metafrasi banner

executed copy

Καλησπέρα. Γνωρίζει κανείς την απόδοση του όρου στα ελληνικά;

Execution
With respect to contracts, the performance of all acts necessary to render a contract complete as an instrument, which conveys the concept that nothing remains to be done to make a complete and effective contract.
(the free dictionary)

ΕΥχαριστώ πολύ.
 

Alexandra

Super Moderator
Staff member
Εγώ βρήκα κι άλλον ορισμό, όμως:
Executed copy
A contract that has been executed is one where both parties have entirely performed their obligations to each other, as prescribed by the relevant terms of the contract agreed between them.
http://www.encyclo.co.uk/define/Executed%20copy
Λέει όμως και:
Executed contract
Is a contract in where all the parties have fulfilled their promises.
http://www.encyclo.co.uk/define/Executed contract
Δηλαδή, σύμφωνα μ' αυτό το λεξικό, αυτές οι δυο έννοιες είναι (σχεδόν) συνώνυμες και σημαίνουν "εκπληρωμένο" συμβόλαιο;

Ο δικός σου ορισμός όμως παραπέμπει σε "έγκυρο συμβόλαιο", όπως στο ίδιο παραπέμπει και αυτή η πρόταση εδώ:
All contracts less than US$25K will be executed as they were, furnishing the Procurement department with an executed copy.
Σε όλα τα αμερικάνικα έγγραφα που το βρίσκω δείχνει να έχει την έννοια του έγκυρου αντίγραφου συμβολαίου.

Όμως φαίνεται να έχει δύο ορισμούς και ο όρος executed contract, κι ας μην τους λέει και τους δύο το πιο πάνω λεξικό:
Definitions (2)
1. Contract document signed by all parties to it.
2. Contract performed fully as stipulated in the contract document.

Σε φώτισα, το ξέρω. Βοήθεια, νομομαθείς!
 
Κι όμως, Αλεξάνδρα, και μόνο που βρήκες αυτούς τους ορισμούς και τους διαχώρισες, για μένα είναι πολύτιμη βοήθεια (ειδικά τώρα, που έχω κατακάψει τα κύτταρά μου από το ξενύχτι πάνω στο κείμενο :p ). Στο κείμενό μου ταιριάζει η έννοια του έγκυρου αντιγράφου. Μέχρι να μας βοηθήσει και κάποιος νομομαθής, θα χρησιμοποιήσω αυτό. Σ'ευχαριστώ πολύ!
 
Καταρχήν και καταρχάς, και με τον κίνδυνο να γίνω αφόρητα κουραστικός:), εφόσον έχουμε νομικό κείμενο πρέπει να κάνουμε λόγο πάντα για σύμβαση, εκτός κι αν πρόκειται για σύμβαση που έχει περιβληθεί τον συμβολαιογραφικό τύπο (οπότε μπορούμε να μιλήσουμε για συμβόλαιο). Στο πλαίσιο αγγλοσαξονικού δικαίου όπου ο notary public έχει τόση σχέση με τον συμβολαιογράφο των δικαίων της ηπειρωτικής Ευρώπης όση κι εγώ με τους αστροναύτες, μπορούμε να ξεχάσουμε το συμβόλαιο.

Πράγματι ο όρος χρησιμοποιείται με διττή σημασία:

1. Δηλώνει την εκτέλεση της σύμβασης, δηλ. στη συνηθέστερη περίπτωση (αυτήν της αμφοτεροβαρούς συμβάσεως) ότι οι συμβαλλόμενοι έχουν εκπληρώσει τις παροχές που τους βαρύνουν.

2. Δηλώνει σύμβαση που έχει υπογραφεί από όλους τους συμβαλλομένους (δεν είναι δηλαδή απλώς σχέδιο συμβάσεως), άρα κατά κάποιο τρόπο την έγκυρη (θα μπορούσαμε να κάνουμε λόγο για "αντίγραφο εγκύρως καταρτισθείσας σύμβασης", ενδεχομένως δε θα μπορούσαμε να παραλείψουμε και το εγκύρως).
 
Για την πρώτη σημασία, αναρωτιέμαι αν θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για περατωμένη σύμβαση.
 

