Λεξιπλασίες (Nonce words)

υβραυλικός
αυλοκόλακας που είναι υπεύθυνος για την παροχή και διοχέτευση ύβρεων

υβρόφιλος
αυτός που απολαμβάνει το να υβρίζει, που ευημερεί χάρη στις ύβρεις (ΣΥΝ. υβροχαρής)

ενυβρείο
οποιουδήποτε μεγέθους δεξαμενή (και μτφ. — λ.χ. ιστολόγιο, τηλεοπτική εκπομπή) στην οποία φιλοξενούνται υβρόβια όντα και συνήθως διακοσμείται με υβρόφυτα

υβροφόρος ορίζοντας
νοητή επιφάνεια που αντιπροσωπεύει τη στάθμη των ύβρεων σε έναν τόπο
 
Πω, πω! Εσύ έκανες ολόκληρη υβραυλική μελέτη!
Να προσθέσω τον υβροβιότοπο, την υβρόγειο και το υβρογόνο
 
Κονομαρχία: α. η αρχή της ιδιοποίησης δημοσίου χρήματος∙ το σύνολο των νόμων που διέπουν τη συλλογή, τη διαχείριση και την ορθολογική διασπάθισή του
β. δημόσιο κτίριο το οποίο στεγάζει κονομαρχιακές υπηρεσίες και δραστηριότητες
 
Οι κονομάρχες προφανώς θα θελήσουν να αποφύγουν το επόμενο:

Εφ' όλης και προώλης
Συζήτηση για όλες τις πλευρές της ανηθικότητας και της διαφθοράς.
 
Πηδωλολατρία: η πεποίθηση ότι συνεχείς συνευρέσεις με έναν ή περισσότερους συντρόφους αποτελούν την (συν)ουσιαστικότερη πηγή ζωντάνιας
 
Πηδάριθμος: το σύνολο των ερωτικών συντρόφων ενός ατόμου.
πχ. Τι πηδάριθμο έχεις;

Διασταυρωμένη αλήθεια: οι άντρες δίνουν πάντα μεγαλύτερο πηδάριθμο από τον πραγματικό (για ευνόητους λόγους), ενώ οι γυναίκες δίνουν πάντα μικρότερο (για ευνόητους λόγους).
 
τηλωσίας
μειωτικός χαρακτηρισμός για ομοφυλόφιλο, ο οποίος αρχικά σκόπευε να παντρευτεί με το σύντροφό του στην Τήλο, αλλά κατόπιν (συνήθ. ύστερα από πίεση) αποκήρυξε δημόσια τα φρονήματά του υπογράφοντας σχετική δήλωση. [λεξ. διασταύρωση Τήλος + δηλωσίας]
 
Ψυχραναγκασμός: διαταραχή που πλήττει τους εργαζόμενους σε πολλές εταιρίες/ υπηρεσίες/ τράπεζες του λεκανοπεδίου κατά τους καλοκαιρινούς μήνες. Κύριο σύμπτωμα είναι η εμμονή να διατηρούν -μέσω κλιματισμού- τη θερμοκρασία του χώρου στους 17 βαθμούς (ενώ έξω έχει 33) με αποτέλεσμα να τουρτουρίζουν.

Αν τον Ιανουάριο η θερμοκρασία του χώρου εργασίας τους ήταν στους 17 βαθμούς, θα έκαναν απεργία.
 
Ψυχραναγκάζω: τακτική αφεντικών, προϊσταμένων, διευθυντών κλπ να μετατρέπουν τους χώρους εργασίας του λεκανοπεδίου σε σιβηρικό στρατόπεδο συγκέντρωσης, παρά τις διαμαρτυρίες των εργαζομένων.

"-Μα κύριε Σταλινίσκο μου, 17 βαθμούς; Θ' αρπάξουμε καμιά πούντα!
-Πας καλά, Κακομοιρίδη; Εδώ σκάει ο τζίτζικας."
 
Ψυχραναγκάζω: τακτική αφεντικών, προϊσταμένων, διευθυντών κλπ να μετατρέπουν τους χώρους εργασίας του λεκανοπεδίου σε σιβηρικό στρατόπεδο συγκέντρωσης, παρά τις διαμαρτυρίες των εργαζομένων.

Εγώ στο τραμ τον παθαίνω τον ψυχραναγκασμό μου...
 
Πραγματικά, μου διέφυγαν εντελώς τα ΜΜΜ που κλιματίζονται!

(έχω τουρτουρίσει και σε μπλε λεωφορείο, βγήκα κι εγώ μπλε από εκεί μέσα! Στρουμφοκατάσταση.)
 
σιβηριτισμός : η μαλθακότητα του σύγχρονου πολιτισμού, ο οποίος δημιουργεί περιβάλλον εργασίας σιβηρικού ψύχους για να μη φαίνεται πόσο ιδροκοπούμε για τον επιούσιο.
 
Υστεριόγραφο: πρόσθετο σημείωμα στο τέλος επιστολής ή κειμένου που πηγάζει από υστερία του γράφοντος ή που προκαλεί υστερία στους άλλους.
 
Last edited:
Αδελχώνω= από το αδελφός κ χώνω. Σημαίνει τη μη συμφιλίωση. Δεν συνενώνω αδελφικά, δεν συμφιλιώνομαι, παρά τα χώνω κανονικά στον άλλον που θεωρούσα αδελφό.
 
παιζογέφυρα
1. η γέφυρα που προάγει το παιχνίδι 2. η γέφυρα που παίζει με τα νεύρα μας (π.χ. λόγω πυκνής κίνησης ή υψηλού κόστους κατασκευής)

παιζοναύτης
ο γιαλαντζί άνδρας των Ειδικών Δυνάμεων, αυτός που μόνο κατ' όνομα υπηρέτησε στους Πεζοναύτες (ήταν π.χ. ο βοηθός του ιερέα του Τάγματος), αυτός που το παίζει και καλά εκπαιδευμένος σε αποβάσεις
 
Θέλεις να βρίσεις, να αισχρολογήσεις, να χυδαιολογήσεις όσο πιο βρόμικα γίνεται, αλλά δεν γνωρίζεις πώς λέγεται αυτό; Lexilogia to the rescue! Μα, φυσικά, αναφερόμαστε στις βρωμολοχίες [λεξ. διασταύρωση βρόμικος + βωμολοχίες] — οι οποίες ήδη έχουν και ευρήματα. Προσοχή να μην συγχέονται οι βρωμολοχίες με τους βρομολοχίες (ήγουν τους βρομιάρηδες —κυριολεκτικά ή μεταφορικά— λοχίες), όπως την πάτησαν τούτοι 'δώ. :D
 
Άκουσαν κάποιοι την παραίνεσή σου να μην μπερδεύουμε στη μέση τους λοχίες και να και οι βωμολογίες (ένα βήμα από τις βρομολογίες κι αυτές).
 
Ρε μπας κι οι βωμολογίες είναι οι επί του βωμού* ομολογίες (ότι π.χ. τα μάγκωσες απ' τη Μίζενς);

*ενν. ο βωμός των πολιτικών σκοπιμοτήτων
 
Κρυψώνιο: αυτάρεσκος οργανισμός μεν, που χαρακτηρίζεται από στοιχεία μετριοφροσύνης και διάθεση αυτοκριτικής δε

Ψοφήμη: πληροφορία που έχει χάσει προ πολλού τη ζωντάνια της και ως εκ τούτου δεν ενδιαφέρει πλέον κανέναν
 
Back
Top