Συνίζηση και ορθογραφία

Zazula

Administrator
Staff member
Για το υφέν πρόκειται; (Το 'χα δει κάπου κι εγώ σε τέτοια χρήση, θυμάμαι.) Τότε γιατί δεν το είπε «υφέν» και το 'πε «περισπωμένη»; :confused:
 

Zazula

Administrator
Staff member
Είναι ανάποδο υφέν.
Γιατί να βάλει κάποιος το ανάποδο υφέν, όταν όλες οι πηγές δίνουν γι' αυτήν τη χρήση το κανονικό;
 

Zazula

Administrator
Staff member
Πάντως το δικό μου Πρωίας (που 'ναι η έκδοση με το Συμπλήρωμα) έχει μια απλή παυλίτσα κάτω απ' το γιώτα στη λ. δίκιο.
 

Earion

Moderator
Staff member
Τέλος πάντων, κοιτάζω πρόχειρα (δεν μου 'ρχεται στο μυαλό, ξέρεις πώς την παθαίνεις όταν είσαι βέβαιος ότι κάπου έχεις δει κάτι, αλλά πού;), και βλέπω ότι χρησιμοποιούσαν και τα δύο, δηλαδή και κανονικό υφέν και αντεστραμμένο. Ανάλογα, φαντάζομαι, με ό,τι διέθετε η κάσα του στοιχειοθέτη.
 

nickel

Administrator
Staff member
Ενώ ο Δημητράκος (για να το πούμε κι αυτό) δεν έχει τέτοια σκουληκάκια.
 

Zazula

Administrator
Staff member
Τέλος πάντων, κοιτάζω πρόχειρα (δεν μου 'ρχεται στο μυαλό, ξέρεις πώς την παθαίνεις όταν είσαι βέβαιος ότι κάπου έχεις δει κάτι, αλλά πού;), και βλέπω ότι χρησιμοποιούσαν και τα δύο, δηλαδή και κανονικό υφέν και αντεστραμμένο. Ανάλογα, φαντάζομαι, με ό,τι διέθετε η κάσα του στοιχειοθέτη.
Το κανονικό υφέν έπιανε και τα δύο γράμματα (δλδ και το γιώτα και το όμικρον στη λ. δίκιο· βλ. ΛΝΕΓ λήμμα «υφέν»), ενώ η παυλίτσα στο Πρωίας είναι μόνον κάτω απ' το γιώτα.
 
Το πιο απλό για να δηλωθεί η συνίζηση θα ήταν να απλοποιούσαμε την ορθογραφία και να κρατούσαμε κάποιο από τα περιττά [ι] για να δηλώνει το εκάστοτε ημίφωνο.
 

meidei

New member
Το ανάποδο υφέν συνεχίζει την καριέρα του στην διαλεκτολογία πάντως.


Το πιο απλό για να δηλωθεί η συνίζηση θα ήταν να απλοποιούσαμε την ορθογραφία και να κρατούσαμε κάποιο από τα περιττά [ι] για να δηλώνει το εκάστοτε ημίφωνο.
Το ι απο λογu τu μνησκη αφονο, και μοναχο ποτε δεν προφερετε, μονε χρησημεβη για να σχηματηζuντε η δηφθογγες.
 

Zazula

Administrator
Staff member
Το ανάποδο υφέν συνεχίζει την καριέρα του στην διαλεκτολογία πάντως.
Απ' όσο μπορώ να δω στη φωτό, meidei, το υφέν κάτω απ' τα διά και τιά είναι κανονικό, όχι ανάποδο.
 

nickel

Administrator
Staff member
Φαντάζομαι ότι το υφέν είναι η πιο παραστατική λύση για να δείξουμε τη συνεκφώνηση των φωνηέντων στη συνίζηση, αλλά αυτό κι αν είναι δύσκολο να το κάνω στο πληκτρολόγιό μου αν δεν μου το εξηγήσετε. Το σύμβολο θυμίζει τη σύζευξη (tie) της μουσικής και είναι το μισοφέγγαρο κάτω από δύο φωνήεντα. Δεν ξέρω καν πώς το λένε στα αγγλικά, αφού άλλο πράγμα είναι πια για την αγγλική το hyphen. Και βέβαια, μη λέτε «υφέν» το σημαδάκι κάτω από το ι.
 

