Ήλθον, είδον και απήλθον

nickel

Administrator
Staff member
Γνωστότερο διεθνώς είναι το Veni, vidi, vici του Ιούλιου Καίσαρα (στον Σουητώνιο).
«I came, I saw, I conquered» στα αγγλικά, «Je suis venu, j'ai vu, j'ai vaincu» στα γαλλικά.
Ήλθον, είδον, ενίκησα (στον Πλούταρχο).

Στο Βήμα:
Μερικούς μήνες αργότερα ο Καίσαρ εκστράτευσε εναντίον του βασιλιά του Πόντου Φαρνάκη B', τον οποίο νίκησε κοντά στη Ζέλα τον Αύγουστο του 47 π.X. Τη νίκη του αυτή ο Καίσαρ ανήγγειλε στον φίλο του Γάιο Μάτιο με τη θρυλική φράση: «veni, vidi, vinci» («ήλθα, είδα, ενίκησα»).

Συνηθισμένη ανορθογραφία το vinci. Το σωστό είναι vici, αόριστος του vincere.

Στο κάτω μέρος θα βρείτε και μια μικρή λίστα με λατινικές φράσεις που κυκλοφορούν στο διαδίκτυο, π.χ. εδώ:
http://www.express.gr/xrhstika/level1/162oz_20071207162.php3

Μπήκε ερώτημα στο μπλογκ του Σαραντάκου για την προέλευση του γνωστού στα ελληνικά «Ήλθον, είδον και απήλθον» και, με τη βοήθεια του κ. Λ.-Δ. Παπαδέα, βρέθηκε στα αποσπάσματα του Δημόκριτου το:
ὁ κόσμος σκηνή, ὁ βίος πάροδος· ἦλθες, εἶδες, ἀπῆλθες.

Αφού μιλάμε για σκηνή, η πάροδος —που ήταν η πλαϊνή είσοδος στην ορχήστρα του αρχαίου θεάτρου— εδώ είναι, κατά συνεκδοχή, η είσοδος του χορού στην ορχήστρα και το χορικό που έψαλλε, και γενικότερα το πέρασμα από τη σκηνή, η παράσταση.

Δεν βλέπω να υπάρχει παγιωμένη μετάφραση, οπότε διαλέγω μία:
The world is a stage, life a passage. You came, you saw, you left.

Το τσιτάτο το ξεσήκωσε ο Σέξπιρ (δεν έψαξα αρκετά ώστε να εντοπίσω την πηγή του) και το χρησιμοποιεί στο As You Like It (2,7), εκεί που ο Jaques μιλάει για τις εφτά ηλικίες του ανθρώπου (που θα πρέπει να εμπλουτίσουν το σχετικό νήμα του εφτά):
[Πω πω, δεν πρόλαβα να το πω και μπήκε! Για την ακρίβεια, δεν πρόλαβα να το γράψω και έπεσε η καρπαζιά-υπενθύμιση: το έχει ήδη αναφέρει ο Philip, αλλά ο φτωχός έψαξα για «ηλικίες». Καλά να μη δουλεύει το μυαλό, άμα δεν δουλεύει και το ψάξιμο, την έχουμε πατήσει.]

All the world's a stage
And all the men and women merely players:
They have their exits and their entrances
And one man in his time plays many parts,
His acts being seven ages. At first the infant,
Mewling and puking in the nurse's arms;
Then the whining schoolboy with his satchel
And shining morning face, creeping like snail
Unwillingly to school; and then the lover,
Sighing like furnace, with a woeful ballad
Made to his mistress' eyebrow; then a soldier,
Full of strange oaths and bearded like the pard,
Jealous in honour, sudden, and quick in quarrel,
Seeking the bubble 'reputation'
Even in the cannon's mouth; and then the justice,
In fair round belly with good capon lined,
With eyes severe and beard of formal cut,
Full of wise saws and modern instances -
And so he plays his part; the sixth age shifts
Into the lean and slippered pantaloon,
With spectacles on nose and pouch on side,
His youthful hose well saved - a world too wide
For his shrunk shank - and his big manly voice,
Turning again toward childish treble, pipes
And whistles in his sound; last scene of all
That ends this strange eventful history
Is second childishness and mere oblivion,
Sans teeth, sans eyes, sans taste, sans everything.

