αποτίω ή αποτίνω; εκτίω ή εκτίνω;

(Το ερώτημα που θα με προβλημάτιζε είναι αν θα διόρθωνα ένα «αποτίνουν», ας πούμε.)

Προσωπικά, όλα τα χρόνια (από το 1983 αν θυμάμαι καλά) που διορθώνω/επιμελούμαι, όπου πετυχαίνω κάποιον να μου το γράφει "αποτίνουν" του λέω κι ένα μπράβο που είναι μάγκας και ξέρει την ιστορία της λέξης και το μπλέξιμο με το "τίω". Όπου πάλι μου το γράφουν "αποτίουν" σπολλάτη τους και το δέχομαι (αλλά χωρίς να δώσω συχαρίκια).

"Κακώς επεκράτησε το αποτίω", μας ενημερώνει ο Γ. Παπανικολάου ("Λεξικόν των ρημάτων της Αττικής Πεζογραφίας").

Ιδιαζόντως δηκτικός, όπως πάντα, ο Κων/νος Κόντος: "Μεμπτή είνε η επικρατήσασα συνήθεια καθ' ήν αντί του αποτίνω τίθεται το άνευ του Ν αποτίω. [...] Επάναγκες λοιπόν υπάρχει να εξελαθή εκ της φωνής ημών το υπ' αμαθίας παρεισηγμένον αποτίω και αποτίεται, να παραλαμβάνηται δε μόνον το αποτίνω και αποτίνεται [...]" ("Γλωσσικαί Παρατηρήσεις")
 

nickel

Administrator
Staff member
Αποφάσισα μονομιάς να γίνω μέλος του φόρουμ, έκανα εγγραφή, "έφτιαξα" λίγο το προφίλ μου και το avatar μου και νά 'μαι!

(Παρένθεση: Αυτό το "νά 'μαι" πώς να το γράψει κανένας που όλα τα "λεξικά" των γνωστών κειμενογράφων - MS Word, Open Office, Libre Office, κλπ., το θεωρούν λάθος; Εγώ πάντως το γράφω με τόνο στο "νά" και βάζω την απόστροφο δίπλα στο 'μαι, τηρώντας έτσι τη λογική που προκύπτει από τον συνδυασμό τον λέξεων "να" και "είμαι", με τη συνένωση/σύνδεση της πρώτης λέξης με την τονιζόμενη συλλαβή "εί" του "είναι")

Παρενθετικά κι εγώ:

Άλλο το «να ’μαι» (να είμαι), χωρίς τόνο («Να ’μαι, λες, ο τελευταίος;) κι άλλο το «Να με κι εμένα»!

Για την πρώτη περίπτωση, στη Γραμματική Νέας Ελληνικής Γλώσσας που ανεβάσαμε κι εδώ η απάντηση δίνεται έμμεσα, στο παράδειγμα:
Η αφαίρεση: η αποβολή του αρχικού φωνήεντος μιας λέξης, όταν η προηγούμενη τελειώνει σε φωνήεν. Στη θέση του γράμματος που αφαιρείται μπαίνει απόστροφος, π.χ. θα έρθει > θα ’ρθει.

Ωστόσο, πληρέστερη απάντηση βρίσκουμε σε άλλες γραμματικές, π.χ.
Ένας ρηματικός τύπος που έμεινε άτονος από αφαίρεση δεν ανεβάζει το τονικό σημάδι στην προηγούμενη λέξη, π.χ. μου ’δωσε (όχι μού ’δωσε), τα ’δειξε (όχι τά ’δειξε), να ’φερνε (όχι νά ’φερνε), θα 'λεγα (όχι θά ’λεγα), μου ’πε (όχι μού ’πε), που ’ναι (μπορεί να γραφτεί πού ’ναι, όταν η φράση αυτή, βρίσκεται σε ευθεία ή πλάγια ερώτηση).
https://e-tutor.blogspot.com/2019/03/blog-post_93.html

Άρα, δεν έχουμε πια «νάμαι» ή «νά ’μαι», ούτε «νά με». Η λογική (δεν βάζουμε πρόσθετους βοηθητικούς τόνους) είναι ίδια και σε άλλες σειρές με μονοσύλλαβες λέξεις: πες του το.


ΥΓ. Υπάρχει και παλιότερη συζήτηση για το να ’μαι / να με: https://lexilogia.gr/forum/showthread.php?6860
 

P_Melas

New member
Ευχαριστίες και διορθώσεις...

Καλημέρα, P_Melas, και καλώς όρισες.

Εδώ θα δεις την κλίση του αποτίνω/αποτίω κι εδώ την εξήγηση του ΜΗΛΝΕΓ (Μεγάλο Ηλεκτρονικό Λεξικό Νεοελληνικής Γλώσσας) για την παράληλη χρήση του "αποτίω" και του "αποτίνω". Η εξήγηση:

Το αποτίω < αρχ. ἀποτίνω ‘ξεπληρώνω’ κατ’ επίδραση του ρ. τίω ‘τιμώ, υπολογίζω αξία’ λόγω της σύμπτωσης του αορ. ἔτισα των δύο ρημάτων

Καλωσόρισες κι από μένα!

Ευκαιρία να δούμε τι κάνουν τα νεότερα λεξικά.

Το Χρηστικό έχει λήμματα αποτίω και εκτίω, όπου αναφέρονται δευτερευόντως οι τύποι αποτίνω και εκτίνω. Υπάρχει και λήμμα αποτίνω με παραπομπή, αλλά όχι εκτίνω.

Το ΜΗΛΝΕΓ έχει λήμμα αποτίνω με παράλληλη μορφή το αποτίω και παράδειγμα με «αποτίνουμε».

