βοή της σφυρίχτρας

In this paragraph, what are the things referred to which are in bold:-

Βοή της σφυρίχτρας, ομίχλη, ζέστη, κούραση, ανακατώνονται. Γδύσου. Θα σου δώσω για φόρεμα το πούσι… Θα πιω άλλο ένα για χάρη της θάλασσας… Για χάρη της γοργόνας που 'χω στο μπράτσο μου. Που σαλτάρει στη θάλασσα κάθε νύχτα και με κερατώνει με τον Ποσειδώνα. Γυρίζει το πρωί που κοιμάμαι, γιομάτη φύκια και τσουκνίδες της θάλασσας. Όταν πιάνουμε στεριά για καιρό, μαραζώνει και χάνει τα χρώματά της.
 
Θεγξ, Δαέμανε. Σημαίνει 'με κερατώνει με τον Ποσειδώνά 'she cheats on me with Poseidon'; :)
 
Τσουκνίδες της θάλασσας λένε τις μέδουσες, ε; Ωραίο. Δεν το ξερα.

Σφυρίχτρα : μπουρού, foghorn


Απο την άκρη του καιρού
και πίσω απ’ τους χειμώνες
άκουγα σφύριζε η μπουρού
κι έβγαιναν οι Γοργόνες.

"Τα τζιτζίκια, Οδ. Ελύτης"
 
Θεγξ, Δαέμανε. Σημαίνει 'με κερατώνει με τον Ποσειδώνά 'she cheats on me with Poseidon'; :)

Ακριβώς.

O ανταγωνισμός του ναυτικού με τον Ποσειδώνα για τον έρωτα της Γοργόνας υπάρχει και στην "Αντινομία" που μετέφρασες χθες. Εκεί o ναυτικός κερδίζει προσωρινά, "στο ζάρι" όπως λέει, τη θαλασσοκόρη του βυθού από τον Ποσειδώνα, αλλά αυτό πάντοτε θα είναι προσωρινό, αργά η γρήγορα θα τον απατήσει και πάλι με τον Ποσειδώνα. Όπως η σκαλισμένη γοργόνα στην πλώρη των παλιών πλοίων, που όταν αυτά βυθίζονταν στις καταιγίδες η γοργόνα χανόταν κι αυτή στα βάθη της θάλασσας και μόνο από τύχη θα μπορούσε να επιστρέψει στην επιφάνεια μέσα στα δίχτυα ενός ψαρά για παράδειγμα.
 
Τσουκνίδες της θάλασσας λένε τις μέδουσες, ε; Ωραίο. Δεν το ξερα.
...

Κνιδόζωα, που φέρνουν φαγούρα σαν την τσου-κνίδα στη στεριά (κνίδη > κνίδωση). Όπως αγγλιστί: nettle και sea-nettle, stinging.

Για την μπουρού έχεις δίκιο, λέω, γιατί η σφυρίχτρα δε βγάζει βουή, μόνο τσίριγμα, και στο καράβι η μπουρού βοά.

So, foghorn blowing. Not Foghorn Leghorn, mind you. :-)
 
...
https://www.wikiwand.com/en/Chrysaora

μέδουσα η : 1. ασπόνδυλο θαλασσινό ζώο που το σώμα του μοιάζει με ομπρέλα, ενώ το άγγιγμά του προκαλεί κνησμό, ερεθισμό στο ανθρώπινο δέρμα· (πρβ. τσούχτρα): Mην κολυμπάτε εκεί· έχει μέδουσες.
2. Mέδουσα, ονομασία τέρατος της ελληνικής μυθολογίας με μαλλιά από φίδια.

τσούχτρα η : 1. είδος μικρής μέδουσας.
2. (μτφ., οικ.) για άνθρωπο, συνήθ. για γυναίκα, που με εκφράσεις κατάλληλα διατυπωμένες, φαινομενικά ουδέτερες, επικρίνει κπ. με οξύτητα.


