicholas II, was born in western Siberia on 21 January 1869.
Rasputin’s involvement in the tsar’s court began in 1906, when he was hired as a faith healer by Nicholas’s wife Alexandra to help treat their young son Alexei’s haemophilia. Out of gratitude, the emperor and his wife came to regard Rasputin as a prophet or mystic of extraordinary power, and as respect for him grew in the tsar’s court, so too did the influence Rasputin could wield over the decisions made and enacted by Nicholas.
By the time Russia became embroiled in the First World War, however, Rasputin had come to be regarded with mounting suspicion, and when Nicholas left St Petersburg to direct the Russian army in the increasingly bloody conflict, the way was paved for Rasputin’s downfall. Left to their own devices, he and Alexandra — a German-born granddaughter of Queen Victoria, accused by some of being a German double agent — became increasingly unpopular, and as the Russian war effort began to falter, Rasputin was assassinated on 30 December 1916 by a group of Russian noblemen who had come to violently oppose his influence.
Quite how much influence Rasputin genuinely had in Nicholas’s court is debatable. Nevertheless, the stories that have since emerged of his supposed mystical corruption of the tsar and his family have led to the coining of the word Rasputinism, defined by the Oxford English Dictionary as ‘the exercise of corrupting influence over a government or ruler’.
https://books.google.gr/books?id=M_uwDwAAQBAJ&pg=PA21
Νομίζω ότι ο πρώην υπουργός θα αντιλαμβανόταν αυτή τη διττή διάσταση αρκεί να άκουγε την παλιά επιτυχία των Boney M.
https://www.lyrics.com/lyric/19934/Boney+M./Rasputin
Για να μην πω ότι δεν αποκλείεται να «έλεγε τον εαυτό του Ρασπούτιν» ακριβώς επειδή το όνομα κουβαλά και τις δύο σημασίες. Όχι, όχι, αποκλείεται…
[η κ. Ράικου] κατάλαβε ότι πίσω από όλα αυτά ήταν «ο γνωστός για τις ρασπουτινικές του μεθοδεύσεις αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης Παπαγγελόπουλος». Μάλιστα εμφανίζεται να καταθέτει ότι ο ίδιος ο κ. Παπαγγελόπουλος επαίρονταν για το «πόσο καλά σχεδίαζε και μεθόδευε καταστάσεις που παγίδευαν οποιονδήποτε στεκόταν εμπόδιο στην θέλησή του» και ότι «αυτάρεσκα αυτοαποκαλούνταν ως Ρασπούτιν, λέγοντας χαρακτηριστικά: “Όσοι με ξέρουν καλά, έτσι με λένε”». Μάλιστα φέρεται να σημειώνει ότι για αυτό τον αποκαλούσε και η ίδια Ρασπούτιν όπως και άλλοι.
https://www.tovima.gr/2019/09/24/po...opoulos-aytareska-aytoapokalountan-raspoutin/
Βλέπω ότι ο κ. Παπαγγελόπουλος έκανε προχτές στη Βουλή την εξής δήλωση κατά τη διάρκεια της μακράς παρέμβασής του:
«Είναι και ανιστόρητη. Ισχυρίζεται ότι αυτοαποκαλούμαι Ρασπούτιν. Για ιδιότητες… μηχανορραφίες, ίντριγκες, σκευωρίες, παρεμβάσεις. Που όμως δεν αποδίδονται στον Ρασπούτιν, αλλά σε άλλα ιστορικά πρόσωπα. Θα μπορούσα να αποκαλώ τον εαυτό μου αν είχα αυτές τις ιδιότητες Μακιαβέλι, Μέτερνιχ, Ταλεϋράνδο… όπως θέλετε, δεν θυμάμαι άλλους. Ο Ρασπούτιν έμεινε στην ιστορία όχι για μηχανορραφίες, ίντριγκες, σκευωρίες… αλλά για κάποια φυσικά του προσόντα και για τη θεωρία του ότι το αχαλίνωτο σεξ οδηγεί στην απόλυτη εξάντληση και μετά στη θέωση. Είναι άλλη μια απόδειξη ότι εγώ ποτέ δεν είπα τον εαυτό μου Ρασπούτιν!»
