Εγώ πρώτη επιλογή έδινα το "και παίζω πελλόν παρά θιν αλός" πάντως. Με απογοήτευσε λίγο η εξήγηση, Δαεμάνε. :)
Θησέα σε όσες λέξεις είναι με κίτρινο, δεν εμφανίζονται όλα τα γράμματα. Μάλλον έχω αρχαίο αντρόιντ.
βῆσσα, Dor. βᾶσσα, ἡ, poet. Noun, wooded combe, glen, in Hom. mostly οὔρεοσ ἐν βήσσῃσ in the mountain glens, Il.3.34, al.; ἐν καλῇ βήσσῃ 18.588, cf. Od.19.435; κοίλη δ' ὑποδέδρομε βῆσσα τρηχεῖα h.Ap.284: pl. for sg., ἐν βήσσῃσι Od.10.210: used also by Pi., twice by S. (lyr.), OC673, Aj.197, and Arist.HA618b24.
What does δακρύζω mean in the context of a drink of beer? 'To mist over' or the like?
Πούρι δεν είσαι πελελός, μα τα πρεπά κατέχεις·
θωρείς το, και γνωρίζεις το, σαν ίντα ολπίδαν έχεις
εις έτοιο πράμα δύσκολο, σ' έτοια δουλειά μεγάλη,
οπού στα βάθητα τση γης βούλεται να σε βάλει,
στου Δαεμάνου τα γραφτά να βγάλεις κιαμιάν άκρη
και μες στην κουζουλάδα του να βρεις τση μπίρας δάκρυ.
βήσσα, Dor. βάσσα, η, poet. Noun, wooded combe, glen, in Hom. mostly ούρεος εν βήσσης in the mountain glens, Il.3.34, al.; εν καλή βήσση 18.588, cf. Od.19.435; κοίλη δ' υποδέδρομε βήσσα τρηχεία h.Ap.284: pl. for sg., εν βήσσησι Od.10.210: used also by Pi., twice by S. (lyr.), OC673, Aj.197, and Arist.HA618b24.
Ως δ' ότε τίς τε δράκοντα ιδών παλίνορσος απέστη
ούρεος εν βήσσης, υπό τε τρόμος έλλαβε γυία
Υποθέτω ότι το Αντρόιντ που έχεις δεν αναγνωρίζει τις περισπωμένες και τις υπογεγραμμένες.
... ’Man in the following passage, can you help me with the words in bold:
Πούρι δεν είσαι πελελός, μα τα πρεπά κατέχεις·
θωρείς το, και γνωρίζεις το, σαν ίντα ολπίδαν έχεις
εις έτοιο πράμα δύσκολο, σ' έτοια δουλειά μεγάλη,
οπού στα βάθητα τση γης βούλεται να σε βάλει
It’s odd that Stephanides's translation begins with "You are a fool..." :)