metafrasi banner

marketing = μάρκετινγκ κ.ά.

nickel

Administrator
Staff member
Ο επίσημος ελληνικός όρος για το μάρκετινγκ είναι αγοραλογία (επίθ. αγοραλογικός). Δεν γνωρίζω την πατρότητα του όρου, μια και τον έχει υιοθετήσει και το Γραφείο Επιστημονικών Όρων και Νεολογισμών της Ακαδημίας. Στην (κλειστή στο Γκουγκλ) βάση του teleterm θα βρούμε διάφορους συνδυασμούς καθώς και άλλες αποδόσεις (αγοραλόγηση [όρος για τη μεταβατική χρήση της λέξης], εμπορική προώθηση, προώθηση στην αγορά, και το αναπόφευκτο μάρκετινγκ).

Αντιγράφω (για να έχει και το Γκουγκλ να βρίσκει):

customer marketing = αγοραλογία πελάτη
focused marketing plan = εστιασμένο αγοραλογικό σχέδιο
in-depth marketing expertise = σε βάθος αγοραλογική εμπειρογνωσία
marketing = αγοραλογία, μάρκετινγκ, αγοραλόγηση, εμπορική προώθηση, προώθηση στην αγορά
marketing activity = αγοραλογική δραστηριότητα
marketing and sales community = κοινότητα αγοραλογίας και πωλήσεων
marketing and sales strategies and programmes = στρατηγικές και προγράμματα μάρκετινγκ και πωλήσεων
marketing argument = αγοραλογικό επιχείρημα
marketing aspect = έποψη αγοραλογίας
marketing campaign = αγοραλογική εξόρμηση
marketing capability = αγοραλογική ικανότητα
marketing expertise = αγοραλογική εμπειρογνωσία
marketing forum = φόρο αγοραλογίας (!), φόρουμ αγοραλογίας
marketing information system = σύστημα πληροφοριών μάρκετινγκ, σύστημα πληροφοριών αγοραλογίας
marketing intelligence = αγοραλογική περιγνωσία
marketing objective = αγοραλογικός αντικειμενικός στόχος
marketing of internet products = αγοραλόγηση προϊόντων Ίντερνετ
marketing people = αγοραλογικό προσωπικό
marketing perspective = αγοραλογική προοπτική
marketing plan = σχέδιο αγοραλογίας, αγοραλογικό σχέδιο
marketing problem = αγοραλογικό πρόβλημα
marketing products = αγοραλόγηση προϊόντων
[Σημ. Η «αγοραλόγηση προϊόντων» αποτελεί μετάφραση κάποιου τίτλου. Ο αντίστοιχος όρος είναι product marketing, marketing of products. Σαν όρος, το marketing products αναφέρεται σε προϊόντα προώθησης των πωλήσεων.]
marketing programme = αγοραλογικό πρόγραμμα
marketing strategy = αγοραλογική στρατηγική
marketing team = ομάδα αγοραλογίας, αγοραλογική ομάδα
marketing training and development budget = προϋπολογισμός αγοραλογικής κατάρτισης και ανάπτυξης
Marketing Unit = Μονάδα Αγοραλογίας
MPC Marketing Counsil = συμβούλιο αγοραλογίας MPC
precision marketing project = έργο αγοραλογίας ακριβείας
senior marketing manager = ανώτερος διευθυντής αγοραλογίας
telemarketing services = υπηρεσίες τηλεαγοράς
well-managed marketing database = υπό καλή διαχείριση βάση δεδομένων αγοραλογίας

(Με αυτά κι αυτά, η σελίδα αυτή έχει ίσως περισσότερα «αγοραλογικός» απ’ όσα είχαν ως τώρα οι σέρβερ του Γκουγκλ.)

Το Οικονομικό Λεξικό των Χρυσοβιτσιώτη – Σταυρακόπουλου περιορίζεται στο «μάρκετινγκ» με επεξήγηση μέσα σε παρένθεση: «αρχές του εμπορεύεσθαι, εμπορία».

Το ΛΝΕΓ, στο λήμμα μάρκετινγκ, παραθέτει «ελλην. αγοραστική (επιστήμη, τέχνη)». Δεν αφιερώνει λήμμα ούτε στην αγοραστική ούτε στην αγοραλογία.