https://www.youtube.com/watch?v=a9ebbGgE1rw
Δεν θα ήθελα να κρίνω το παραπάνω μέρος των δηλώσεων ως προς την υπερασπιστική ισχύ του, αλλά αναρωτήθηκα αν πράγματι ο Ρασπούτιν αποτελεί σύμβολο του αχαλίνωτου σεξ και μόνο. Δυστυχώς, τα ελληνικά λεξικά δεν έχουν εγγραφές για τον Ρασπούτιν και το επίθετο ρασπουτινικός, για να δούμε τις μετωνυμικές διαστάσεις των λέξεων. Οπότε στράφηκα στα αγγλικά λεξικά μου, όπου διαπιστώνω ότι οι λέξεις κουβαλούν και τις δύο σημασίες:
Στο OED:
Rasputin
The acquired name (lit. ‘debauchee’) of Grigory Yefimovich Novykh (c 1872–1916), mystic and favourite at the court of the Russian Emperor Nicholas II, used allusively of one who resembles Rasputin in exercising an insidious or corrupting influence over another or (esp.) over members of the governing class.
Rasputinism, the principles and practices held to be characteristic of Rasputin, chiefly with reference to his libertinism and his corrupting influence over government.
Στο ODE:
Rasputinism
The principles and practices considered characteristic of Rasputin, especially debauchery or the exercise of corrupting influence over a government or ruler.
https://www.lexico.com/en/definition/rasputinism
Ορίστε και μια πιο μακροσκελής εξήγηση από το The Cabinet of Linguistic Curiosities του Paul Anthony Jones:
The Russian mystic and itinerant monk Grigori Rasputin, known for his creeping influence over Tsar Nicholas II, was born in western Siberia on 21 January 1869.
Rasputin’s involvement in the tsar’s court began in 1906, when he was hired as a faith healer by Nicholas’s wife Alexandra to help treat their young son Alexei’s haemophilia. Out of gratitude, the emperor and his wife came to regard Rasputin as a prophet or mystic of extraordinary power, and as respect for him grew in the tsar’s court, so too did the influence Rasputin could wield over the decisions made and enacted by Nicholas.
By the time Russia became embroiled in the First World War, however, Rasputin had come to be regarded with mounting suspicion, and when Nicholas left St Petersburg to direct the Russian army in the increasingly bloody conflict, the way was paved for Rasputin’s downfall. Left to their own devices, he and Alexandra — a German-born granddaughter of Queen Victoria, accused by some of being a German double agent — became increasingly unpopular, and as the Russian war effort began to falter, Rasputin was assassinated on 30 December 1916 by a group of Russian noblemen who had come to violently oppose his influence.
Quite how much influence Rasputin genuinely had in Nicholas’s court is debatable. Nevertheless, the stories that have since emerged of his supposed mystical corruption of the tsar and his family have led to the coining of the word Rasputinism, defined by the Oxford English Dictionary as ‘the exercise of corrupting influence over a government or ruler’.
https://books.google.gr/books?id=M_uwDwAAQBAJ&pg=PA21
Νομίζω ότι ο πρώην υπουργός θα αντιλαμβανόταν αυτή τη διττή διάσταση αρκεί να άκουγε την παλιά επιτυχία των Boney M.
https://www.lyrics.com/lyric/19934/Boney+M./Rasputin
Για να μην πω ότι δεν αποκλείεται να «έλεγε τον εαυτό του Ρασπούτιν» ακριβώς επειδή το όνομα κουβαλά και τις δύο σημασίες. Όχι, όχι, αποκλείεται…