 
Για την μπουρού έχεις δίκιο, λέω, γιατί η σφυρίχτρα δε βγάζει βουή, μόνο τσίριγμα, και στο καράβι η μπουρού βοά.

So, foghorn blowing. Not Foghorn Leghorn, mind you. :-)

Wouldn't a foghorn make a deeper sound? (just saying/asking).
A boat whistle, perhaps?
.;)
 
...
Yes, that's what leads us to the foghorn, the deeper, drone-like sound usually associated with βοή, a noun rarely -if at all- used for the shrillness of common whistles.


Unless they're steam whistles:


μπουρού η : (παρωχ.) 1. η σειρήνα του πλοίου ή του εργοστασίου. 2. μεγάλο κοχύλι που χρησιμοποιείται ως τηλεβόας.

σφυρίχτρα η
: μικρό, μεταλλικό ηχητικό όργανο, με κυλινδρικό ή κυκλικό σχήμα, που καταλήγει σε στόμιο· όταν φυσήξουν μέσα στο στόμιο παράγεται ένας δυνατός, διαπεραστικός ήχος που ρυθμίζεται από ένα κινητό σφαιρίδιο στο εσωτερικό του οργάνου. || τμήμα συσκευών ή μηχανών που λειτουργούν με ατμό, το οποίο παράγει έναν ήχο σαν της σφυρίχτρας και που χρησιμεύει για να δίνει σήματα προειδοποίησης: H ~ του πλοίου / του τρένου.
 
Ο ποιητής έχασε μια ευκαιρία - θα μπορούσε να επιλέξει "βοη της σειρήνας" εδώ. αλλά ίσως θα μας είχε προκαλέσει σύγχυση με τη "γοργόνα".
 
Ο ποιητής έχασε μια ευκαιρία - θα μπορούσε να επιλέξει "βοη της σειρήνας" εδώ. αλλά ίσως θα μας είχε προκαλέσει σύγχυση με τη "γοργόνα".

Δεν είναι ποιητική αδεία η επιλογή της λέξης. Χρησιμοποιεί την εναλλακτική λέξη που χρησιμοποιούν στο καράβι.
 
Τhanks to all contributors to this fascinating discussion. That was the reason I asked about the βοή της σφυρίχτρας. I thought it might mean foghorn since βοή was a strange word to describe the sound of a whistle. Τσίριγμα is the best term, as 'Man informs us. The emerita Professor of linguistics at Wichita State University, Tina Bennett, describes the sound thus:-
'Though I don’t think most American English speakers use it, I would agree that if I were trying to represent a whistle in writing it would be something like “whee(t)-whoo,” or “hwee-hwoo” with the preaspirated form of /w/.' We are back to SBE's παιδικό τραγούδι:-
Σε μια ρώγα από σταφύλι
έπεσαν οχτώ σπουργίτες
και τρωγόπιναν οι φίλοι.
Τσίρι τίρι, τσιριτρό,
τσιριτρί τσιριτρό!
 
Here we have the best worst of both worlds ...απολαύστε τη βοή της φλογέρας :cheek:
 
BTW, Earion, I love the Space Medusa. Pontios, the φλογέρα is exactly what instrument? The fife, flute, chanter or recorder?
Βοή doesn't really seem to apply to any of these. Can you define βοή more precisely here?:confused::)
 
Βοή doesn't really seem to apply to any of these. Can you define βοή more precisely here?:confused::)


I could be wrong, but, I think ..

Βοή can be a loud (perhaps background) noise that's at an uncomfortable level, like the blaring of a siren, etc..

But it could also refer to ..
A hum, drone (methinks) - a monotonous, drawn-out, deep and sustained sound (still a noise, I suppose) that's tolerable?
Hence the YouTube drone whistle (if you close your eyes you can hear the background hum of the tin whistle/recorder).:whistle:

Φλογέρα .. the Greek equivalent of a pipe/recorder (however that's defined)?
 
Back
Top