Στη Βικιπαίδεια, λήμμα μάρκετινγκ (όπου το «αγορ» εμφανίζεται μόνο σε μια «έρευνα αγοράς»!), υπάρχει και ο (εξίσου ατυχήσας) όρος μεθοδεμπορία.

Στις άλλες γλώσσες που φιλοξενούνται στην Wikipedia, έχουμε marketing ή ελαφρές παραλλαγές (π.χ. Esperanto «Merkatiko», Γαλλικά «Le marketing (appelé aussi par le néologisme mercatique)»), αλλά και π.χ. Τουρκικά: Pazarlama.

Όσοι χρησιμοποιούν τον όρο μάρκετινγκ, για το επίθετο γράφουν «του μάρκετινγκ» ενώ υφίστανται και οι ανεπίσημοι αλλά διαδεδομένοι όροι «μαρκετίστικος» και «μαρκετινίστικος».

Ο όρος τηλεαγορά (όχι «τηλαγορά») για το telemarketing είναι επίσης όρος (και) της Ακαδημίας: βλέπε ΔEΛTIO EΠIΣTHMONIKHΣ OPOΛOΓIAΣ KAI NEOΛOΓIΣMΩN, και ειδικότερα http://www.hri.org/forum/culture/d6ca.html και υφίσταται παράλληλα με το τηλεμάρκετινγκ (και τον μεταγραμματισμό «τελεμάρκετινγκ»).

Για το e-marketing, το ηλεκτρονικό μάρκετινγκ, υπάρχει η πρόταση Βαλεοντή ηλ-αγοραλογία (και η δική μου, ηλεμάρκετινγκ).
 
Για το e-marketing, το ηλεκτρονικό μάρκετινγκ, υπάρχει η πρόταση Βαλεοντή ηλ-αγοραλογία
Να με συμπαθάει ο κύριος Βαλεοντής, αλλά το έχουν προφέρει ποτέ ανθρώπινα χείλη αυτό το κατασκεύασμα; Όχι ότι η σκέτη αγοραλογία πάει πίσω δηλαδή...
 

nickel

Administrator
Staff member
το έχουν προφέρει ποτέ ανθρώπινα χείλη αυτό το κατασκεύασμα;

Αυτό προφέρεται εύκολα, υπάρχει άλλωστε στη σελίδα και οδηγός προφοράς: /ιλαγοραλογία/.

Σοβαρή δυσκολία στην προφορά παρουσιάζουν προτάσεις όπως ηλ-λύση ή το καινοφανές ηλ-λίστα.
 
Αυτό προφέρεται εύκολα, υπάρχει άλλωστε στη σελίδα και οδηγός προφοράς: /ιλαγοραλογία/.
Η ένστασή μου δεν αφορούσε τη δυσκολία προφοράς του όρου, αλλά το ότι πρόκειται για γλωσσικό εξάμβλωμα, κατά την ταπεινότατη γνώμη μου.

Σοβαρή δυσκολία στην προφορά παρουσιάζουν προτάσεις όπως ηλ-λύση ή το καινοφανές ηλ-λίστα.
Η λύση είναι το παχύ λάμδα. (Η κατανάλωση μεγάλης ποσότητας βύσσινου και άλλων γλυκών του κουταλιού χωρίς να πιείτε νερό βοηθάει αρκετά.)
 

dipylos

New member
Η κυριολεκτικότερη μετάφραση είναι "παρασιτισμός", αλλά προσκρούει στα συμφέροντα των παρασίτων.
 

Elena

¥
Αυτό προφέρεται εύκολα, υπάρχει άλλωστε στη σελίδα και οδηγός προφοράς: /ιλαγοραλογία/.
Που μας οδηγεί σφαίρα στην ιλαρολογία...
 

