metafrasi banner

ruff

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
Πώς λέμε αυτό το κομμάτι της καθωσπρέπει ενδυμασίας της Αναγέννησης, την κυματιστή λαιμαριά;

170px-Elizabeth_darnley_portrait_ruff.jpg
 
Στο answers.com λέει "φρέζα", που δεν μου θυμίζει τίποτα. Αλλά το "πτυχωτή τραχηλιά", που λέει επίσης, μου φαίνεται λογικό.
 
Το Gword (εκτός από τα ζωολογικά) δίνει για το ruff: φραίζα (τιντούτ; ), ογκώδης πτυχωτή τραχηλιά, όπως τα λέει η Αλεξάνδρα από το answers.
Στο ruffle γι' αυτή τη σημασία έχει: πτυχωτό περιλαίμιο (ή μανσέτα), κολάρο με σούρες.
 
Εμπρός λοιπόν να λεξιπλάσουμε μία και μόνη λέξη! Ξεκινάω με την πτυχηλιά!
 
Η φραίζα πρέπει να'ναι απ' το γαλλικό fraise. Δυστυχώς, το γαλλικό θεατρικό λεξικό του Λάσκαρη δεν αναφέρει τίποτα.
 
Last edited:
Σουφρωτό περιλαίμιο. (Όχι, δεν προτείνω σουφρολαίμιο.)

Στο λήμμα περιλαίμιο του Παπύρου:
[ΕΤΥΜΟΛ. < περι-* + λαιμός. Η λ., στον λόγιο τ. περιλαίμιον, μαρτυρείται από το 1856 στο Λεξικόν Γαλλοελληνικόν και Ελληνογαλλικόν τού Σκ. Δ. Βυζαντίου].

Τι γράφει ο Βυζάντιος στο λήμμα fraise; «Σουφρωτόν περιλαίμιον».
 
Για να πω την αλήθεια, επειδή με παραπέμπει σε κολάρο σκύλου (και η λαιμαριά προφανώς δεν κάνει εδώ) ίσως να προτιμούσα το πτυχωτό κολάρο ή την (πτυχωτή) τραχηλιά που όπως λέει και το ΛΚΝ μάλλον είναι κατάλληλη για την περίπτωση:

τραχηλιά η [tra<x>i<l>á] O24 : 1α. πλατύς πρόσθετος γιακάς που φοριέται πάνω από φόρεμα ή πουκάμισο: Άσπρη / δαντελένια / κεντημένη ~. β. (παρωχ.) σαλιάρα.2. (παρωχ.) λαιμόκοψη. [μσν. τραχηλία, τραχηλέα < τράχηλ(ος) -έα με συνίζ. για αποφυγή της χασμ.]

Φέρτε φραίζα να φραιζάρω
και μανσέτες να γουστάρω... ;-)
 
Δεν θα το ονόμαζα περιλαίμιο. Τραχηλιά πολύ καλύτερα.
 
Μα η τραχηλιά είναι η σαλιάρα, κρεμιέται από το λαιμό, δεν είναι γύρω από το λαιμό.
 
Μα η τραχηλιά είναι η σαλιάρα, κρεμιέται από το λαιμό, δεν είναι γύρω από το λαιμό.

Σωστά, τώρα που το ξανασκέφτομαι. Ορίστε τραχηλιές, παραδοσιακές και σύγχρονες.
Αποσύρω την άστοχη πρόταση για την τραχηλιά και μένω στο πτυχωτό κολάρο.
Μοναδική δικαιολογία ότι μου θόλωσε τον νου η φραίζα, ruff με έκανε, blockhead. :-(
 
Επομένως, για μονολεκτικό, φρέζα, με υποσημείωση (= πτυχωτό περιλαίμιο, από το γαλλικό fraise)...
 
@daeman: Κυρίως με την επικρατούσα σημασία της τραχηλιάς το έγραψα κι εγώ, γιατί κοιτάζω στο λήμμα περιλαίμιον του Δρανδάκη και αναφέρει πολλές φορές την τραχηλιά. Και η τελευταία πρόταση, βόλι στο στήθος μου: «Επί των διαδόχων του επεκράτησαν αι πτυχωταί τραχηλιαί (fraise)».

Θα συμφωνήσω πάντως με το πτυχωτό κολάρο, που έχει και ευρήματα.
 
Όχι βόλια τέτοια ώρα. Φοράμε τραχηλιά επιστήθια, υπερσύγχρονη και αλεξίσφαιρη, και πορευόμαστε. Let the Limeys ruffle it. :)
 
Mae West as Lady Macbeth: Is this a dagger which I see before me, or are you just happy to see me? :D
 
Τραχηλιά με δίπλες ή με λόξες (έτσι λέγονται οι πτυχώσεις της φουστανέλας).
Ή με σούρες.
Λ(α)ιμαριά, η. Τρεις σειρές σουρωτό ύφασμα με μπιμπίλες στις άκρες με λουλούδια, χάντρες, πούλιες, φλουριά σχηματίζουν το λ(α)ιμοδέτη ή λιμαριά με τα φλουριά, ή τραχηλιά με τα φλουριά (Δρόπολη). Αγγελική Χατζημιχάλη. Η ελληνική λαϊκή φορεσιά. Αθήνα: Μέλισσα και Μουσείο Μπενάκη, 1978, τόμ. 1, σ. 376 (Γλωσσάρι).​
 
Back
Top