metafrasi banner

missionary linguist

missionary-linguist (plural missionary-linguists)

A missionary who seeks to study a people's language in order to facilitate conversion.

(από το wiktionary)

Υπάρχει όρος στα ελληνικά; Από την αναζήτησή μου δεν βρίσκω κάποιον και προσανατολίζομαι σε περιφραστική λύση.
 

nickel

Administrator
Staff member
προσανατολίζομαι σε περιφραστική λύση

Προτείνω την αυτολεξεί με τα εισαγωγικά και την ερμηνευτική παρένθεση:
ένας «ιεραπόστολος – γλωσσολόγος» (που μελετά μια γλώσσα για τον αποτελεσματικότερο θρησκευτικό προσηλυτισμό των ομιλητών της)

Τα διαστήματα αριστεροδέξια του ενωτικού μπήκαν για τους σκοπούς του προγράμματος και μόνο.
 
Top