metafrasi banner

preventer tack

shiba

¥
Το "preventer tack" είναι ένα είδος χοντρού κάβου... Υπάρχει αντίστοιχος όρος στα ελληνικά;

Ευχαριστώ!
 

nickel

Administrator
Staff member
Τι σού 'χω: Λεξικό ναυτικών όρων! Όπου:
Στάντζος ή στράλι : Καραβόσχοινο το οποίο, καθώς είναι στερεωμένο στο κατάστρωμα, στηρίζει τον ιστό εντός πλοίου από τη μεριά της πλώρης.
 

shiba

¥
Την ευχή μου!!!! Έχω ένα λεξικό ναυτικών όρων της κακιάς ώρας, ένα άλλο περί κατασκευής καραβιών αλλά πού να καταλάβω τι αντιστοιχεί πού.... Με σώζεις! Είναι σίγουρα-σίγουρα ο συγκεκριμένος όρος; Διότι ζαλίστηκα "ολίγον τί" που έλεγε και ο Χατζηχρήστος , χαχαχα...
 

Zazula

Administrator
Staff member
Πάντως εγώ βρίσκω στάντζος = fore stay, headstay, και στράλι = stay. Για το preventer tack βρήκα ένα κόντρα μούρα.
 

shiba

¥
Πάντως εγώ βρίσκω στάντζος = fore stay, headstay, και στράλι = stay. Για το preventer tack βρήκα ένα κόντρα μούρα.

Αυτό θα είναι... Διότι στα ισπανικά είναι contraamura και στα γαλλικά fausse amure...

Zazula, μπορώ να ρωτήσω ποια είναι η πηγή σου;
 

Zazula

Administrator
Staff member
Zazula, μπορώ να ρωτήσω ποια είναι η πηγή σου;
Η σκέψη ότι το Τεχνικό τής Michigan έχει preventer (brace / sling / shroud) = κόντρα (μπράτσο / κόβα / ξάρτι) και tack = μούρα, σε συνδυασμό με το ισπανικό μετάφρασμα.
 

nickel

Administrator
Staff member
Να πει τίποτα κι ο Σαραντάκος, που διαβάζει ναυτικά διηγήματα. Γιατί αυτή η μούρα δεν ξέρω πόσο γνωστή είναι. (Εδώ μόνο βρήκα «της μούρας».)

Λέει λοιπόν σε μια σελίδα του συνονόματου (Βασίλη Λούλη, Ο γυρισμός):
άναψα το φανάρι του στάντζου[2] και τώρα έκανα το καφεδάκι μου και κάθομαι στις πίντες
και εξηγεί:
[2] στάντζο = το φανάρι που ανάβει στο καράβι, μπροστά στην πλώρη, όταν είναι αγκυροβολημένο.

Και αναρωτιέμαι: δεν είναι ο στάντζος το σκοινί, και φανάρι το φανάρι του στάντζου;
 

Zazula

Administrator
Staff member
Γιατί αυτή η μούρα δεν ξέρω πόσο γνωστή είναι.
Πιστεύω εις ένα Λεξικό, Πρωίας το λεγόμενον:

μούρα (η) (ναυτ.) πρόπους ιστίου || ποδωτήρ τού ακατίου

πρόπους, -οδος (ο) (ναυτ.) σχοινίον εντείνον τον ποδεώνα μεγάλου μεν ιστίου προς την πρώραν (κοιν. κούντρα), παριστίου δε προς τα έξω (κοιν. μούρα)

ποδωτήρ (ο) (ναυτ.) προώστης εφηρμοσμένος εις την παρειάν ιστιοφόρου πλοίου, χρησιμεύων όπως διερχόμενος δι' αυτού εντείνεται ο πρόπους του ακατίου, η μούρα του τρίγκου
 

nickel

Administrator
Staff member
Ε σιγά τα πράγματα, μη μας πουλάς... μούρα τώρα, τα γράφει κι ο Δημητράκος αυτά. Αλλά στο Ναυτικό μου (του Κουρμπέλη) λέει ότι η μούρα είναι bumkin, bumpkin, δηλ. A short boom projecting from each bow of a ship, to extend the lower edge of the foresail to windward (OED).

Και είπαμε: το ναυτικό το απέφυγα. Αυτά σαν ξένη γλώσσα είναι.
 

nickel

Administrator
Staff member
And the plot thickens, αλλιώς: το μπέρδεμα συνεχίζεται. ΠαπΛεξ στο πρόπους:
σχοινί που χρησιμοποιείται ιδίως για τον χειρισμό τών ιστίων, πανιών κατά την πλαγιοδρομία ενός ιστιοφόρου πλοίου, αλλ. μούρα ή κούντρα

αλλά στη μούρα:
ξύλινη ή σιδερένια δοκός η οποία προβάλλει έξω από τις πλευρές τού πλοίου και χρησιμεύει για τη διάβαση και ένταση τών προπόδων τού ακάτιου ιστού.
 

Zazula

Administrator
Staff member
Άσπρα μούρα, μαύρα μούρα... :D Είπαμε η μούρα έχει δύο σημασίες (βλ. προηγούμενο μήνυμά μου): πρόπους είναι το tack, και ποδωτήρ είναι το bum(p)kin/boomkin. To tack λέγεται και μούρα κουρτελάτσας, ενώ ο πρόπους τής μεγίστης (main tack) δεν είναι κάποια μούρα, αλλά η κόντρα μαΐστρα. (Όποιος κατάλαβε θα τον κεράσει καφέ ο nickel και γλυκό εγώ! :))
 

Zazula

Administrator
Staff member
Επίσης και Βοσταντζόγλου (395. ΣΧΟΙΝΙΑ ΠΛΟΙΟΥ): πρόπους κ. κόντρα, μούρα | πρότονος κ. στάντζος.
 

nickel

Administrator
Staff member
Αρκετά με αυτή την... κόντρα. Πάμε τώρα στον ιστό του παπαφίγκου, κοινώς μικρό τσιμπούκι. Και μη μου κάνεις ρελάνς με τον ιστό της γάμπιας (το μεγάλο τσιμπούκι).
 

Zazula

Administrator
Staff member
Για μιας χάι μούρας τ' άδικο, μπάρκαρα σε γκαζάδικο... :D
 
Top