όση - όσο, πολλή - πολύ

Πολύς λόγος γίνεται για το ότι δεν πρέπει να γράφουμε “έχεις πολύ φαντασία” αλλά “έχεις πολλή φαντασία”. Και δε διαφωνώ· αν, βέβαια, γράφαμε ‘πολί’, δεν θα σπαζοκεφαλιάζαμε. Ας δούμε ωστόσο την εξής φράση:

τίποτε δεν δίνει τόση χαρά στην καρδιά όσο ο καπνός.

Βεβαίως, θα πουν κάποιοι ότι πιο σωστό είναι:

τίποτε δεν δίνει τόση χαρά στην καρδιά όση ο καπνός.

Ωστόσο η πρώτη σύνταξη, ‘τόση…όσο’ (που είναι άλλωστε παρμένη από βιβλίο: Δημήτρης Κοπανίτσας, Ένας προεστός του Μυστρά στην Επανάσταση, ΜΙΕΤ, Αθήνα 1998, σ. 192), είναι κοινότατη. Τι βλέπουμε σ’ αυτήν; βλέπουμε ότι το ‘όση’, το επίθετο, γίνεται ‘όσο’, επίρρημα, του τύπου ‘τόσο…όσο’.

Άρα, και η αντίστοιχη μετατόπιση του ‘πολλή’ προς το ‘πολύ’ ίσως να μην είναι πια για θάνατο, αφού πρόκειται για παραπλήσιο φαινόμενο.
 

nickel

Administrator
Staff member
Εγώ πάλι έχω την εντύπωση ότι το πολύ αντί για πολλή είναι 100% ορθογραφικό λάθος όπου μπερδεύονται τα ομόηχα γιατί θα πρέπει να κοντοσταθείς κάθε φορά για να διαλέξεις το σωστό — αποκλείεται να διαλέξεις αυτόματα. Είναι το ορθογραφικό λάθος που θα κάνω αν γράφω αφηρημένος και δεν σκεφτώ (όπως και το λάθος του είδους γράφετε - γράφεται). Το να διαλέξεις το σωστό είναι πολύ απλό, αλλά δεν είναι σαν να πρέπει να γράψεις σωστά το μήνυμα ή τη Μυτιλήνη, όπου μάλλον σε άλλες συνάψεις / διευθύνσεις του μυαλού θα πρέπει να απευθυνθείς. Αν κάποιος κάνει το λάθος σε θεατρικό έργο, απλώς του το διορθώνεις. Και δεν δέχεσαι κανένα επιχείρημα υπέρ του εναλλακτικού.

Το «όσο», όμως, θα το αφήσεις. Όταν λέει «όσο ο καπνός», έχει απομακρυνθεί από το «τίποτε δεν δίνει τόση χαρά στην καρδιά», στο μυαλό του έχει «τίποτε δε σ' ευχαριστεί», οπότε η φυσιολογική συνέχεια είναι το επίρρημα. Είναι συνηθισμένο «λάθος» και το αφήνεις εκεί που είναι μέρος της φυσικότητας του λόγου, το διορθώνεις σ' ένα δοκίμιο (αν το πιάσεις).
 

danae

¥
Μια και επανέρχεται η κουβέντα, θα ήθελα τη γνώμη σας για την ακόλουθη χρήση και την ερμηνεία της:

Φίλος -απόφοιτος διάφορων τμημάτων ξενόγλωσσων φιλολογιών- μου είχε γράψει σε μήνυμα "έχει πολύ κίνηση" και μου είχε εξηγήσει ότι χρησιμοποιούσε το πολύ επιρρηματικά κι ότι θα έγραφε αντίστοιχα "είχε λίγο κίνηση".
 

nickel

Administrator
Staff member
Φίλος -απόφοιτος διάφορων τμημάτων ξενόγλωσσων φιλολογιών- μου είχε γράψει σε μήνυμα "έχει πολύ κίνηση" και μου είχε εξηγήσει ότι χρησιμοποιούσε το πολύ επιρρηματικά κι ότι θα έγραφε αντίστοιχα "είχε λίγο κίνηση".
Όσοι προσέχουν λιγάκι τι λένε, δεν λένε «λίγο κίνηση». Λένε «έχει λίγη κίνηση» ή «βρήκαμε λίγη κίνηση», με έμφαση στο ρήμα ή στο «λίγη» ανάλογα με το τι εννοούν: a little ή σκέτο little. Έμφαση στο ρήμα σημαίνει ότι μας καθυστέρησε η κίνηση, έμφαση στο «λίγη» σημαίνει ότι ήταν ελάχιστη και ήρθαμε στο πι και φι. Το αντίθετο είναι «πολλή». Το «πολύ» είναι καραμπινάτη ανορθογραφία. Εξίσου κακά ελληνικά είναι π.χ. τα «Βάλε μου *λίγο ζάχαρη» / «Δεν βάζω *πολύ ζάχαρη».

