palo/ pali

Καλημέρα!

Η πρότασή μου λέει σχετικά με ένα αναπαλαιωμένο βενετσιάνικο palazzo:

"On avait repeint les pali que coiffait la corne ducale, restauré la façade et meublé d' étoffes claires les grandes pièces humides dont les boiseries moisissaient."

Βρήκα ότι palo στα ιταλικά σημαίνει "στύλος". Γνωρίζετε τι ακριβώς μπορεί να είναι στην προκειμένη περίπτωση αυτά τα pali που αποτελούν μέρος του κτιρίου και που τα στεφανώνει/ κοσμεί ο σκούφος του δόγη;

Ευχαριστώ πολύ.
 
Είναι οι πάσσαλοι με τις ρίγες που δένουν τις γόνδολες και που υπάρχουν σε όλα τα κανάλια, με επιστέγασμα εκείνο το πιπιρόλι που μοιάζει περισσότερο με ρώγα του μπιμπερού (άντε, του μπιμπερό, άκλιτο, κατά τον Ντιντερό) παρά με το κέρατο στο σκούφο του Δόγη. Poles στα αγγλικά.

Πολλοί πάσσαλοι εδώ. Στην παρακάτω εικόνα μόνο δύο:

Venice-Poles-Pro-Final-Web.jpg


Και το καπέλο του δόγη:

Bellinidoge.jpg
 
Back
Top