Έχω τις μεταφράσεις του Ρώτα και του Μπελιέ για τον παραπάνω «μονόλογο» και θα τις παραθέσω κάποια στιγμή, αν και δεν με εντυπωσιάζουν. Αν έχετε κάποια άλλη, θα είναι λίαν ευπρόσδεκτη.
 

Attachments

Αν το μυαλό δε(ν) δουλεύει, δε(ν) δουλεύει ούτε το ψάξιμο.

Τυχαία βρέθηκα εδώ και μου αρέσει.;-)
Παραθέτω τη(ν) δική μου μετάφραση του παραπάνω μονόλογου.
Protropos.

Όλος ο κόσμος είναι μια σκηνή,
Και όλοι οι άνδρες και οι γυναίκες μόνον ηθοποιοί

Έχουν τις εισόδους και τις εξόδους τους,
Και κάθε άνθρωπος στον χρόνο του πολλούς ρόλους υποδύεται,
Οι πράξεις του επτά ηλικίες.

Πρώτα, το βρέφος,
Που κλαψουρίζει και ξερνά στην αγκαλιά της παραμάνας· (too old to remember)

Ύστερα, το γκρινιάρικο σχολιαρόπαιδο με τη σάκα,
Με πρόσωπο λαμπερό το πρωινό, που σέρνεται σαν σαλίγκαρος,
Απρόθυμο προς το σχολείο· (Καμμιά φορά ο εγγονός μου)

Κι έπειτα ο εραστής,
Που αναστενάζει σαν καμίνι, με θλιμμένη μπαλάντα
Για το φρύδι της αγαπημένης του· (εσαεί εγώ)

Κατόπιν ο στρατιώτης,
Που βλαστημά παράξενους όρκους και φέρει γένι ως λεοπάρδαλη,
Ζηλότυπος στην τιμή, απότομος, γοργός στους καβγάδες,
Που κυνηγά τη σαπουνόφουσκα «δόξα»,
Ακόμη και στο στόμα του κανονιού· (δυστυχώς ο γιος μου)

Ύστερα ο δικαστής,
Με καλοθρεμμένη, στρογγυλεμένη κοιλιά, από παχύ χοιρινό γεμισμένη,
Με αυστηρά μάτια και γένι κομμένο επισημότατα,
Γεμάτος σοφές παροιμίες και σύγχρονα παραδείγματα —
Κι' έτσι κι' αυτός τον ρόλο του παίζει· (I' ve been there)

Η έκτη ηλικία γέρνει
Σε λιγνό, παντοφλορεμένο γεροντικό άνδρα,
Με γυαλιά στη μύτη και πουγκί στο πλευρό (sans πουγκί),
Τα νεανικά του σώβρακα καλοφυλαγμένα
— κόσμος πολύ φαρδύς για το συρρικνωμένο του ποδάρι —

Και η δυνατή ανδρική του φωνή
Να ξαναγίνεται παιδική, τσιριχτές φωνούλες,
Ψιθυρίσματα και ρόγχος σφυριχτός και τέλος.
Η τελευταία σκηνή που κλείνει αυτή την αλλόκοτη και γεμάτη συμβάντα ιστορία,
Είναι δεύτερη παιδικότητα και απόλυτη λήθη,
Χωρίς δόντια, χωρίς μάτια, χωρίς γεύση, χωρίς τα πάντα. (καθ' οδόν)

Sans teeth, sans eyes, sans taste, sans everything

Δείξτε κατανόηση, πρώτη φορά το κάνω.
 
Back
Top