Zazula

Administrator
Staff member
Το σύμβολο θυμίζει τη σύζευξη (tie) της μουσικής και είναι το μισοφέγγαρο κάτω από δύο φωνήεντα. Δεν ξέρω καν πώς το λένε στα αγγλικά, αφού άλλο πράγμα είναι πια για την αγγλική το hyphen.
Δεν υπάρχει «δεν ξέρω», υπάρχει «βαριέμαι να γκουγκλάρω»...
δίκι͜ο....δίκι͜ο
.
Στα Calibri δείχνει τέλεια. Και λέγεται «double breve below»: http://www.fileformat.info/info/unicode/char/35c/index.htm
 

nickel

Administrator
Staff member
Βρήκες ότι τη λέμε combining double breve below (όσο αντιδράς σαν τη Δαμανάκη, τόσο θα σε αφήνω να τα βρίσκεις εσύ). Θα μας πεις τώρα και το κόλπο που βάζουμε, ας πούμε αυτό το πράγμα με την τετραλεκτική ονομασία, κάτω από ένα ελληνικό «ιο». Με απλούστερα λόγια από εκείνα στην ιστοσελίδα...
 

Zazula

Administrator
Staff member
Πληκτρολογείς το γιώτα, πληκτρολογείς 035C και μετά πατάς Alt-X μαζί, και τέλος πληκτρολογείς το όμικρον.
 

Zazula

Administrator
Staff member
Βρήκες ότι τη λέμε combining double breve below.
Το «combining» ΔΕΝ είναι μέρος της ονομασίας, είναι δηλωτικό πως πρόκειται για combining diacritical. ΔΕΝ είναι τυχαίο που έγραψα ΜΟΝΟ «double breve below».
 

nickel

Administrator
Staff member
Καλά περιέγραψες τη διαδικασία, αυτό ήθελα. Το πρόβλημα είναι ότι το σύμβολο έχει σταθερό μήκος και δεν μοιράζεται καλά ανάμεσα στα δύο γράμματα.
Απορώ τι έκαναν στο ΛΝΕΓ, λήμμα υφέν.
 

daeman

Administrator
Staff member
Η αποσυνιζοποίηση είναι πρωτολογισμός του Γιάννη Η. Χάρη που ασμένως υιοθετώ (εννοώ τον πρωτολογισμό) γιατί περιγράφει ένα φαινόμενο που χρειάζεται περιγραφή. Είναι το φαινόμενο όπου συνιζημένοι τύποι προφέρονται ασυνίζητοι, σαν δύο συλλαβές. Δεν χρειάζεται να στήσουμε αφτί για να διαπιστώσουμε το φαινόμενο. Το βλέπουμε στα γραπτά, σε λέξεις που αποκτούν μια πρόσθετη συλλαβή που δεν την έχουν κανονικά και έρχεται ο τόνος του κτητικού να επικυρώσει την τάση. Δεν θα το καταλάβουμε σε γραφτά αν κάποιος προφέρει π.χ. την καρδιά [karδjá] καρδι·ά [karδiá]. Το βλέπουμε σε λέξεις όπως: βάρδιά (του) [παράδειγμα του Χάρη και ίσως και ρεκόρ: πάνω από 600 ευρήματα στο Altavista, όπου μπορείς να κάνεις σωστό ψάξιμο για διαφορές στους τόνους], σκουπίδιά (σας), έγνοιές (της) κ.ά.


Αποσυνιζοποίηση, η συνέχεια, από τον Γιάννη Χάρη: Τα βαρίδι-α και ο Κυρι-άκος

Σήμερα θέλω να ασχοληθώ με μια ενδεχόμενη αλλαγή πιο σοβαρή –εάν φυσικά επικρατήσει η σχετική τάση–, αλλαγή στη φωνητική αυτήν τη φορά, αλλαγή με σαφές ιδεολογικό πρόσημο, με ειδικό δηλαδή ιδεολογικό βάρος: την όλο και πιο συχνή παραβίαση της συνίζησης.

* Συνίζηση, χωρίς πολλά πολλά, είναι το παλαιότατο φαινόμενο να συμπροφέρονται σε μία συλλαβή δύο γειτονικά φωνήεντα, αναπτύσσοντας συνήθως ένα ημίφωνο ανάμεσά τους: μιλάμε για τον κύρι-ο (ή κύρϊο), αλλά η μέρα του Κυρί-ου (εδώ βεβαίως ο τόνος καταργεί τη συνίζηση) είναι η Κυ-ρια-κή [= Κυργιακή], το ίδιο και ο Κυ-ριά-κος [Κυργιάκος], που μόνο η Ντόρα, ποιος [πχοιος] άλλος, τον λέει Κυρι-άκο [Κυρϊάκο]. Σαφής η ιδεολογία, λοιπόν, ένας συνειδητός ή ασύνειδος, δεν έχει σημασία, καθαρισμός, μια λογιοφροσύνη που θεωρεί λαϊκές, παρακατιανές, τις συνιζημένες λέξεις.