Zazula

Administrator
Staff member
Ο επίσημος ελληνικός όρος για το μάρκετινγκ είναι αγοραλογία (επίθ. αγοραλογικός). Δεν γνωρίζω την πατρότητα του όρου.
Αν δεν κάνω λάθος πατέρας του όρου αγοραλογία ήταν ο αείμνηστος καθηγητής Σπύρος Ζευγαρίδης [και για δωράκι, πάτε στη σελ. 84 (46 του pdf) του http://dspace.lib.uom.gr/bitstream/2159/3204/1/eea1976_5(1)_37-90.pdf για να διαβάσετε τι προβλήματα μπορεί να έχει (κατά τον Σ.Ζ.) στο μάρκετινγκ «ένα μήνυμα γραμμένο στα ελληνικά»].

Ένας άλλος καθηγητής (του οποίου μού διαφεύγει τώρα το όνομα) είχε προτείνει τον όρο εμποριολογία. Η λέξη χρησιμοποιείται (όπως βλέπετε κι από τις γκουγκλεύσεις), αλλά παρατηρώ ότι αλλού έχει τη σημασία «τεχνική των (εμπορικών) συναλλαγών», ενώ το ΛΚΝ δίνει ορισμό «επιστημονικός κλάδος που μελετά γενικώς την εξέλιξη και την οργάνωση του εμπορίου». Πάντως το Polylexicon τής Magenta δίνει το marketing ως μετάφρασμα της εμποριολογίας (μαζί με το science of commerce). Εφόσον βέβαια (κατά Χρυσ.) marketing είναι οι «αρχές του εμπορεύεσθαι», τότε στέκει και η εμποριολογία για να αποδώσει το μάρκετινγκ. Στα θετικά της εμποριολογίας μετρά το ότι υπάρχουν ο και η εμποριολόγος (στους όρους που παρέθεσες δεν είδα αγοραλόγος, αλλά μπορεί και να υπάρχει, λογουχάρη για το marketeer).

Τέλος, αν θυμάμαι καλά, η εμπορία (και όχι η *εμπορεία) ως ο ελληνικός όρος για το marketing είχε προταθεί από την ΕΕΔΕ.


ΥΓ1 Για το φόρο=forum μην τρελαίνεσαι, είναι γνωστή πρόταση για ελληνικοποίηση του όρου, βασισμένη σε δημιουργία από τον πληθυντικό fora (φόρα) κατά το κλιτικό πρότυπο των ουδέτερων της ελληνικής.

ΥΓ2 Να τονίσω ότι market research (έρευνα αγοράς) και marketing research (έρευνα μάρκετινγκ) δεν είναι το ίδιο πράγμα.
 
Και το ρήμα, πώς το αποδίδει η teleterm; Γιατί εγώ προτιμώ το "μάρκετιγκ", που είναι αυτό που λέει όλος ο κόσμος και μου δίνει και ρήμα "μαρκετάρω".
 

nickel

Administrator
Staff member
Πολλές παρατηρήσεις:

μάρκετιγκ ή μάρκετινγκ;
Ποιο ρήμα; Υπάρχει ρήμα άλλο από το to market;
Πρόσβαση στο teleterm για απορίες από το Search μας.
Ποιος σου δίνει «μαρκετάρω»;
 
Μάρκετινγκ, μάρκετιγκ, μάρκετιν (πάρκιν). Εγώ γράφω συνήθως νγκ, αλλά δε με νοιάζει και πολύ (οι προσωπικές μου σχέσεις με την ορθογραφία είναι καλές, αλλά οι ιδεολογικές μου κάκιστες).
Αυτό το ρήμα που λες. Εννοώ, στα ελληνικά τι ρήμα προτείνεται από τους αγοραλόγους: αγοραλογώ;
Τα αποτελέσματα του "μαρκετάρει" στο Google, αλλά και στην καθημερινή γλώσσα (promote = προωθώ και προμοτάρω | market = μαρκετάρω).
 

nickel

Administrator
Staff member
ΟΚ, μου αρέσει η προσέγγισή σου, μέσω του ρήματος. Το ρήμα market σημαίνει «διαθέτω στην αγορά με οργανωμένο τρόπο» (όπου ο οργανωμένος τρόπος περιλαμβάνει την έρευνα, τη διαφήμιση και τις διάφορες τεχνικές προώθησης που ονομάζουμε μάρκετινγκ). Αμέσως αμέσως, η μετάφραση αγοραστική φαίνεται σαν να παρεξηγεί τη σημασία της αγγλικής ουσιαστικοποιημένης μετοχής. Το μυαλό σου πηγαίνει περισσότερο στο «αγοράζω» (ενώ εδώ έχουμε «πουλώ») παρά στην «αγορά» ως χώρο.