Στο τρανσλάτουμ είχανε προ καιρού μια πιο λογική απορία στο ίδιο πλαίσιο: «Βλέπω πολύ Όπρα» ή «Βλέπω πολλή Όπρα»; Η τεκμηριωμένη απάντηση που έδωσε ο Κ. Βαλεοντής δεν άφηνε αμφιβολίες για το σωστό: «Βλέπω πολλή Όπρα».

Τι στο καλό κάνουμε στον πληθυντικό; «Έχει *λίγο ελπίδες» ή «Έχει λίγες ελπίδες»; Και στο αντίθετο υπάρχει περίπτωση να πούμε «Έχει *πολύ ελπίδες»;
 

danae

¥
Χμ, με βάση αυτό που λες για τον πληθυντικό, τότε ίσως το σωστό να είναι "βλέπω πολύ Όπρα", όπως θα λέγαμε "βλέπω πολύ Μικρούς Μήτσους" και όχι "βλέπω πολλούς Μικρούς Μήτσους". Δεν έχω διαβάσει την τεκμηριωμένη απάντηση στην οποία αναφέρεσαι, οπότε εκφράζω μια όχι πολύ δουλεμένη σκέψη.

Όσον αφορά το "βάλε μου λίγο ζάχαρη", ίσως αυτό το "λίγο" να μην είναι ποσοτικό, αλλά το "ποσοτικό ευγενείας", όπως το αποκαλώ εγώ --και το οποίο ξενίζει πολύ τους Κύπριους, τους φαίνεται χαζό και αδικαιολόγητο, όπως μου έχουν πει κάποιοι. Μιλάω γι' αυτό το "λίγο" που χρησιμοποιούμε όταν θέλουμε να ζητήσουμε κάτι, πχ "δώσε μου λίγο το αλάτι/βιβλίο/χχχ" ή "σήκω λίγο, να περάσω". Το χρησιμοποιούμε πολύ στον προφορικό λόγο και δεν έχει κυριολεκτική (ποσοτική) έννοια, απλώς κάνει πιο ήπια την προστακτική.

Όσον αφορά το "πολύ κίνηση", κι εμένα με ξενίζει, όπως και το "λίγο κίνηση", ωστόσο το δεύτερο το ακούω αρκετά συχνά.
 

Alexandra

Super Moderator
Staff member
Μιλάω γι' αυτό το "λίγο" που χρησιμοποιούμε όταν θέλουμε να ζητήσουμε κάτι, πχ "δώσε μου λίγο το αλάτι/βιβλίο/χχχ" ή "σήκω λίγο, να περάσω". Το χρησιμοποιούμε πολύ στον προφορικό λόγο και δεν έχει κυριολεκτική (ποσοτική) έννοια, απλώς κάνει πιο ήπια την προστακτική.
Όπως όταν ο γιος μου πήγαινε ΣΤ' τάξη, μου τηλεφώνησαν από το σχολείο του και μου ανακοίνωσαν (μαλακά, για να μην τρομάξω πολύ), "Ο Πάνος έσπασε λίγο το χέρι του".
 

nickel

Administrator
Staff member
Χμ, με βάση αυτό που λες για τον πληθυντικό, τότε ίσως το σωστό να είναι "βλέπω πολύ Όπρα", όπως θα λέγαμε "βλέπω πολύ Μικρούς Μήτσους" και όχι "βλέπω πολλούς Μικρούς Μήτσους".
Έχεις δίκιο. Αν γυρίσουμε στην ονομαστική, θα πούμε:
ο πολύς Λαζόπουλος κάνει κακό στην πνευματική υγεία
η πολλή Όπρα κ.λπ.
οι πολλοί Μικροί Μήτσοι κάνουν κακό
κ.λπ.
όπως και: τα πολλά βούτυρα κάνουν κακό

Ωστόσο, δεν θα πεις «Βλέπω πολλούς Μικρούς Μήτσους» γιατί το ποσοτικό γίνεται πια σαφώς αριθμητικό, κάτι σαν «κάνουν πουλάκια τα μάτια μου».
Οπότε το «Βλέπω πολύ Μικρούς Μήτσους» έχει ένα σαφώς επιρρηματικό «πολύ», ίδιο με «Βλέπω Μικρούς Μήτσους πολύ» και «Βλέπω Μικρούς Μήτσους συχνά».