Palavra

Mod Almighty
Staff member
Πολύ καθυστερημένα, θα συμφωνήσω με το Ρογήρο, κάνοντας και μια μικρή προσθήκη: το ρήμα executed, όταν αφορά συμβάσεις, σημαίνει μια σύμβαση για την οποία έχει ακολουθηθεί όλο το ισχύον τυπικό για τη σύνταξη και τη θέση της σε ισχύ. Στα ελληνικά δεν υπάρχει αντίστοιχο, έτσι πολλές φορές το executed μπορεί να αποδοθεί με το υπογεγραμμένος.

Το περατωμένος δεν το έχω δει ποτέ σε νομικά κείμενα ως απόδοση του executed, νομίζω ότι δεν το καλύπτει νοηματικά ως απόδοση και αφού δε δίνει και ευρήματα στα ελληνικά σε αυτό το συγκείμενο, νομίζω ότι δε θα το προτιμούσα.
 
Στα ελληνικά δεν υπάρχει αντίστοιχο, έτσι πολλές φορές το executed μπορεί να αποδοθεί με το υπογεγραμμένος.

Υπογεγραμμένη σύμβαση για σύμβαση η οποία έχει εκτελεστεί και ολοκληρωθεί; Πέραν του ότι δεν έχει σχέση με αυτό που συζητάμε, υπήρχε περίπτωση να μην ήταν υπογεγραμμένη;
 

Palavra

Mod Almighty
Staff member
Υπογεγραμμένη σύμβαση για σύμβαση η οποία έχει εκτελεστεί και ολοκληρωθεί;
Αχ, συγγνώμη, νομίζω ότι δεν έγινα κατανοητή: αναφέρομαι στην παρακάτω σημασία του executed:

execute
To complete a document and give it a legal and valid form by signing it.
Πέραν του ότι δεν έχει σχέση με αυτό που συζητάμε, υπήρχε περίπτωση να μην ήταν υπογεγραμμένη;
Ναι, φυσικά υπήρχε: πολλές φορές, μια σύμβαση κυκλοφορεί ανάμεσα στα μέρη σε μορφή draft (λέξη η οποία αναγράφεται σε αυτήν), μέχρι τα μέρη να καταλήξουν στην τελική της μορφή, οπότε φέρει και τις λέξεις executed copy, όπως είναι π.χ. αυτό εδώ. Το ότι το ρήμα έχει και αυτήν την έννοια (στην οποία και αναφέρομαι), φαίνεται π.χ. από σελίδες όπως αυτή εδώ. Σε μια τέτοια περίπτωση στα ελληνικά νομίζω ότι μόνο το ρήμα υπογράφω μας καλύπτει.

Εικάζω ότι για να προτείνεις το *περατωμένη μάλλον επηρεάζεσαι από τον εξής ορισμό του execute (σε αυτόν το σύνδεσμο στο 6):
carry out terms of legal document: to carry out the terms laid out in a will, legal document, or legal decision​

Σε αυτήν την περίπτωση, ωστόσο, από ό,τι έχω δει, στα ελληνικά μιλάμε για εκτέλεση της σύμβασης, τουτέστιν το αγγλικό αντίστοιχο του implement, του fulfill ή του perform.
Πέραν του ότι δεν έχει σχέση με αυτό που συζητάμε [...]
Εγώ νομίζω ότι έχει σχέση με αυτό που συζητάμε. Αν διαφωνείς, ωστόσο, μπορώ να ανοίξω άλλο νήμα.
 
Εξακολουθώ να μην καταλαβαίνω. Η πρότασή σου για την απόδοση του όρου executed copy βάσει των ορισμών που έχουν δοθεί είναι υπογεγραμμένη σύμβαση;

Όσον αφορά τη δική μου πρόταση, μια ιδέα ήταν. Από τη στιγμή όμως που ο όρος "executed copy" δεν έχει αποδοθεί στα Ελληνικά και ο όρος "περατωμένη σύμβαση", αφενός μεν δεν είναι καπαρωμένος, αφετέρου δε δεν ενέχει κίνδυνο σύγχυσης, θεωρώ ότι είναι ικανοποιητικότατος.

Όπως και να έχει, σε ένα φόρουμ είμαστε, δεν είναι ανάγκη να συμφωνούμε όλοι. Ο κάθε ένας καταθέτει την πρότασή του και ο κάθε μεταφραστής ας επιλέξει αυτό που εκείνος νομίζει ότι του/της ταιριάζει.
 
