μπουλίζων

'Το δημοσίευμα δεν αναφέρεται σε κύριες γλώσσες που χάνονται, αλλά σε διαλέκτους. Ο μπουλίζων δεν θέλει να ακούει γύρω του την ελληνική, δεν νοιάζεται για την κυπριακή.'
Τι σημαίνει αυτό το 'μπλουίζων' του Ζαζ; :confused:
 
Εννοούσα αυτόν που κάνει μπούλινγκ — κι επέλεξα το «μπουλίζων» (κι όχι «μπλουίζων») σαν να υπήρχε κάποιο ρήμα «μπουλίζω» (= κάνω μπούλινγκ), επειδή το «μπούλης» στα ελληνικά έχει άλλη σημασία.
 
Με άλλα λόγια, ο εκφοβιστής, ο τραμπούκος, ο νταής.
 
Back
Top