Στην περίπτωση της Όπρας, με αναγκάζεις να πω ότι δεν είναι λάθος το «Βλέπω πολύ Όπρα» επειδή θα σήμαινε «Βλέπω Όπρα πολύ / συχνά», αλλά η λογική της πρότασης και η έλξη είναι υπέρ του ποσοτικού επιθέτου και θα προτιμούσα να γράψω «πολλή». Πάντως η διαφορά γίνεται σαφής στη μετάφραση: I watch a lot of Oprah και I watch Oprah a lot.
 

Zazula

Administrator
Staff member
[...] ξενίζει πολύ τους Κύπριους, τους φαίνεται χαζό και αδικαιολόγητο.
Υπάρχει κάτι στην ελλαδίτικη βερσιόν των ελληνικών που ξενίζει τους Κύπριους; :rolleyes: Έμελλε λοιπόν να το ακούσουμε κι αυτό!!! :D Εμ βέβαια, αυτοί βολεύονται με το πολλά, στο στυλ «εν πολλά καλός τζαι άρεσέ μου», που φυσικά δεν ξενίζει κανέναν... :)
 

danae

¥
Ζάζουλα, λίγα λόγια για τους Κύπριους, γιατί έχεις να κάνεις με φανατική οπαδό και της κυπριακής βερσιόν των ελλαδίτικων ελληνικών και της Κυπριακής γλώσσας! :cool:(Με εξαίρεση τις αγγλικούρες του στυλ "απολογούμαι" και "είναι πολλά cute").

Αυτό που με τρέλανε --και μου φάνηκε ιδιαίτερα όμορφο γιατί έβαλε την ποίηση στο χώρο της τεχνολογίας-- είναι το "θωρείς την οθόνην τζαι λαλεί σου" αντί για το "κοιτάς την οθόνη και σου λέει" που μου είχε πει ένας ιδιοκτήτης ίντερνετ καφέ. Και, φυσικά, το "παρκούι" και τα "φιλούθκια" αντί για το "παρκάκι" και τα "φιλάκια". Και το "αγαπώ σε πολλά", μια και αναφέρθηκες στο "πολλά". ;)
 

daeman

Administrator
Staff member
Σχετικό: http://www.lexilogia.gr/forum/showthread.php?t=5687

[...]Οπότε το «Βλέπω πολύ Μικρούς Μήτσους» έχει ένα σαφώς επιρρηματικό «πολύ», ίδιο με «Βλέπω Μικρούς Μήτσους πολύ» και «Βλέπω Μικρούς Μήτσους συχνά».
Προφορικά, θα προτιμούσα τα άλλα δυο, γιατί αν άκουγα «Βλέπω πολύ Μικρούς Μήτσους», μπορεί αυθόρμητα να ρωτούσα "Πόσο μικρούς;" ;-)
 

Zazula

Administrator
Staff member
Προσωπικά πιστεύω πως αυτός που γράφει πολύ + [θηλυκό ουσιαστικό] σε μία συγκεκριμένη κατηγορία περιπτώσεων (θα εξηγήσω αμέσως παρακάτω το ποιες είναι αυτές) ακολουθεί μια λογική, έναν μηχανισμό (σαν κι αυτόν που περιγράφει η Δανάη στο #3) που καθιστά ορθότερη —ή τουλάχιστον εξίσου ορθή— τη γραφή πολύ (αντί πολλή): Πρόκειται για συγκεκριμένα ουσιαστικά τα οποία στο μυαλό τού ομιλητή περιγράφουν (μέσω συγκεκριμένων συμφράσεων) καταστάσεις ή τα οποία είναι σε ξεκάθαρα επιρρηματική χρήση. Αυτές οι λέξεις δεν έχουν στον λόγο την αμιγή λειτουργία τού ουσιαστικού, όπως π.χ.:

Φυλακή. «Έκανε πολλή φυλακή από μικρός» ή «Έκανε πολύ φυλακή από μικρός»; Τι πά' να πει εδώ το «πολλή φυλακή» — υπάρχει ποτέ περίπτωση να έχει νόημα μια τέτοια σύναψη; Το κάνω + φυλακή δεν σημαίνει ότι την κατασκευάζω τη φυλακή ή κάτι τέτοιο. Οπότε σωστό το «Έκανε πολύ φυλακή από μικρός».