Είπα: «ποιος [πχοιος] άλλος» για την Ντόρα, και ιδού: ποιος, ποια, ποιο, και πιο [πχοιος, πχοια, πχοιο…], έτσι μονοσύλλαβα προφέρουμε όλοι, αλλά λέμε: το ποι-όν και η ποι-ότητα.

Όλοι οι φαντάροι φυλάνε σκο-πιά [σκοπχιά], και Σκό-πια [Σκόπχια] είναι η πρωτεύουσα της Βόρειας Μακεδονίας, και συνεκδοχικά η ίδια η ακατονόμαστη γειτονική χώρα.

Λέμε ατό-φια, φοράμε κο-λιέ, βάζουμε κρα-γιόν στα χείλη. Τα οποία χείλη τα λέμε και χεί-λια, όπως χί-λια, χι-λιάρικο, χι-λιόμετρο· αλλά συνήθως χιλι-οστός, και χιλι-αστές.

Λέμε κανονικά, ασυνίζητο δηλαδή, λόγω τόνου, Ηλί-ας, αλλά Λιά-κος και Άι-Λιας, όπως τσο-λιάς και τσο-λια-δίστικο.

Καθόμαστε στη λια-κάδα, λια-ζόμαστε στον ή-λιο, μιλούμε όμως για το ηλι-ακό ρολόι και το ηλι-ακό σύστημα, μαζί με το κανονικό ασυνίζητο: ηλί-αση. Τρώμε κο-χλιούς, μύ-δια και στρεί-δια, και βόσκουμε τα γί-δια.

Λέμε το βαρίδι, τα βαρί-δια· το σκουπίδι, τα σκουπί-δια, το στασίδι, τα στασί-δια· αλλά το σφαιρίδι-ο, τα σφαιρίδι-α. Κι όμως, συχνά ακούμε τα βαρίδι-α, δύο φορές το είπε πα-λιά σε μια ομιλία του ο τότε αρχηγός της ΝΔ Αντώνης Σαμαράς, κι έτσι οδηγηθήκαμε και στο βαρίδι-ο: αυτή κι αν είναι αλλαγή-καραμπόλα ή ντόμινο. Το ίδιο και τα στασίδι-α, που υπονοούν πως ο ενικός είναι: στασίδι-ο. Σκουπίδι-α και σκουπίδι-ο δεν έτυχε ν’ ακούσω, μα δεν φαντάζομαι ν’ αργήσω.

Λέμε και μία και μια, και καμί-α και κα-μιά, με σημασιολογική κατά κανόνα διαφορά (χωρίς βεβαίως να γράφουμε το ανύπαρκτο και κωμικό «’νια», από το μια-μνια, ενός μεταφραστή!).

Παίρνουμε άδει-α το καλοκαίρι, αλλά η τσέπη μας είναι ά-δεια, α-δειανή.

«Τώρα βάζουμε τα σπαράγγι-α», λέει ο τηλεμάγειρας, ενώ συνάδελφός του απευθύνεται στα «κορίτσι-α».

Λέμε Κά-τια, Ά-ντεια και Νά-ντια. Κι όμως, άκουσα τελευταία την παρουσιάστρια ενός τηλεπαιχνιδιού («τηλέ παιχνιδιού»;) να απευθύνεται σε μια παίκτρια με το Νάντι-α και πάλι Νάντι-α: το ξάφνιασμα ολοκληρώθηκε όταν η ίδια η παίκτρια είπε το όνομά της Νάντι-α· ευτυχώς η ανιψιά μου παραμένει σταθερά Νά-ντια. Η ίδια παρουσιάστρια επέμενε σε κάποιον παίκτη (ή παίκτρια;): «Θέλω να βι-αστείς πιο πολύ» (αφού βεβαίως άλλο το βιά-ζω κάποιον, τον ζορίζω, και το βιά-ζομαι να φύγω, κι άλλο, αλίμονο, το βι-άζω κάποιον/α ή βι-άζομαι). Αξίζει να σημειωθεί, για την έκταση της αλλαγής, πως η συγκεκριμένη παρουσιάστρια είναι μια μάλλον αυθόρμητη λαϊκή νεαρή γυναίκα, χωρίς γλωσσικές ιδεοληψίες κτλ.