Νομίζω ότι έχουμε δύο πολύ διαφορετικές έννοιες του execution (όπως λένε οι έγκριτοι νομικοί Ρογήρος και Παλάβρα), και ασφαλώς στην πρώτη από τις έννοιες που απαριθμεί ο Ρογήρος αντιστοιχεί σημασιολογικά η πρόταση του Ambrose. Το αρχικό μας όμως ερώτημα ήταν executed copy, και εξ όσων γνωρίζω τα αντίγραφα δεν "εκτελούνται". Θεωρώ προφανές ότι το αρχικό ερώτημα αφορά την έννοια του "αντιγράφου εγκύρως καταρτισθείσας σύμβασης" ή "αντιγράφου υπογεγραμμένης σύμβασης" ή ό,τι άλλο πουν οι νομικοί μας.
 
Νομίζω ότι έχουμε δύο πολύ διαφορετικές έννοιες του execution (όπως λένε οι έγκριτοι νομικοί Ρογήρος και Παλάβρα), και ασφαλώς στην πρώτη από τις έννοιες που απαριθμεί ο Ρογήρος αντιστοιχεί σημασιολογικά η πρόταση του Ambrose. Το αρχικό μας όμως ερώτημα ήταν ececuted copy, και εξ όσων γνωρίζω τα αντίγραφα δεν "εκτελούνται". Θεωρώ προφανές ότι το αρχικό ερώτημα αφορά την έννοια του "αντιγράφου εγκύρως καταρτισθείσας σύμβασης" ή "αντιγράφου υπογεγραμμένης σύμβασης" ή ό,τι άλλο πουν οι νομικοί μας.

Μεταφραστής είναι ένα πράγμα, νομικός ένα άλλο. Οι ορισμοί που έχει δώσει η Αλεξάνδρα, τον όρο executed copy αφορούν. Δεδομένου ότι δεν έχουμε συγκείμενο, μπορεί κάλλιστα να είναι οποιαδήποτε σημασία από τις δύο. Σε κάθε περίπτωση, η μία απόδοση δεν ακυρώνει την άλλη.
 
Ambrose, έχεις δίκιο για τον πρώτο ορισμό της Αλεξάνδρας, δεν το είχα προσέξει. Οι αναζητήσεις όμως φαίνεται να ενισχύουν τον ισχυρισμό μου. Για παράδειγμα, αν πάμε παραέξω από τα καθαυτό νομικά για να δούμε ποια χρήση είναι πιο κοινή, βρίσκουμε στο MoneyGlossary: Executed Copy -- Definition: Registration statement which is manually signed. Βλέπε επίσης:
"Traditionally and under common law, to be valid and enforceable, a deed must fulfill several requirements:
* It must state on its face it is a deed, using wording like "This Deed..." or "executed as a deed".
[...]
* It must be executed by the grantor in presence of the prescribed number of witnesses, known as instrumentary witnesses; this is known as being in solemn form."
Δεν έχω καιρό για πολλά ψαξίματα, αλλά μου φαίνεται ότι το executed (όχι contract!) σημαίνει στην περίπτωσή μας "που έχει περιβληθεί τον νόμιμο τύπο". [Εκτός βέβαια αν με κράξουν οι νομικοί μας.]
 
Πιθανόν, δεν διαφωνώ, ούτε το απορρίπτω. Σε αυτή την περίπτωση, η ψήφος μου πηγαίνει στο "αντίγραφο εγκύρως καταρτισθείσας σύμβασης" του αξιότιμου κυρίου Ρογήρου. Εγώ είπα εξαρχής ότι αναφέρομαι στην άλλη σημασία.
 
Ο αξιότιμος Κυρ Ρογήρος :) βγαίνει από τη νιρβάνα του καθώς διαπιστώνει ότι έγινε στο μεταξύ μια πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση και κατατέθηκαν εξίσου ενδιαφέρουσες προτάσεις.

- Όσον αφορά την πρόταση του Αμβρόσιου περί περατωμένης συμβάσεως. Πράγματι ως όρος δεν χρησιμοποιείται από την ελληνική νομική ορολογία (συνήθως μιλάμε για εκτελεσθείσα σύμβαση - ή κάποτε και για σύμβαση της οποίας οι παροχές έχουν εκπληρωθεί), αλλά δεν νομίζω ότι αυτό το στοιχείο είναι από μόνο του "καταδικαστικό" για την πρόταση. Εάν εγώ προσωπικά δεν θα προτιμούσα τη χρήση του όρου περατωμένη, θα το έκανα για να αποφύγω την πιθανότητα ανακρίβειας σε περίπτωση που ναι μεν έχουν εκπληρωθεί οι παροχές μιας αμφοτεροβαρούς συμβάσεως, αλλά η σύμβαση αυτή εξακολουθεί να παράγει έννομα αποτελέσματα (κατάσταση την οποία ο όρος "περατωμένη" φαίνεται να αποκλείει).