Παρέα / Συντροφιά. «Κάνουμε πολλή παρέα» ή «Κάνουμε πολύ παρέα»; «Του κρατούσε πολλή συντροφιά» ή «Του κρατούσε πολύ συντροφιά»; Τι εννοεί εδώ ο ποιητής; Πώς μπορεί να είναι σωστό λ.χ. το «Κάνουμε πολύ παρέα», όταν λέμε «Κάνουμε καλή παρέα» (δηλ. σεβόμαστε το θηλυκό γένος σε άλλους επιθετικούς προσδιορισμούς); Εδώ βρίσκεται η διαφορά την οποία προσωπικά αντιλαμβάνομαι και προσπαθώ να σας εξηγήσω, πιθανόν δε ατυχέστατα λόγω του ότι δεν τα κατέχω τέλεια αυτά τα πράγματα. Στο «Κάνουμε καλή παρέα», το επίθετο προσδιορίζει το παρέα (δηλ. η παρέα που κάνουμε είναι καλή ποιοτικά). Στο «Κάνουμε πολύ παρέα», το επίθετο προσδιορίζει ολόκληρη τη σύναψη κάνω παρέα (δηλ. συναναστρεφόμαστε πολύ ο ένας τον άλλον). Επομένως «Κάνουμε πολύ παρέα» και «Του κρατούσε πολύ συντροφιά».

Ζέστη. «Πολλή ζέστη, βρε παιδάκι μου» ή «Πολύ ζέστη, βρε παιδάκι μου»; Εσείς θα πείτε ποτέ: «Η ζέστη που έχει σήμερα είναι πολλή»; Όχι, βέβαια! Θα πείτε ότι η ζέστη είναι ανυπόφορη ή οτιδήποτε άλλο χαρακτηρίζει τη ζέστη, σεβόμενοι το θηλυκό γένος τής λέξης, αλλά σε θέση κατηγορούμενου δεν θα βάζατε το πολλή. Αφού λοιπόν δεν γράφουμε ότι η ζέστη είναι πολλή, τότε πώς στο καλό δικαιολογείται το να γράφουμε ότι «κάνει πολλή ζέστη»; Και πάλι, εδώ το πολύ προσδιορίζει πακέτο τη σύμφραση έχει / κάνει ζέστη, με σκοπό να την επιτείνει συνολικά και να δηλώσει ότι το δηλούμενο ισχύει σε μεγάλο βαθμό, και δεν πηγαίνει συγκεκριμένα να πριοσδιορίσει το ποιόν αυτής τής ζέστης. Επίσης, κατ' αναλογία: «Κάνει λίγο ζέστη σήμερα» = Κάνει κάποια ζέστη, και το διαπιστώνουμε πιθανότατα με έκπληξη | «Κάνει λίγη ζέστη σήμερα» = Η ζέστη σήμερα είναι λίγη.

Κίνηση. «Έχει πολλή κίνηση» ή «Έχει πολύ κίνηση»; Κι εδώ έχω την αίσθηση ότι το έχει + κίνηση περιγράφει μια κατάσταση (δηλ. «οι δρόμοι είναι μπλοκαρισμένοι, έχει μποτιλιάρισμα, δεν κουνιέται τίποτα»), οπότε προτιμώ το «Έχει πολύ κίνηση», αφού ο ρόλος τού πολύ είναι να επιτείνει ολόκληρη τη φράση έχει κίνηση. Από την άλλη, όμως, είμαι υπέρ του «Βρήκα πολλή κίνηση», διότι έχω την αίσθηση ότι όντως εδώ το ζητούμενο είναι να προσδιοριστεί η ποσότητα της κίνησης στους δρόμους. Πάλι με το βρίσκω, αλλά στο αντίθετο, κάνω τον εξής λεπτό διαχωρισμό: «Βρήκα λίγο κίνηση» = Η κίνηση που συνάντησα ήταν κάπως μεγαλύτερη από αυτήν που περίμενα (επίρρημα, καθότι προσδιορίζεται ολόκληρη η σύμφραση βρίσκω κίνηση) | «Βρήκα λίγη κίνηση» = Η κίνηση που συνάντησα ήταν λίγη (επίθετο, καθότι προσδιορίζεται το ουσιαστικό κίνηση).

