oublexis
Member
Έχουμε στα ελληνικά μία λέξη για αυτό το plated; Όταν δηλαδή το μέταλλο ενός κοσμήματος είναι επικαλυμμένο με άλλο πολύτιμο μέταλλο που δεν ορίζεται και μπορεί να είναι ασήμι (επάργυρο), χρυσός (επίχρυσο), πλατίνα (επιπλατινωμένο), νίκελ [με το συμπάθειο] (επινικελωμένο) ή δεν ξέρω τι άλλο βάζουν από πάνω; Ή θα πρέπει να πει ο μεταφραστής «επικαλυμμένο με άλλο πολύτιμο μέταλλο»; Κοιτάζω τα αγγλογαλλικά / αγγλοϊταλικά μου λεξικά και διακρίνω την ίδια αμηχανία και στις άλλες γλώσσες.