Μετά, επίρρημα ή πρόθεση;

fifini

Member
Καλημέρα, μπορεί κάποιος να μου εξηγήσει με κάποιο παράδειγμα πότε η λέξη «μετά» είναι επίθετο και πότε επίρρημα;
Π.χ. θα έρθουμε μετά---> επίρρημα
Θα έρθουμε μετά τον Νίκο---> εδω;
 

m_a_a_

Active member
Επίθετο δεν είναι σίγουρα.

Επίρρημα, ναι, είτε στο "Θα έρθουμε μετά"

Είτε στο "28 μερες μετά" (ως συνώνυμο του αργότερα εδώ).

Πολύ πιθανό και σε άλλες περιπτώσεις.

Ως πρόθεση πάλι, είναι δίπτωτη.

Θα έρθουμε μετά το Νίκο. (=Πρώτα ο Νίκος, μετά εμείς)
Θα έρθουμε μετά του Νίκου. (=Θα μας συνοδεύει ο Νίκος)
 

nickel

Administrator
Staff member
Καλημέρα. Για να ξεπεραστεί το μπέρδεμα:

Επίθετα με τη χρονική έννοια του «μετά» είναι τα επόμενος, ακόλουθος, μεταγενέστερος, κατοπινός (να ένα επίθετο που φτιάξαμε από πρόθεση/επίρρημα). Το επίρρημα που χρησιμοποιείται και σαν επίθετο είναι το μετέπειτα: αναδείχθηκαν μετέπειτα (επίρ.) | η μετέπειτα πορεία του (επίθ.) | (το επίθετο σαν ουσιαστικό) οι μετέπειτα = οι μεταγενέστεροι.
 

fifini

Member
Συγγνώμη, εννοούσα αν είναι επίρρημα ή πρόθεση. Όταν συνοδεύει ουσιαστικό πχ είναι πρόθεση; και Όταν συνοδεύει ρήμα είναι επίρρημα; Πώς θα το ξεχωρίζω;
 

nickel

Administrator
Staff member
Το επίρρημα συνήθως προσδιορίζει ρήμα. Η πρόθεση μπαίνει μπροστά από κάποιο ουσιαστικό, στην αρχή μιας εμπρόθετης έκφρασης.
 

m_a_a_

Active member
rule of thumb / χοντρικός κανόνας -> λάσκα μπούσουλας:

Αν το "μετά" μπορεί να αντικατασταθεί από το "ύστερα", το "έπειτα", το "κατόπιν" κτλ. είναι συνήθως επίρρημα.
(Τι "Φάγαμε και μετά ήπιαμε", τι "φάγαμε κι ύστερα ήπιαμε", τι "φάγαμε κι έπειτα ήπιαμε"...)

Αν πάλι χωράει σφήνα κι ένα "από" ανάμεσα στο "μετά" και την επόμενη λέξη, το "μετά" είναι συνήθως πρόθεση...
(τι "μετά το Νίκο", "μετά από το Νίκο")

Το δεύτερο μπορεί πολλές φορές να βγάλει λοξές κι ατσούμπαλες φράσεις, αλλά έστω κι έτσι το νόημα είναι ευδιάκριτο...
 

dltzortzi

New member
rule of thumb / χοντρικός κανόνας -> λάσκα μπούσουλας:

Αν το "μετά" μπορεί να αντικατασταθεί από το "ύστερα", το "έπειτα", το "κατόπιν" κτλ. είναι συνήθως επίρρημα.
(Τι "Φάγαμε και μετά ήπιαμε", τι "φάγαμε κι ύστερα ήπιαμε", τι "φάγαμε κι έπειτα ήπιαμε"...)