Δουλειά. Άφησα φυσικά για το τέλος το pièce de résistance, τη λέξη που μας δίνει τους περισσότερους σχετικούς πονοκεφάλους. «Έχω πολλή δουλειά» ή «Έχω πολύ δουλειά»; Όταν η δουλειά είναι όντως πολλή, τότε το να γράψουμε πολύ είναι λάθος: Η πολλή δουλειά τρώει τον αφέντη, Έχω πολλή και συνεχή δουλειά (ΛΚΝ). Και, όταν έχουμε πολλή δουλειά, είναι λογικότερο (σε ένα μετρήσιμο ουσιαστικό, όπως η δουλειά), να χρησιμοποιήσουμε τον πληθυντικό· λ.χ. Έχω πολλές δουλειές και δεν αδειάζω (ΛΚΝ). Αλλά το έχω δουλειά μπορεί κάλλιστα να είναι και μια σύμφραση με δικό της νόημα (όπως είδαμε και με άλλες λέξεις πιο πάνω), και συγκεκριμένα με τη σημασία «πνίγομαι στη δουλειά, δεν προλαβαίνω ούτε να ξυθώ», οπότε όταν θέλουμε να επιτείνουμε τη συγκεκριμένη σύμφραση συνολικά, τότε θα γράψουμε φυσικά πολύ: «Έχω πολύ δουλειά». Εδώ δεν αναφερόμαστε στη δουλειά μας κυριολεκτικά, αλλά στην κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε (δηλ. έχουν αρπάξει φωτιά τα μπατζάκια μας). Προς επίρρωσιν έρχεται και το ΛΚΝ:
πνίγω [pníγo] -ομαι [...] Πνίγομαι στη δουλειά, έχω πάρα πολύ δουλειά.
Και η σχετική αντιδιαστολή για την κατανόηση της λεπτής διάκρισης την οποία, εγώ τουλάχιστον, βλέπω: «Έχω πολλή δουλειά τώρα» = Πλέον η δουλειά που έχω είναι πολλή, περισσότερη από όση ήταν μέχρι πρότινος (αναφέρομαι κυριολεκτικά στη δουλειά που κάνω) | «Έχω πολύ δουλειά τώρα» = Πνίγομαι, δεν μπορώ ούτε να σου μιλήσω (αναφέρομαι στο ότι δεν αδειάζω ούτε δευτερόλεπτο, ασχέτως του αιτίου του πηξίματός μου). Γι' αυτό και κατ' αναλογία θα πούμε επίσης: «Έχω λίγο δουλειά τώρα, πάρε με πάλι σε μια ώρα».
 

nickel

Administrator
Staff member
Δεν θα αμφισβητήσω τη χρήση τού λίγο, π.χ. Έκανε λίγο φυλακή. Κάνουμε λίγο παρέα. Κάνει λίγο ζέστη. Είχε λίγο κίνηση. Έχω λίγο δουλειά.
Και δεν θα τα αμφισβητήσω, επειδή υπάρχουν στο διαδίκτυο. Δεν θα τα έλεγα, εκτός αν κάποιο έχει χρονική σημασία, δηλ. Έκανε φυλακή για λίγο.
Πάντως αυτό το λίγο είναι επίρρημα.
Επίρρημα είναι και το πολύ έτσι που το θέλεις. Αν είναι σωστό, προσδιορίζει το ρήμα, όχι το ουσιαστικό. Θα το δείξω με σύγκριση (δηλ. συγκριτικό βαθμό):

Έκανα περισσότερη φυλακή από το Γιώργο.
Κάνουμε περισσότερη παρέα τώρα που μένουν δίπλα.
Κάνει περισσότερη ζέστη όσο ταξιδεύεις προς τον Ισημερινό.
Τις Παρασκευές έχει περισσότερη κίνηση.
Έχω περισσότερη δουλειά από κάθε άλλη φορά.

Όλα τα παραπάνω είναι επίθετα, συγκριτικός τού πολλή.
Να προσπαθήσω να φτιάξω και με το επίρρημα περισσότερο, συγκριτικό του πολύ:
Έκανε φυλακή περισσότερο από βλακεία του δικηγόρου του.
Σωστό είναι το Έκατσε πολύ στη φυλακή, αλλά Έκανε πολλή φυλακή / λίγη φυλακή / ελάχιστη φυλακή.

