metafrasi banner

consilience

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
Wikipedia:

In science and history, consilience (also convergence of evidence or concordance of evidence) refers to the principle that evidence from independent, unrelated sources can "converge" to strong conclusions. That is, when multiple sources of evidence are in agreement, the conclusion can be very strong even when none of the individual sources of evidence are very strong on their own. Most established scientific knowledge is supported by a convergence of evidence: if not, the evidence is comparatively weak, and there will not likely be a strong scientific consensus.

The principle is based on the unity of knowledge; measuring the same result by several different methods should lead to the same answer. For example, it should not matter whether one measures the distance between the Great Pyramids of Giza by laser rangefinding, by satellite imaging, or with a meter stick - in all three cases, the answer should be approximately the same. For the same reason, different dating methods in geochronology should concur, a result in chemistry should not contradict a result in geology, etc.

The word consilience was originally coined as the phrase "consilience of inductions" by William Whewell ("consilience" refers to a "jumping together" of knowledge).
 
Εδώ, αντίλογος για την απόδοση με τον όρο σύναλμα σε τίτλο συναφούς βιβλίου.

Επίσης, για τη σύμφραση "consilience of inductions" βρήκα δύο ευρήματα με «σύγκλιση επαγωγών».

Οι όροι δεν φαίνεται να έχουν ευρύτερη διάδοση.
 
Καλή είναι η σύγκλιση των επαγωγών σαν λύση εκεί όπου δεν επιβάλλεται η δημιουργία νέου όρου. Εκεί που το consilience κάνει παρέα με το coincidence, έχουμε τη σύμπτωση. Αν όμως θέλουμε νέο όρο, η επιλογή που έγινε για το βιβλίο είναι κακή. Υπάρχει η αρχαία πήδηση και μπορούμε να πούμε συμπήδηση. Έχουμε ήδη αναπήδηση, υπερπήδηση, μεταπήδηση, και στην εκκλησία την εισπήδηση.
 
Μια και έφερες που έφερες αυτόν το δύσκολο όρο εδώ, αξίζει να δούμε την εγγραφή στο OED, με την πρώτη του εμφάνιση:

consilience
The fact of ‘jumping together’ or agreeing; coincidence, concurrence; said of the accordance of two or more inductions drawn from different groups of phenomena.

   1840 Whewell Philos. Induct. Sc. II. 230 Accordingly the cases in which inductions from classes of facts altogether different have thus jumped together, belong only to the best established theories which the history of science contains. And, as I shall have occasion to refer to this particular feature in their evidence, I will take the liberty of describing it by a particular phrase; and will term it the Consilience of Inductions.    1847 ― Hist. Induct. Sc. II. 582 Such coincidences, or consiliences‥are the test of truth.    1861 Mill Utilit. 94 The consilience of the results of both these processes, each corroborating and verifying the other.
 
Αφού ο όρος χρησιμοποιήθηκε για κάτι σαν διεπιστημονική/διακλαδική σύγκλιση, αναρωτιέμαι γιατί δεν ψάχνουμε/φτιάχνουμε όρους σαν π.χ. διασύγκλιση ή διασυμφωνία. Να πάμε, δηλαδή, λίγο πιο κοντά στην ουσία της έννοιας του όρου.

Η έννοια «σύγκλιση των επαγωγών» ξεκάρφωτα, χωρίς να συνοδεύεται από την ερμηνεία του Γουίγουελ, είναι ακατανόητη. Πρέπει πρώτο να ξέρεις ή να καταλάβεις (το σχετικά πιο εύκολο) ότι οι αναφερόμενες επαγωγές είναι οι λογικές επαγωγικές διαδικασίες και δεύτερο ότι αυτές οι επαγωγικές διαδικασίες προέκυψαν σε διαφορετικούς επιστημονικούς κλάδους ή, αν ενδοκλαδικά, τότε με ριζικά διαφορετικό τρόπο μελέτης ενός φαινομένου.
 
Εδώ, αντίλογος για την απόδοση με τον όρο σύναλμα σε τίτλο συναφούς βιβλίου.
Και εδώ, η απάντηση του εκδότη στην κριτική. Αξίζει να αναφέρω ότι, όπως πληροφορήθηκα στο μεταξύ, από την έκδοση του βιβλίου και τον ανωτέρω διάλογο μέσω της εφημερίδας και μετά, δεν έχει προταθεί άλλη απόδοση αντί του όρου σύναλμα.
 
Ο Ησύχιος (και μόνο αυτός) έχει:
<συνάλματα>· συμπηδήματα
Καμία από τις δύο λέξεις δεν υπάρχει στην αρχαία γραμματεία.

Κατά τ' άλλα, παραμένω στα όσα έγραψα στο #3. Οι αρχαίοι δεν χρησιμοποιούσαν το άλμα για να φτιάξουν σύνθετες λέξεις. Χρησιμοποιούσαν την πήδηση (πήδησις, αναπήδησις, αποπήδησις, διαπήδησις, εκπήδησις, επιπήδησις, μεταπήδησις) και το πήδημα. Τα σύνθετα της πήδησης παραμένουν η καλύτερη σημερινή επιλογή. Όταν κάνει μπαμ ότι προτιμούμε την πήδηση από τα αρχαία χρόνια, γιατί να προτείνω το άλμα; Όταν τα ουσιαστικά αυτά έχουν αμέσως έτοιμο και το ρήμα τους, γιατί να μη βάλω συμπήδηση και συμπηδώ δίπλα στα μεταπήδηση και μεταπηδώ; Και τι θα πει «δεν έχει προταθεί άλλη απόδοση αντί του όρου σύναλμα»; Να, σήμερα που τέθηκε το θέμα, ήρθε και η πρόταση.
 
Συμφωνώ ότι το σύναλμα προκαλεί δυσκολίες αν χρειαστούμε το ρήμα του, συνάλλομαι. Από την άλλη, πώς θα πούμε όποιον πραγματοποιεί πήδηση; Πηδητή ή άλτη;
 
Ενδιαφέρον παρουσιάζει και το επίθετο: Το ΛΝΕΓ και ο Γεωργακάς έχουν τα αλτικός - αλτικότητα (κι όσοι έχουν ακούσει έστω και μία φορά περιγραφή αγώνα μπάσκετ γνωρίζουν ότι αυτή είναι η λέξη που χρησιμοποιούν όλοι), αλλά το ΛΚΝ —στον κόσμο του— δεν λημματογραφεί τη λέξη (την έχει μόνο στην ετυμολογία τού άλτης) κι έχει το πηδητικός (που λείπει απ' το ΛΝΕΓ).
 
Back
Top