Από την άλλη, η εμπορία και το εμπορεύεσθαι κλίνουν περισσότερο προς το trading παρά στις τεχνικές, στο πλασάρισμα, την «τοποθέτηση» του προϊόντος στην αγορά. Από αυτή τη σκοπιά, η εμπορική προώθηση (ιδίως ως μετάφραση του the marketing of a product) είναι ακριβέστερη αν και περιορίζεται στην αντιστοιχία προς το promotion.

Δυστυχώς, όποιο εναλλακτικό μπορώ να σκεφτώ αυτή τη στιγμή είναι είτε φλύαρο είτε τέρας. Γι’ αυτό, προσωπικά, προτιμώ το μάρκετινγκ για το ουσιαστικό. Για το ρήμα χρησιμοποιούνται διάφορα: διαθέτω στην αγορά, τοποθετώ, προωθώ. Το μαρκετάρω είναι μια μάλλον άχρηστη λέξη για κάποιο απ’ αυτά.
 

Zazula

Administrator
Staff member
Και γιατί τότε παραβλέπεις το εμποριολογώ (από την εμποριολογία); Επίσης, το μαρκετάρω δεν είναι καθόλου άχρηστο διότι καλύπτει την ανάγκη να λέμε μονολεκτικά το «εκτελώ τις λειτουργίες του μάρκετινγκ, δρω/ενεργώ στα πλαίσια των επιταγών του μάρκετινγκ». Επίσης, ω ρε τι ασκό άνοιξες με τα διαθέτω στην αγορά, τοποθετώ και προωθώ που ανέφερες... Το διαθέτω στην αγορά δεν αποτελεί απλή δήλωση ότι έχω καταστήσει ένα προϊόν διαθέσιμο στην αγορά και τίποτε άλλο· και γιατί να μην καλύπτεται από ένα offer ή turn over; Επίσης με το τοποθετώ εννοείς το position ή το place — μάλλον το δεύτερο διότι για το position βλέπω το χωροθετώ; Και τέλος το προωθώ είναι promote (που γίνεται και προμοτάρω), οπότε ποιο απ' όσα ανέφερες καλύπτεται από το υπερώνυμνο μαρκετάρω (κι έχει κι άλλες πολλές παραφυάδες το μαρκετάρισμα); :)
 

nickel

Administrator
Staff member
Νομίζω (γιατί δεν το βασάνισα ιδιαίτερα) ότι, αν δεις παραδείγματα του «μαρκετάρουν» στο Γκουγκλ, λίγο-πολύ «προωθώ» θέλει να πει το καθένα. Και θα υπήρχαν περισσότερα αν δεν είχε προϋπάρξει το εξίσου άχρηστο «προμοτάρω». Σ' αυτές τις περιπτώσεις το «προωθώ» παίρνει έτσι κι αλλιώς την όποια διευρυμένη σημασία του ρήματος market (ρίχνω κάτι στην αγορά και φροντίζω να κολυμπήσει). Το «εμποριολογώ» δεν μπορεί να παίξει τέτοιο ρόλο. Να πούμε «Ξέρουν να εμποριολογούν τα προϊόντα τους»; Θα μας πάρουν με τις ντομάτες!

Προσθήκη (Ξέχασα να απαντήσω για το «διαθέτω»): Η αρχική σημασία του ρ. market είναι αυτή ακριβώς, χωρίς τα υπόλοιπα που έφερε η εποχή μας: διαθέτω κάτι στην αγορά, πουλάω.
 
