Εσείς πεθυμάτε ή πιθυμάτε;

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
«Πόσο σε πεθύμησα» μεταφράζω, αλλά ο διορθωτής του Word επιμένει: «Πιθύμησα»!
Ο (γκουγκλο)διορθωτής του Χρώμιου (Chrome) όμως διαφωνεί. Αυτός θέλει «πεθύμησα».

Εσείς τι χρησιμοποιείτε; Ποιο θα χρησιμοποιούσατε σε σημερινό διάλογο και, το κυριότερο, θα διορθώνατε το άλλο;
 
Θα χρησιμοποιούσα το πρώτο -- και μάλλον θα διόρθωνα το δεύτερο. Δεν μ' αρέσει καθόλου το "σε πιθύμησα".
 
Εγώ ομολογώ ότι δεν έχω δει ποτέ "πιθύμησα"· ούτε καν το έχω ακούσει. Ακόμη και στο ΛΚΝ είναι "πεθυμώ" το λήμμα.
 
Τα ίδια κι από δω. Λέω πεθυμάω/πεθύμησα και θα το διόρθωνα το άλλο, εκτός αν προηγείται το "ε": επιθύμησα. Τη μουρφή πιθύμησα δεν την αναγνουρίζου με τίπουτι.
 
Ούτε εγώ είχα ξαναδεί ή ξανακούσει πιθύμησα. Δεν ξέρω αν είναι καθαριστικό δημιούργημα (σ' επιθύμησα > σε 'πιθύμησα) ή ιδιωματικό, όπως λέει ο Θέμης.
 
Συμπληρωματικά, εντελώς σκόρπια:
Στον Ερωτόκριτο- Kι αν επεθύμησα κ' εγώ, τά πεθυμήσαν κι άλλοι (Ε 1469).
Στον Μακρυγιάννη- ... νοικοκυραίους, οπού πεθύμησαν την εξουσίαν τους και στείλαν και τους κάλεσαν...
Πουθενά κάποιος τύπος του *πιθυμώ. Αλλά π.χ., από τις πολλές εμφανίσεις του επιθυμώ (=θέλω) στον Μακρυγιάννη, μια-δυο θα μπορούσαν να εκληφθούν σημασιολογικά σαν πεθυμάω.
 
Το πιθύμησα θα το διόρθωνα σε πεθύμησα, εκτός αν το κείμενο ήταν σε τοπικό ιδίωμα.
Σι πιθύμ'σα, τσόνα μ'!

Την πιθυμιά μάλλον όχι - κρίνοντας βέβαια πάλι με βάση το ύφος του κειμένου, αν και για να γράψει κάποιος πιθυμιά, μάλλον θα ξέρει τι κάνει:

Φεύγω τ’ αλόγου την ορμή και του σπαθιού τον τρόμο.
T’ ονείρου μάταια πιθυμιά, κι’ όνειρο αυτή ’ν’ η ίδια!
Eγύρισε η παράξενη του κόσμου ταξιδεύτρα,
Mούπε με θείο χαμόγελο βρεμένο μ’ ένα δάκρυ:
Kόψ’ το νερό στη μάνα του, μπάσ’ το στο περιβόλι,
Στο περιβόλι της ψυχής το μοσχαναθρεμμένο.
http://www.snhell.gr/anthology/content.asp?id=433&author_id=47

Φεύγω τ' αλόγου την ορμή - Νένα Βενετσάνου

 
Υποθέτω ότι προκύπτει από σε επεθύμησα > σ' επεθύμησα > σε πεθύμησα.

Ποιος θα τολμήσει τώρα να πει ότι στην προστακτική πρέπει να πούμε: επιθύμησέ με > πιθύμησέ με. :)
 
Και στο Λεξισκόπιο πεθυμάω. Πώς βρέθηκε αυτό το πιθύμησα στον διορθωτή του Word 10, απορίας άξιο.
 
Υποθέτω ότι προκύπτει από σε επεθύμησα > σ' επεθύμησα > σε πεθύμησα.

Ποιος θα τολμήσει τώρα να πει ότι στην προστακτική πρέπει να πούμε: επιθύμησέ με > πιθύμησέ με. :)

Θα μπορούσα να πω ότι αυτή η προστακτική δεν χρησιμοποιείται ποτέ -δεν μπορώ να σκεφτώ περίσταση που να απαιτεί κάποιον να πει "πεθύμησέ με". Ωστόσο το ΛΚΝ, τουλάχιστον, λέει ότι η σειρά είναι πεθυμώ<επεθυμώ<επιθυμώ. Δεν βάζει μέσα χρονική αύξηση.
 
Παρακαλώ να προσθέσετε ακόμη μία ψήφο στο "πεθύμησα". Το άλλο, ούτε κι εγώ το είχα ξαναδεί.
 
Πεθύμησα, κι εγώ. Στα βαριά σεκλέτια, αποθύμησα
O Writer του OpenOffice, τα έχει σωστά, πάντως. Και ο διορθωτής του firefox.
 
Χμμμ, ας τεκμηριώσω και τα χούγια του διορθωτή του Word 10:

attachment.php
 

Attachments

  • από Word.JPG
    από Word.JPG
    42.2 KB · Views: 334
Στη Λεξιλογία, ό,τι αρχίζει με πόνο τελειώνει με τραγούδι!
 
Back
Top