διασπορά

nickel

Administrator
Staff member
διασπορά
  1. (διασκορπισμός, π.χ. θραυσμάτων) dispersion, scattering (e.g. of fragments)
    διασπορά κινδύνων = distribution of risk, spreading of risk
    όπλα διασποράς = cluster munitions
  2. (διάδοση, π.χ. φημών) dissemination, spreading (e.g. of rumours)
    διασπορά ψευδών ειδήσεων = dissemination of false information / news
  3. (διασκορπισμός ή οι διασκορπισμένοι στα ξένα) diaspora (e.g. the Greek diaspora, Greeks of the diaspora)
    ομόλογα διασποράς = diaspora bonds

Τα ομόλογα διασποράς δεν ανήκουν στα όπλα.
http://www.guardian.co.uk/business/2011/mar/28/greece-diaspora-bonds
 

Zazula

Administrator
Staff member
Διασπορά ονομάζεται και ο χώρος όπου βρίσκονται οι οικίες τού μόνιμου προσωπικού στην ΠΑ. Κάποια ευρήματα (όπου και η διαβόητη «Διασπορά τού θανάτου»). Παραδείγματα χρήσης:

Αεροδρόμια διασποράς είναι αεροδρόμια στα οποία δεν εδρεύουν μόνιμα αεροπορικές δυνάμεις, αλλά στα οποία προωθούνται αεροσκάφη σε περιόδους πολέμου ή κρίσης, για λόγους ετοιμότητας, προγραμματισμένα στα πλαίσια της εκπαίδευσης, στην πυροσβεστική περίοδο κλπ. Και τα σχετικά ευρήματα.
 
Top