Last edited:

Zazula

Administrator
Staff member
Ελπίζω να δείξεις κατανόηση στην αδυναμία μου να αποδεχτώ τη συρρίκνωση των 4 P's του μίγματος μάρκετινγκ σε μόνο ένα (προωθώ)! :)
 
Θα αποπειραθώ μια συμβιβαστική λύση ανάμεσα στον καμψία γάτο και στον πρώην. Τι μας ενοχλεί να υπάρχουν τα ρήματα προωθώ και μαρκετάρω ως συνώνυμα; Τι παναπεί "άχρηστο"; Βλαβερό να μην είναι (=κακοσχηματισμένο κττ.), και άχρηστο για κάποιους ας είναι: για άλλους θα είναι χρήσιμο. Κι αν έχω μια μετοχή marketed, πόσο καλά στέκει το "προωθημένο"; Το θέμα δεν είναι να φυτέψουμε ένα δέντρο καλαμιά στον κάμπο (μάρκετινγκ), αλλά μια οικογένεια δέντρων (μάρκετιν[γκ], μαρκετάρω, μαρκεταρισμένο...), χωρίς βέβαια να αρνούμαι ότι κι εγώ χρησιμοποιώ συστηματικά το ρήμα προωθώ. Αλλά δε με χαλάει το μαρκετάρω, αντιθέτως... γελάνε τ' αφτιά μου όταν τ' ακούω...
 

nickel

Administrator
Staff member
Έκανα καθυστερημένη προσθήκη επάνω. Επιμένω ότι το ρ. market δεν έχει ταύτιση με τη σύγχρονη σημασία του marketing. Αν ωστόσο χρησιμοποιείται με ολόκληρο το κουστουμάκι, ένας μεταφραστής μπορεί να περιοριστεί στα κλασικά, π.χ. πώς να κάνετε σωστό μάρκετινγκ του προϊόντος σας. Και η πιάτσα ας λέει μαρκετάρω.

(Τώρα δεν πρόλαβα τον Costas. Με βαραίνει ο μπαλτάς.)
 
Είναι αυτό που σου λέω, να βγαίνει ειδοποίηση ότι κάποιος ποστάρισε την ώρα που εσύ ακόμα γράφεις. Η λύση τού preview δεν είναι το ίδιο καλή.
 
Τι μας ενοχλεί να υπάρχουν τα ρήματα προωθώ και μαρκετάρω ως συνώνυμα;
Μας ενοχλεί γιατί:

(α) Αν το μαρκετάρω έχει την έννοια του marketing, τότε η προώθηση (promotion) είναι ένα μόνο τμήμα του marketing. Το marketing περιλαμβάνει έρευνα αγοράς, καθορισμό του target group, ανάπτυξη του προϊόντος, product testing, packaging, pricing, και μετά όλη την προώθηση (διαφημίσεις, δελτία τύπου, ειδική τοποθέτηση σε ράφια/βιτρίνες, προσφορές buy one get one free, promotion events κλπ.)

(β) Αν το μαρκετάρω έχει την έννοια του ρήματος "to market", το οποίο σημαίνει απλά "to offer for sale / to sell", τότε η προώθηση είναι κάτι μεγαλύτερο από την απλή διάθεση και πώληση.

Εν ολίγοις, ο επίσημος όρος για το marketing ίσως να είναι αγοραλογία (δεν θα τα βάλουμε και με τους επισήμους τώρα), αλλά ο όρος που όλοι οι Έλληνες καταλαβαίνουμε (και είναι βασικό ένας όρος να γίνεται ευρέως κατανοητός, n' est-ce pas?) είναι μάρκετινγκ.
 

nickel

Administrator
Staff member
Εμένα δεν με ενοχλεί να υπάρχουν τα ρήματα προωθώ και μαρκετάρω σαν «συνώνυμα», ούτε το προωθώ και προμοτάρω. Αλλά αν μου έρθει σοβαρούτσικο κείμενο με το μαρκετάρω σαν μετάφραση του ρ. market, να ξέρει ο μεταφραστής ότι θα του το αλλάξω. Όχι μόνο επειδή είναι λαϊκό, αλλά και επειδή οι περισσότεροι το χρησιμοποιούν με τη σημασία του «προωθώ» και όχι όλο το πακέτο που υπάρχει στο How to market a product. Δηλαδή, θα δημιουργήσει παρανόηση η χρήση του. Αλλά και ο Εγγλέζος, όταν λέει it was marketed as, αναφέρεται στο τελικό στάδιο της προώθησης και της διαφήμισης και δεν σκέφτεται όλη την επιστήμη του μάρκετινγκ.
 
Top