Κάνουμε περισσότερο παρέα τον τελευταίο καιρό.
Εδώ το θεωρώ επίρρημα στο «κάνουμε παρέα». Όπως στο Κάνουμε παρέα πολύ. Αλλά, όπως έγραψα και πιο πάνω, όταν βάζεις τη λέξη μπροστά από ουσιαστικό, γίνεται επίθετο στο μυαλό των περισσοτέρων.

Κάνει περισσότερο ζέστη το πρωί. Όπως στην προηγούμενη παράγραφο.
Λιγότερο ικανοποιητικά τα:
Έχει περισσότερο κίνηση
Έχω περισσότερο δουλειά


Όλα είναι πολύ πιο φυσικά με το θηλυκό. Και το ΛΚΝ, άλλωστε, έχει το πολλή δουλειά 21 φορές. Στα λήμματα μεριά και στιγμή με το έχω:
Από τη μια μεριά θέλω να πάω διακοπές, από την άλλη έχω πολλή δουλειά.
Έχω πολλή δουλειά, δε μου μένει ούτε (μια) στιγμή ελεύθερη.

Και 7 φορές πολλή ζέστη. Θεωρώ ανορθογραφία το έχω πάρα *πολύ δουλειά εκεί.

Αλλά τώρα έχω πολλή νύστα. Και πολλές δουλειές μόλις σηκωθώ.
(Από την πολλή νύστα ξέχασα να πατήσω το κουμπί να φύγει... Καλημέρα.)
 

pidyo

New member
Μερικές φορές δεν βοηθάει κι αυτή η άτιμη η ελληνική με τις πολλές επιλογές της. Το Μανδραβέλειο "έχει χυθεί πάρα πολύ μελάνη" είναι αποτέλεσμα μιας αλυσίδας από κακοτοπιές. Στο συχνότερο "έχει χυθεί πάρα πολύ μελάνι" γίνεται η επιλογή του ευπρεπισμού του μελανιού ως μελάνης, χωρίς όμως να αλλάξει γένος και το πολύ, με αποτέλεσμα να μετατραπεί -λανθασμένα- σε επίρρημα.
 
Να αναστήσω το νήμα γιατί βρήκα μια παλιά περίπτωση του λάθους "έχω πολύ δουλειά":
«είχον πάρα πολύ εργασίαν», Διάπλασις των Παίδων, 29.8.1898, σ. 287 (στήλη: Αλληλογραφία της Διαπλάσεως -που μάλλον την έγραφε ο Ξενόπουλος).
 

nickel

Administrator
Staff member
Κρίμα... Πίστευα ότι στην καθαρεύουσα ο κόσμος θα σκεφτόταν «πολλήν εργασίαν» και θα απέφευγε το λάθος. Έπεσε κι αυτό το οχυρό. :(
 
Νεκρανάσταση νήματος: πέτυχα κάπου «πολλή καλημέρα σας» και, ψάχνοντάς το, είδα ότι τα ευρήματα για «πολύ καλημέρα σας» είναι πολύ περισσότερα. Μπορεί κάποιος να μου επιβεβαιώσει ότι αυτός ο τρόπος γραφής (πολύ) είναι ο μόνος σωστός, και να μου εξηγήσει γιατί;
 

daeman

Administrator
Staff member
...
Πολύ καλή μέρα σας > πολύ καλημέρα σας.

Το «πολλή καλημέρα σας» είναι πεζή και στρεβλή εφαρμογή γραμματικής (επίθετο προσδιορίζει ουσιαστικό) χωρίς να ληφθεί υπόψη το νόημα, αφού στον χαιρετισμό το «καλημέρα» λειτουργεί συντακτικά σαν επιφώνημα και όχι σαν ουσιαστικό.
Pedantry at its worst.

Σαν να λέμε «Πολλή καλή (Μεγάλη) Σαρακοστή» :rolleyes:, λες και μπορεί η Μεγάλη Σαρακοστή να διαρκέσει πάνω από 48 μέρες.
 
Και τόσο πολύ είναι!

Επειδή είναι επιφώνημα ρώτησα κι εγώ, αλλά αυτό το μικρό κενό στην καλημέρα αμέσως τα κάνει πιο λιανά. :)
 
Top