metafrasi banner

active hormone

didge

New member
ενεργή ή δραστική ορμόνη;

Νομίζω πως το επίθετο δραστικός είναι πιο συνεπές...
Αναφέρεται σε ορμόνες που σχηματίζονται από προορμόνες σε ένα κύτταρο.
 

nickel

Administrator
Staff member
Τείνω να συμφωνήσω μαζί σου, προτιμώ κι εγώ το δραστική, αν και τα ευρήματα είναι γενικώς μοιρασμένα, όλα από αξιόπιστες πηγές. Βιολογικά ενεργή ή βιολογικά δραστική; Γιά κοίτα πού κολλήσαμε.

Άλλη στιγμή θα το κοιτάξω καλύτερα γιατί έχει μεγάλο και γενικότερο ενδιαφέρον.
 
Ίσως υπάρχει μια μεροληψία ανάλογα με την οπτική γωνία ή το επίπεδο που εξετάζει κανείς: σε επίπεδο μορίου, χρησιμοποιείται πιο συχνά το ενεργός (π.χ. active site > ενεργό κέντρο ενός ενζύμου), ενώ σε επίπεδο οργανισμού (π.χ. στην ιατρική) προτιμάται το δραστικός (active ingredient > δραστικό συστατικό). Δεν πρόκειται βέβαια για απόλυτη διάκριση - προσωπική προτίμηση θα το έλεγα.
 

didge

New member
Μοιράζομαι κάποιες σκέψεις.
Νομίζω πως η προτίμηση του dharvatis, ως γνώστη του πεδίου άλλωστε, είναι προς τη σωστή κατεύθυνση.
Δηλαδή αν η ορμόνη σύμφωνα με τη Wikipedia είναι η χημική ουσία που παράγεται στον οργανισμό, κυκλοφορεί στο αίμα και έχει ειδική ρυθμιστική δράση στη δραστηριότητα συγκεκριμένων κυττάρων ή οργάνων του σώματος., τότε θεωρώ πως το δραστήριος και το ενεργός* περιγράφουν καλύτερα το active.
Επίσης, από το ιατρικό του Merriam-Webster active: capable of acting or reacting especially in some specific way <an active enzyme> <active nitrogen>

*Από τον Τριανταφυλλίδη:
Ενεργός είναι αυτός που δρα, δηλαδή ο δραστήριος και όχι π δραστικός ενεργός -ός / -ή -ό [enerγós] Ε16 : 1.(για πρόσ.) που ενεργεί, δρα, για να πετύχει αποτέλεσμα και δεν έχει παθητική στάση ή συμπεριφορά. ANT ανενεργός: Tα ενεργά μέλη ενός συλλόγου· (πρβ. δραστήριος). Ενεργοί πολίτες. ANT παθητικός: Ο οικονομικά ~ πληθυσμός, εργαζόμενοι, επαγγελματίες κτλ. 2. που γίνεται με τρόπο ενεργητικό, δραστήριο 3. (γεωλ.) Ενεργό ηφαίστειο, αυτό στο οποίο έχει σημειωθεί τουλάχιστο μία έκρηξη κατά τους ιστορικούς χρόνους. ANT σβησμένο. ενεργά & (λόγ.) ενεργώς ΕΠIΡΡ ενεργητικά. ANT παθητικά: Συμμετείχε ~ στη συζήτηση.
δραστήριος -α -ο [δrastírios] Ε6 : που αναπτύσσει έντονη και πολύμορφη δράση:
δραστικός -ή -ό [δrastikós] Ε1 : 1. για κτ. που δρα, που ενεργεί πολύ αποτελεσματικά και συνήθ. και πολύ γρήγορα
Οι ορμόνες δρουν στα κύτταρα, επηρεάζουν τη δραστηριότητα των κυττάρων. Μάλιστα, "πηγαίνουν" σε συγκεκριμένα κύτταρα, στα κύτταρα-στόχους, που διαθέτουν υποδοχείς ειδικά για αυτές. Μια συγκεκριμένη "ομάδα" ορμονών, για ένα συγκεκριμένο αποδοχέα, σε ένα συγκεκριμένο κύτταρο. Οπότε η συγκεκριμένη "ομάδα" ορμονών είναι δραστική στο συγκεκριμένο κύτταρο. Έτσι όταν οι ορμόνες συντίθενται από τις προορμόνες είναι ενεργές και εν δυνάμει δραστικές.

Ορμόνη:wub:κύτταρο στόχος
Μήπως το παρατράβηξα;:glare:
 
Έτσι όταν οι ορμόνες συντίθενται από τις προορμόνες είναι ενεργές και εν δυνάμει δραστικές.

Έτσι το βλέπω κι εγώ.
Μια που τέθηκε το θέμα, να επισημάνω κάτι που (ξανα)πρόσεξα στα βιολογικά λεξικά: δεν κάνουν τη διάκριση ανάμεσα στο ενεργός και το ενεργητικός. Λένε π.χ. "ενεργή μεταφορά, σε αντιδιαστολή με την παθητική μεταφορά", κάτι που θεωρώ λάθος. Μπορεί στην καθομιλουμένη αυτά τα δύο να είναι συνώνυμα, όπως τα έχει ο Τριανταφυλλίδης, αλλά στη βιολογία πρέπει να διακρίνονται τα ζευγάρια ενεργός/ανενεργός - ενεργητικός/παθητικός - δραστικός/αδρανής. Όπως δεν θα λέγαμε ποτέ "ένα ενεργητικό μόριο", έτσι δεν πρέπει να λέμε "ενεργή μεταφορά" ή "ενεργή ανοσία".
Α, και κάτι άλλο που ανακάλυψα: ένας από τους πολλούς βασικούς όρους που λείπουν από το Λεξικό Κυτταρικής και Μοριακής Βιολογίας των εκδ. Πασχαλίδη είναι το activity!
 
Top