Recent content by Vrastaman

  1. V

    Λεξιπλασίες (Nonce words)

    Κουαφύρερ Ο αυταρχικός κομμωτής. Λατινιστί: coifführer (εκ των coiffure και führer).
  2. V

    Λεξιπλασίες (Nonce words)

    Δεν θα προβώ σε φτηνά λολοπαίγνια με εκτυπωτές stinkjet κι έτσι.
  3. V

    Λεξιπλασίες (Nonce words)

    τρωκτικό σεξ = gerbilling Περισσότερα εδώ.
  4. V

    Λεξιπλασίες (Nonce words)

    Αλουμινάτι Είδος μασονίας επιτήδειων αλουμινάδων που χρεώνουν μια περιουσία για να σου εγκαταστήσουν τα ευτελή τους κουφώματα, τα κατ' ευφημισμόν "συστήματα αλουμινίου".
  5. V

    Λεξιπλασίες (Nonce words)

    Χα! Η γλώσσα εξελίσσεται μπροστά στις οθόνες μας!
  6. V

    Λεξιπλασίες (Nonce words)

    e-θιμοτυπία Netiquette
  7. V

    Λεξιπλασίες (Nonce words)

    θλιβελούλα Απειλούμενη / αναξιοπαθούσα πανίδα του Ασωπού ποταμού.
  8. V

    Spin-offs και spin-outs

    "Έτερον κότερον" η θυγατρική. Υπάρχει και η έννοια "απόσχισης κλάδου" όταν μια εταιρεία κάνει spin-off συγκεκριμένη δραστηριότητα.
  9. V

    Spin-offs και spin-outs

    Η πιο δόκιμη απόδοση του start-up είναι, πολύ απλά, "νεοσύστατη εταιρεία". Spin-off αποδίδεται από τον επιχειρηματικό κόσμο ως "αποσχισθείσα εταιρεία". Ο νεολογισμός "τεχνοβλαστός" αναφέρεται σε spin-off εταιρείας που ανήκει σε κλάδο υψηλής τεχνολογίας. Όσο και να χτυπιούνται οι κρατικοδίαιτοι...
  10. V

    Λεξιπλασίες (Nonce words)

    Καλoρίφερ: H εξαιρετικής ποιότητος ινδική κάνναβις, εκ του good reefer.
  11. V

    κρατικοδίαιτος =

    Πολύ απλά, state-subsidized.
  12. V

    for all intents and purposes = κατ' ουσίαν

    Εν πάση περιπτώσει...
  13. V

    Λεξιπλασίες (Nonce words)

    λοβοπομπή Πρόκειται για Ελληνική απόδοση του podcast, εκ των λοβός και εκπομπή. Πάμε ένα βήμα πίσω. Η λέξη podcast ετυμολογείται εκ των iPod® και broadcast («εκπομπή»). Πόθεν όμως ο «λοβός»; To 2001, ο Steve Jobs της Apple ανέθεσε στον guru εμπορικών σημάτων Vinnie Chieco να βαπτίσει το...
  14. V

    Λεξιπλασίες (Nonce words)

    Ως τακτικός λημματοδότης του slang.gr θα ήθελα να σάς διαβεβαιώσω ότι η αθέμιτη συμπεριφορά μεμονωμένων ατόμων δεν αντικατοπτρίζει το ήθος και τον επαγγελματισμό που διέπει το slang.gr ή τους καβουροσλανγκόσαυρους που το πλαισιώνουν!
  15. V

    Λεξιπλασίες (Nonce words)

    Ομοφυλλόφιλος Ομοφυλλόφιλος: Αυτός που αγοράζει πάντα την ίδια κατηγορία φυλλάδας, π.χ. αθλητικές, οικονομικές, gossip κοκ. Ομοφυλλοφιλόφιλος: Ο καλύτερος φίλος του ομοφυλλόφιλου! Ομοφυλοφιλοφυλλοφιλόφοβος: Αυτός που απεχθάνεται όσους διαβάζουν μόνο gay τύπο (από σχόλια εδώ)
Top