Μικρό λεξικό της κυπριακής γλώσσας

unique

Member
άππππαρος: σημαίνει άλογο αλλά επίσης και σιδερώστρα
αχάπαρος: αυτός που δεν έχει ιδέα (χρησιμοποιείται επίσης και το δεν έχεις υπόθεση, είσαι ανυπόθετος)
βέρκα: βέργα
γαντούδκια: γάντια
γαρίλλα: τσίπλα
δακάτω= εδώ κάτω
δαπάνω= εδώ πάνω
διχάλι: δρόμος ο οποίος καταλήγει σε δύο κατευθύνσεις
εκτές: χθες
εσσιέξηξη: το λέμε όταν κάτι δεν μας βγήκε σε καλό
καρούλι σσσιοινούι: μπομπίνα για σχοινάκι μουλινέ
κλατσούδκια: κλατσάκια
κλιπς: σφικτήρες
κουτσακοτήρι: μανταλάκι
λάστικα: λάστιχα
μαντιλιά: πετσέτα
μασσσιαίρι: μαχαίρι
Μινέρι = Μαγιάτικο
μπακκίρα: παλιό νόμισμα κυπριακής δημοκρατίας
νίβκουμαι: νίβομαι
ορφός: ροφός
πεζίνα: βενζίνη ή βενζινάδικο
πλακουδκιανός σωλήνας: οβάλ σωλήνας (άκουσα το χθες)
ποδά = από εδώ
ποτζει = από εκεί
πότσα: μπουκάλα
σιακατούριν: κατηφόρα (πολύ σπάνια θα το ακούσετε)
σλάϊς: από το αγγλικό slice που σημαίνει φέτα και το χρησιμοποιούμε για το ψωμί τοστ
Σορκός = Σαργός
σσσιοινούι: σχοινάκι
στράτα: δρόμος
τάσπιν: κάλαθος αχρήστων επίσης
τζιέφαλος: κέφαλος
τζιηζσβές: μπρίκι
τζιήνι: εκείνη
τζιηνιός: κυνηγός (χρησιμοποιείται και για το ψάρι)
τζιήνος: εκείνος
τζικάτω = εκεί κάτω
τζιπάνω = εκεί πανω
τσακούιν=μαχαίρι
τττενεκκκκούι: κουτάκι αναψυκτικού
τττόρος: πετσέτα θάλασσας ή μπάνιου
ττττενεκκές: κάλαθος αχρήστων
φανάρι: φακός
ψαρκά = ψαριά
ψάρκα = ψάρια
ψαροτζιηνιός: ψαροτουφεκός (το λενε οι παλιοί)
ψουμί: ψωμί

http://www.greekdivers.com/forum/index.php?showtopic=11477

Προσθέστε ό,τι βρείτε.
 
άππαρος. Δύο π χρειάζονται (ππ= /p[SUP]h[/SUP]:/)
σσιοινούι. Δύο σ χρειάζονται (σσι= /ʃ:/)
τττενεκκκκούι... καταλαβαίνετε :curse:

Μπόνους: η αγαπημένη μου λέξη, "δαχαμέσα". (εδώ + χαμαί + μέσα)
 
Απορία ψάλτου βηξ! (είμαι ψάλτης, τα ψέλνω στον εαυτό μου κάπου κάπου)
Έχω κι εγώ την ίδια απορία! Αν τα πολλαπλά σύμφωνα δεν δικαιολογούνται ας τα διαγράψει κάποιος adm.
 
πίπιλος=γλειφιτζούρι

κανεί=φτάνει

μάππα=μπάλα

κελλέ=κεφάλι

Θα θυμηθώ κι άλλα... :)
 
αχάπαρος: αυτός που δεν έχει ιδέα (χρησιμοποιείται επίσης και το δεν έχεις υπόθεση, είσαι ανυπόθετος)

πεζίνα: βενζίνη ή βενζινάδικο

τάσπιν: κάλαθος αχρήστων επίσης

πίπιλος=γλειφιτζούρι

Όπως και στα ποντιακά έτσι και στα κυπριακά το μπ ⟨b⟩ προφέρεται π ⟨p⟩. To βλέπουμε στις παραπάνω λέξεις: αχάμπαρος (ο μη έχων χαμπάρι :p), μπεντζίνα, τασμπιν, μπίμπιλος.
Επίσης στα κυπριακά υπάρχει το μπ=mp. Πχ Μπάμπος (υποκοριστικό του Χαράλαμπου)=Pampos.

κανεί=φτάνει

Πολύ ενδιαφέρον. Στα ποντιακά είναι κανείται, στην παθητική.
 
Back
Top