metafrasi banner

artificer

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
Όχι με την έννοια του απλού τεχνίτη, του κατασκευαστή, αλλά ως

an enlisted man responsible for the upkeep of small arms and machine guns etc.
Synonyms: armorer, armourer (Answers.com)​
και

a skilled mechanic in the armed forces, chiefly British (βίκη).

Στους μεσαιωνικούς στρατούς ήταν υπεύθυνος, ανάμεσα σε άλλα, π.χ. και για την πυροδότηση των ναρκών fougasse.

Θα μπορούσαμε άραγε να τον πούμε οπλοτεχνίτη και να αφήσουμε τον οπλουργό για τον armo(u)rer;
 
Μπορούμε να τους πούμε πυροτεχνουργούς άραγε;

πυροτεχνουργία
η, Ν [πυροτεχνουργός]· 1. η τέχνη τού πυροτεχνουργού· 2. (στρ.) κλάδος τής στρατιωτικής τεχνολογίας που έχει ως αντικείμενο τον τρόπο παρασκευής, τον έλεγχο και τη χρήση τών διαφόρων εκρηκτικών υλών, αλλ. πυροτεχνική.

πυροτεχνουργός
ο, Ν· (χημ. τεχνολ. στρ.) α) ειδικευμένος τεχνίτης τής χημικής βιομηχανίας που ασχολείται με την παρασκευή, συντήρηση και χρησιμοποίηση πυροτεχνικών σκευασμάτων, ενώ στη βιομηχανία πυρομαχικών ο ίδιος τεχνίτης φροντίζει για τη γόμωση τών βλημάτων με εκρηκτική ύλη· β) ο τεχνικός τού στρατού ή τών σωμάτων ασφαλείας που αναλαμβάνει την εξουδετέρωση και απογόμωση εκρηκτικών μηχανισμών ή πυρομαχικών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πυρ, πυρός + τεχνουργός. Η λ. μαρτυρείται από το 1888 στην εφημερίδα Νέα Εφημερίς].
 
Για τη δουλειά που τους έχω (να νταντεύουν νάρκες σε μεσαιωνικούς στρατούς) μια χαρά μου φαίνεται ο πυροτεχνουργός.

Όμως δεν νομίζω να ταιριάζει με την υπόλοιπη σημασία του όρου, an enlisted man responsible for the upkeep of small arms and machine guns. Αυτόν, αν είναι τεχνίτης, πρέπει νομίζω να τον πούμε οπλουργό.
 
+ 1 στον Δρα για τη λύση του "οπλουργού" που μου φαίνεται η καταλληλότερη.
 
Ρογήρε, το πρόβλημα είναι όμως ο συνδυασμός:
Στους μεσαιωνικούς αναγεννησιακούς ;) στρατούς, ο artificer φαίνεται πως δεν είναι μόνο οπλουργός αλλά και πυροτεχνουργός (αφού οπλίζει και πυροδοτεί τις φουγάσες...).
 
Ρογήρε, το πρόβλημα είναι όμως ο συνδυασμός:
Στους μεσαιωνικούς αναγεννησιακούς ;) στρατούς, ο artificer φαίνεται πως δεν είναι μόνο οπλουργός αλλά και πυροτεχνουργός (αφού οπλίζει και πυροδοτεί τις φουγάσες...).

Δεν μπορούμε να βολέψουμε τα πράγματα με λίγη καλή θέληση, θεωρώντας τον οπλουργό υπερώνυμο;
 
Αυτός που πυροδοτεί τις φουγάσες, γιατί να μη λέγεται και πυροβολητής;
 
Δεν ξέρω τι έκανε το μεσαίωνα αυτός ο τύπος, αλλά στους σύγχρονους στρατούς (ή και στα σώματα ασφαλείας) ο πυροτεχνουργός ασχολείται με τα πυρομαχικά, όχι με τα οπλα.
 
Η δική μου ψήφος είναι υπέρ του όρου οπλουργός. Είναι αρκετά ευρύς ώστε να χωρέσει περισσότερα καθήκοντα από αυτά που γνωρίζουμε από τη σημερινή εποχή. Οπωσδήποτε όχι πυροτεχνουργός, που είναι πολύ στενός.

Στον ελληνικό στρατό της εποχής του Όθωνα το πυροβολικό χωρίζόταν σε "πυροβολητές" και "πυροτεχνίτες". Το τελευταίο, που ομολογώ ότι δεν γνωρίζω ακριβώς το περιεχόμενό του, το έχω μεταφράσει παλαιότερα artificer. Νεανικές αμυαλιές;
 
[Άραγε θα φάω πολλές σφαλιάρες αν ομολογήσω πως όταν είδα τη λέξη νόμισα πως πρόκειται για τον αρτοποιητή; ] :p
 
Άραγε θα φάω πολλές σφαλιάρες αν ομολογήσω πως όταν είδα τη λέξη νόμισα πως πρόκειται για τον αρτοποιητή; :p
Κι εγώ που είδα το ποστ και σκέφτηκα, «Ωπ, ο π2 ανακάλυψε τους πρώτους πυροτεχνουργούς στην αρχαία ελληνική γραμματεία...» :(:)
 
"πυροβολητές" και "πυροτεχνίτες". Το τελευταίο, που ομολογώ ότι δεν γνωρίζω ακριβώς το περιεχόμενό του, το έχω μεταφράσει παλαιότερα artificer. Νεανικές αμυαλιές;
Όχι. Αντιστροφή του Ηπίτη, που στο artificier δίνει «πυροτέχνης, πυροσκευαστής, πυροτεχνίτης, πυροτεχνουργικός».
 
Κι εγώ που είδα το ποστ και σκέφτηκα, «Ωπ, ο π2 ανακάλυψε τους πρώτους πυροτεχνουργούς στην αρχαία ελληνική γραμματεία...» :(:)

Μπα, ο χαζός ο Θουκυδίδης περιγράφει μια χαρά το κόλπο στο Δήλιο, αλλά δεν διασώζει τον τίτλο του τεχνίτη που το σκαρφίστηκε.;)
 
Back
Top