metafrasi banner

embargo

Εκτός από το εμπάργκο (την «κωλυσιπλοΐα» που λέει το G-Word), ο όρος χρησιμοποιείται και με την έννοια της απαγόρευσης της δημοσίευσης/κοινοποίησης ενός κειμένου για ορισμένο χρονικό διάστημα. Ο ορισμός στη Wikipedia:
In academic publishing, an embargo is a period during which access is not allowed to certain types of users.
Πώς το λέμε αυτό στα Ελληνικά;
 
Το ΛΝΕΓ δεν έχει το δημοσιογραφικό εμπάργκο, το οποίο κυκλοφορεί ευρύτατα από το 1975 περίπου. Έχει το εμπάργκο του Διεθνούς Δικαίου, με ελληνική λέξη τον ειργμό! Πόσο να σταυροκοπηθώ;

Η κωλυσιπλοΐα έχει και μια ιστορία τουλάχιστον.
 
Αυτό που ορίζει η βίκι θα το έλεγα "περιορισμένης πρόσβασης" ή "με περιορισμούς στην πρόσβαση".
 
Back
Top