- Η πρόταση του Θέμη για τη δεύτερη σημασία του υπό συζήτηση όρου("που έχει περιβληθεί τον νόμιμο τύπο") είναι πολύ ωραία (και πάντως δεν θα την άλλαζα αν τη συναντούσα σε κείμενο). Ας πούμε ότι είναι ζήτημα επιλογής: επιθυμούμε να εστιάσουμε στην κατάρτιση της σύμβασης ή στον προβλεπόμενο τύπο;
 

Palavra

Mod Almighty
Staff member
Καλημέρα σε όλους :)
Ο μόνος λόγος που προτείνω το υπογεγραμμένο αντίτυπο για την απόδοση του όρου είναι η οικονομία του λόγου. Συν τοις άλλοις, έχω την εντύπωση ότι όταν μια σύμβαση υπογράφεται στα καθ' ημάς, σημαίνει ότι έχουν ήδη τηρηθεί οι νόμιμοι τύποι, η υπογραφή δηλαδή είναι το τελικό στάδιο, έτσι δεν είναι;
(όπως λένε οι έγκριτοι νομικοί Ρογήρος και Παλάβρα)
Πτωχή, ταπεινή και καταφρονεμένη μεταφράστρια :D Σε ξεγέλασα, όμως, κάτι είναι κι αυτό :)
 
Σωστά. Πασίγνωστος όρος, απορώ πως δεν τον σκέφτηκα...

Αχ, φίλτατε Αμβρόσιε, μάλλον με επεξεργάζεσαι :) ! (πλάκα κάνω μη με παρεξηγήσεις, κι αν το κάνεις ζητώ προκαταβολικά συγγνώμη)

Ξαναλέω ότι η περατωμένη σύμβαση μου φαίνεται μια χαρά. Απλώς, σκέφτομαι περιπτώσεις που μια αμφοτεροβαρής σύμβαση έχει εκτελεσθεί όσον αφορά την εκπλήρωση των βασικών παροχών που βαρύνουν τα μέρη, πλην όμως συνεχίζει να παράγει έννομα αποτελέσματα που δεσμεύουν τα μέρη και μετά τη λήξη ισχύος της (π.χ. σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου που έχει λήξει. Εκτελέσθηκε: ο εργαζόμενος παρείχε τη μισθωτή εργασία του, ο εργοδότης κατέβαλε κανονικά τους οφειλόμενους μισθούς. Πλην όμως συνοδεύεται και από δέσμευση του εργαζόμενου να μην απασχοληθεί για Χ χρονικό διάστημα σε ανταγωνιστή του τέως εργοδότη του).
 

nickel

Administrator
Staff member
Μπορώ να βάλω στον τίτλο executed copy of the contract = υπογεγραμμένο αντίγραφο της σύμβασης, σύμφωνα με τα πολλά αγγλικά ευρήματα και τη (δεύτερη) σημασία του λεξικού;

3. To make (a legal document) valid by signing; to bring (a legal document) into its final, legally enforceable form <each party executed the contract without a signature witness>.
(Black's)

I.3 Law. To go through the formalities necessary to the validity of (a legal act, e.g. a bequest, agreement, mortgage, etc.). Hence, to complete and give validity to (the instrument by which such act is effected) by performing what the law requires to be done, as by signing, sealing, etc.
(OED)​

Πείτε μου αν προτιμάτε επίσημο ή επικυρωμένο, I'm game. :)
 
Μπορώ να βάλω στον τίτλο executed copy of the contract = υπογεγραμμένο αντίγραφο της σύμβασης, σύμφωνα με τα πολλά αγγλικά ευρήματα και τη (δεύτερη) σημασία του λεξικού;


Πείτε μου αν προτιμάτε επίσημο ή επικυρωμένο, I'm game. :)

Νομίζω πως ναι! Θα ήθελα όμως και το μακρινάρι "αντίγραφο εγκύρως καταρτισθείσας σύμβασης".

Το επίσημο τί θα μπορούσε να σημαίνει; Μάλλον θα μας μπλέξει. Επικυρωμένο; Από ποιόν; Ξέρουμε ότι είναι επικυρωμένο;
 
Top