μιαρὰ φάρυξ - pisboğaz

Γεια σας,

«Βάτραχοι» 571 έχει ως εξής:
Πανδοκεύτρια: ὦ μιαρὰ φάρυξ...

Νομίζω ότι η βασική ιδέα πίσω από την έκφαση «μιαρὰ φάρυξ» είναι η ίδια με αυτή που βλέπουμε στην τούρκική λέξη «pisboğaz», δηλαδή ότι πρόκειται για άνθρωπο που είναι τόσο λαιμαργός που καταβροχθίζει τα πάντα, φαγώσιμα και μη, καθαρά και μη, χώρις να κάνει διακρίσεις.

Πάντως, και το «pisboğaz» και το «μιαρὰ φάρυ(γ)ξ» σημαίνουν στην κυριολεξία «βρώμικος λαιμός».

Φαντάζομαι ότι υπάρχει ψηλή πιθανότητα ότι η τούρκικη έκφραση έχει σαν αρχική πηγή την αρχαία ελληνική, αλλά αν έχω δίκιο σ’αυτό, θα έπρεπε να υπάρχει και μια νεοελληνική έκραση η λέξη που κυριολεκτικά σημαίνει «βρώμικος λαιμός» ή κάτι παρόμοιο. Για πείτε μου, ξέρετε μια τέτοια έκφραση/λέξη;

Σ
 

nickel

Administrator
Staff member
Σήμερα λέμε καταβόθρα, που είναι και cesspool και glutton / guzzler.

Τώρα εγώ, ας πούμε, νιώθω σαν καταβόθρα.
 

Zazula

Administrator
Staff member
Να μην ξεχνούμε ότι η καταβόθρα εισήχθη και στο αγγλικό λεξιλόγιο:
katavothron n. arch. Also c-, -both-, -thra. Pl. -thra, -thrai, -throns. E19. [mod.Gk katabothra, pl. -thrai, -thres, f. Gk kata down + bothros hole (-v- repr. mod.Gk pronunc., -on f. misunderstanding sing. as neut pl.).] A subterranean channel or deep hole formed by the action of water; a swallow-hole.
 
Top