* Για να τελειώνουμε, για να συνειδητοποιήσουμε την έκταση αυτού του φαινομένου, λέμε νιά-τα, ζά-ρια, ψά-ρια, μα-λλιά κουβά-ρια, καρά-βια, πά-πια, κουκουνά-ρια, κατά-ντια, κεσά-τια, μά-τια, μα-τιά-ζω, γυα-λιά –δεν έχουν μετρημό. Σαν πόσα θα αναθεωρήσουμε;

Εννοείται πως ο φυσικός ομιλητής –και εδώ– μιλάει έτσι αυθόρμητα, ενστικτωδώς, από μόνος του, από φυσικού του, χωρίς να ξέρει πώς το λένε το φαινόμενο, συνίζηση ή πορτοκάλι, χωρίς να ξέρει θεωρίες και κανόνες –χωρίς να ξέρει καν ότι υπάρχουν θεωρίες και κανόνες, όπως συμβαίνει πάντα με τον φυσικό ομιλητή σε κάθε γλώσσα. Είναι ο αυτοματισμός της γλώσσας, εν προκειμένω οι λεγόμενες αρθρωτικές συνήθειες, που τις αποκτά αυθόρμητα και αβίαστα από παιδί, μαθαίνοντας τη γλώσσα στο φυσικό του περιβάλλον.

Υπάρχει και «αφύσικος» ομιλητής, θα πείτε; Μισοαστεία μισοσοβαρά, θα πω πως ναι. Για την ακρίβεια, υπάρχει ο ομιλητής που επηρεάζεται, άμεσα ή έμμεσα, από τις πλείστες όσες απόψεις για ένδεια, συρρίκνωση, εκφυλισμό, έως και θάνατο, της γλώσσας (κι αυτά, σημειωτέον, πανομοιότυπα από αρχαιοτάτων χρόνων!), για κατώτερη γλώσσα σε σχέση με τη γλώσσα-πρότυπο, την αρχαία, κ.ο.κ. Έτσι, και αφού έχει εσωτερικεύσει αυτή την απαξίωση, την υποτίμηση, της σύγχρονης κατά κανόνα γλώσσας, αναζητεί, συνειδητά ή ασύνειδα, ακολουθεί, μιμείται, ή και προσαρμόζει και δημιουργεί, τον «σωστότερο», τον «ευπρεπέστερο», δηλαδή τον λογιότερο τύπο, τον σπανιότερο, τον πιο εξεζητημένο, τον «ποιοτικότερο» και «απαιτητικό», όπως νομίζει, σύμφωνα με όλο και νεότερες ταξινομήσεις αντιεπιστημονικών εντέλει, και σίγουρα αντιγλωσσολογικών, κύκλων.

Τα αποτελέσματα τέτοιων τάσεων και εγχειρημάτων, προφανή· και κατά κανόνα, στο θέμα μας ιδίως, κωμικά. Μένει να δούμε αν, πού ή ώς πού θα φτάσει η συγκεκριμένη τώρα τάση, και αν θα έχουμε εντέλει κάποια αλλαγή, όπου το νυν αφύσικο θα γίνει φυσικό και νόμιμο για τους επόμενους –κατά τα γνωστά.

* Για την ώρα, συντελεσμένη μοιάζει η αλλαγή π.χ. στη βάρ-δια: βάρδι-α και βάρδι-ες ακούμε κατά κανόνα, αν όχι πάντα, από τους ίδιους τους εργαζόμενους, ίσως γιατί έχουμε εδώ και το δυσπρόφερτο -ρδγ- [οι βά-ρδγιες].

Το ίδιο και ή έ-γνοια, η φροντίδα, που από παλιά συγχέεται, διόλου τυχαία πιστεύω, με βάση όσα είπαμε παραπάνω, με την έννοι-α, λέξεις με μεγάλη σημασιολογική διαφορά: «ο κλιματισμός είναι δική μας έννοι-α» γράφει και λέει μια διαφήμιση.

Αρκεί όμως τόσο. Καλή η ψαρι-ά μας –ή καλά κρασι-ά!
 
Top