Αν πάλι χωράει σφήνα κι ένα "από" ανάμεσα στο "μετά" και την επόμενη λέξη, το "μετά" είναι συνήθως πρόθεση...
(τι "μετά το Νίκο", "μετά από το Νίκο")

Το δεύτερο μπορεί πολλές φορές να βγάλει λοξές κι ατσούμπαλες φράσεις, αλλά έστω κι έτσι το νόημα είναι ευδιάκριτο...
στις σύνθετες λέξεις όμως τι ισχύει; π.χ. στο μεταβαίνω; Θεωρούμε πώς το πρώτο συνθετικό είναι πρόθεση ;
 

Inachus

Member
στις σύνθετες λέξεις όμως τι ισχύει; π.χ. στο μεταβαίνω; Θεωρούμε πώς το πρώτο συνθετικό είναι πρόθεση ;
Σε ορισμένες νεότερες γραμματικές τα "κατά-, διά-, επι-, υπο-, εκ-, εν- κ.ο.κ.", όταν είναι συστατικά λέξεων, δεν αναφέρονται καν ως προθέσεις αλλά ως παραγωγικά προθήματα. Δεν υπάρχει, δηλαδή, σύνθεση αλλά παραγωγή.

Όταν όμως δεν είναι συστατικά λέξεων αλλά χρησιμοποιούνται ελεύθερα στον λόγο, π.χ. "προ Χριστού", είναι προθέσεις. Αντιγράφω έναν πίνακα από το σχολικό βιβλίο με τις προθέσεις που διακρίνονται σε κοινές και λόγιες/αρχαιοπρεπείς:

Κοινές
Λόγιες (απαρχαιωμένες)
αντί, από, για, δίχως, εναντίον, εξαιτίας, έως, ίσαμε, κατά, με, μετά, μεταξύ, μέχρι, παρά, πριν, προς, σαν, σε, χωρίς, ως.ανά, άνευ, διά, εις, εκ, εκτός, εν, ένεκα, εντός, επί, κατόπιν, λόγω, μείον, μέσω, περί, πλην, προ, συν, υπέρ, υπό, χάριν.

8. Προθέσεις (ebooks.edu.gr)
 
Last edited:

Earion

Moderator
Staff member
Κοινές​
Λόγιες (απαρχαιωμένες)
αντί, από, για, δίχως, εναντίον, εξαιτίας, έως, ίσαμε, κατά, με, μετά, μεταξύ, μέχρι, παρά, πριν, προς, σαν, σε, χωρίς, ως.ανά, άνευ, διά, εις, εκ, εκτός, εν, ένεκα, εντός, επί, κατόπιν, λόγω, μείον, μέσω, περί, πλην, προ, συν, υπέρ, υπό, χάριν.
Αυτή η λεξούλα (απαρχαιωμένες) πολύ μου κάθησε στο στομάχι. Απ' όσο θυμάμαι η έννοια της λέξης «απαρχαιωμένος» είναι ότι έχει εκπέσει από την καθημερινή χρήση, πράγμα που δεν συμβαίνει (νομίζω) για τις περισσότερες από αυτές.
 
Αυτή η λεξούλα (απαρχαιωμένες) πολύ μου κάθησε στο στομάχι. Απ' όσο θυμάμαι η έννοια της λέξης «απαρχαιωμένος» είναι ότι έχει εκπέσει από την καθημερινή χρήση, πράγμα που δεν συμβαίνει (νομίζω) για τις περισσότερες από αυτές.
Ναι, περίεργο. Τους ξέφυγε στη διόρθωση, φαντάζομαι. Τα παρουσιάζουν και σαν να είναι συνώνυμα, που φυσικά δεν είναι.

απαρχαιωμένος:
Που είναι παλιός και ταυτόχρονα ακατάλληλος να καλύψει τις ανάγκες της σύγχρονης εποχής.

λόγιος:
Που ανήκει ή αναφέρεται στον καλλιεργημένο γραπτό λόγο και το επίσημο ύφος, σε αντιδιαστολή με το λαϊκό

(ΜΗΛΝΕΓ)
 

Zazula

Administrator
Staff member
Κτγμ δεν εξισώνονται οι δύο έννοιες στο σχολικό βιβλίο (δλδ ότι λόγιες = απαρχαιωμένες), αλλά εξηγείται ότι τις λόγιας προέλευσης προθέσεις κατά κανόνα τις βρίσκουμε σε γλωσσικά απολιθώματα, οι δε νέες παραγωγές με βάση αυτές γίνονται ακριβώς για να δώσουν την αίσθηση του "λογιοτάτου", απαρχαιωμένου (συχνά δε και κωμικού ή κοροϊδευτικού) ύφους.
 
Top