metafrasi banner

muting, silencing = σίγαση

nickel

Administrator
Staff member
Μου φάνηκε περίεργο που τα λεξικά δεν έχουν το ουσιαστικό τού σιγάζω — και εννοώ τη σίγαση, όχι τον σιγαστήρα. Το ΠαπΛεξ έχει τη σίγαση, το ΛΝΕΓ δεν την έχει. Τώρα με τα τηλέφωνα είναι πολύ στη μόδα η σίγαση του ήχου ή του κουδουνίσματος, αλλά με την ευκαιρία ορίστε και μερικά λήμματα από teleterm:

muting, silencing = σίγαση, φίμωση
audio mute = ακουστική σίγαση
mute facility = διάταξη σίγασης (δέκτη)
receiver mute facility = διάταξη σίγασης δέκτη
muting/echo control = έλεγχος σίγασης/ηχούς
mute circuit = κύκλωμα σίγασης
 

Zazula

Administrator
Staff member
Μου προξενεί εντύπωση πάντως που πετάς έτσι ασχολίαστο το silencing, ιδίως όταν δεν έχει μπει στην κουβέντα η σίγηση (και πρέπει να τη φέρνω εγώ :)).
 

nickel

Administrator
Staff member
Έχεις δίκιο. Έχουμε και τη σίγηση από το σιγώ. Πάλι μόνο στο ΠαπΛεξ τη βρίσκω, όπως και τη σίγαση.
 

Zazula

Administrator
Staff member
Έχεις δει όμως πόσα πεδία (γλωσσολογία, βιολογία κ.ά.) έχους όρους (και σύμπλοκους) με σίγηση = silencing;
 

nickel

Administrator
Staff member
Όχι. Μάλλον δεν πρόσεξες τη σκυτάλη που σου έχωσα στο τσεπάκι.
 
Με πρόλαβε ο Ζάζουλας. Η πρώτη μου επαφή με το θέμα ήταν, νομίζω, η σίγηση του αντίπαλου πυροβολικού. Ίσως κατά το προτιμώ-προτίμηση και επειδή τα ρήματα σε -άω/ώ αναπτύσσουν ήτα στους συνοπτικούς χρόνους.
 

Zazula

Administrator
Staff member
Στον Στρατό η σίγηση χρησιμοποιείται από παλιά (βλ. κ. σίγηση ασυρμάτου), ενώ τη βλέπω και στο ΠΔ362/1984 για «σίγηση μεγαφώνου».
 

nickel

Administrator
Staff member
Μια και αναφέρθηκε η σίγηση και σε άλλο νήμα (εδώ), θα τη βρούμε και στο Χρηστικό με τις εξής σημασίες:

1. ΓΡΑΜΜ. μη εκφορά συμφώνου ή φωνήεντος, αποβολή
2. ΒΙΟΛ. καταστολή της έκφρασης γονιδίου κατά τη μεταγραφή του DNA
3. (σπάν.) σίγαση: ~ συναγερμού
 
Top