Από την άλλη, έχει κύριο λήμμα το εκτίω με παράλληλη μορφή το εκτίνω και παραδείγματα με «εκτίει» και «εκτίεται».

Η προσωπική μου εκτίμηση φαίνεται στο #1. (Το ερώτημα που θα με προβλημάτιζε είναι αν θα διόρθωνα ένα «αποτίνουν», ας πούμε.)

Προσωπικά, όλα τα χρόνια (από το 1983 αν θυμάμαι καλά) που διορθώνω/επιμελούμαι, όπου πετυχαίνω κάποιον να μου το γράφει "αποτίνουν" του λέω κι ένα μπράβο που είναι μάγκας και ξέρει την ιστορία της λέξης και το μπλέξιμο με το "τίω". Όπου πάλι μου το γράφουν "αποτίουν" σπολλάτη τους και το δέχομαι (αλλά χωρίς να δώσω συχαρίκια).

"Κακώς επεκράτησε το αποτίω", μας ενημερώνει ο Γ. Παπανικολάου ("Λεξικόν των ρημάτων της Αττικής Πεζογραφίας").

Ιδιαζόντως δηκτικός, όπως πάντα, ο Κων/νος Κόντος: "Μεμπτή είνε η επικρατήσασα συνήθεια καθ' ήν αντί του αποτίνω τίθεται το άνευ του Ν αποτίω. [...] Επάναγκες λοιπόν υπάρχει να εξελαθή εκ της φωνής ημών το υπ' αμαθίας παρεισηγμένον αποτίω και αποτίεται, να παραλαμβάνηται δε μόνον το αποτίνω και αποτίνεται [...]" ("Γλωσσικαί Παρατηρήσεις")

Καλημέρα σε όλους και πάλι και ευχαριστώ πολύ για τις απαντήσεις και παρεμβάσεις σας.

Πρέπει να ομολογήσω ότι όταν ξεκίνησα να γράφω κάποιο δικό μου "πόνημα", στην αρχή χρησιμοποίησα το "αποτίνω", γράφοντας "να αποτίνω φόρο τιμής".

Στην πορεία όμως, διαβάζοντας όλα όσα έχουν γραφτεί, το διόρθωσα, ως υποτακτική του αορίστου και έγραψα "να αποτίσω φόρο τιμής", αφού σε αυτή την έγκλιση και σε αυτόν τον χρόνο, ο τύπος είναι κοινός και για τα δύο, το "αποτίνω" και το "αποτίω", ανεξάρτητα αν το ένα από τα δύο είναι ή όχι σωστό, με τη στενή γραμματολογική του έννοια ή αν έχει επικρατήσει ή όχι. Και το είχα κάνει, πολύ πριν θέσω το ερώτημα εδώ.

Οπότε, θεωρώ ότι το τελευταίο ("να αποτίσω") είναι σωστό και από τις δυο πλευρές, τουλάχιστον με όσα αποκόμισα από τις απαντήσεις σας.

Παρενθετικά κι εγώ:

Άλλο το «να ’μαι» (να είμαι), χωρίς τόνο («Να ’μαι, λες, ο τελευταίος;) κι άλλο το «Να με κι εμένα»!

Για την πρώτη περίπτωση, στη Γραμματική Νέας Ελληνικής Γλώσσας που ανεβάσαμε κι εδώ η απάντηση δίνεται έμμεσα, στο παράδειγμα:
Η αφαίρεση: η αποβολή του αρχικού φωνήεντος μιας λέξης, όταν η προηγούμενη τελειώνει σε φωνήεν. Στη θέση του γράμματος που αφαιρείται μπαίνει απόστροφος, π.χ. θα έρθει > θα ’ρθει.

Ωστόσο, πληρέστερη απάντηση βρίσκουμε σε άλλες γραμματικές, π.χ.
Ένας ρηματικός τύπος που έμεινε άτονος από αφαίρεση δεν ανεβάζει το τονικό σημάδι στην προηγούμενη λέξη, π.χ. μου ’δωσε (όχι μού ’δωσε), τα ’δειξε (όχι τά ’δειξε), να ’φερνε (όχι νά ’φερνε), θα 'λεγα (όχι θά ’λεγα), μου ’πε (όχι μού ’πε), που ’ναι (μπορεί να γραφτεί πού ’ναι, όταν η φράση αυτή, βρίσκεται σε ευθεία ή πλάγια ερώτηση).
https://e-tutor.blogspot.com/2019/03/blog-post_93.html

Άρα, δεν έχουμε πια «νάμαι» ή «νά ’μαι», ούτε «νά με». Η λογική (δεν βάζουμε πρόσθετους βοηθητικούς τόνους) είναι ίδια και σε άλλες σειρές με μονοσύλλαβες λέξεις: πες του το.


ΥΓ. Υπάρχει και παλιότερη συζήτηση για το να ’μαι / να με: https://lexilogia.gr/forum/showthread.php?6860

Ευχαριστώ ιδιαίτερα για την απάντηση (και εξήγηση), που αφορά στην ορθή γραφή του "να 'μαι" του "μου 'δωσε" κλπ. Ήταν πολύτιμη.

Αν και με τους σύγχρονους και "στενοκέφαλους" (αν μου επιτρέπεται ο χαρακτηρισμός) κανόνες της γραπτής γλώσσας (της δημοτικής) είναι παράδοξο να έχουμε δισύλλαβη ή και τρισύλλαβη γραφή, που ακούγεται σαν μια λέξη, χωρίς τονισμό κάποιας συλλαβής.

Θα διορθώσω οσονούπω όλα τα αντίστοιχα παρόμοια, που έχουν συμπεριληφθεί στο "πόνημα", για το οποίο αναφέρθηκα πιο πάνω.

Καλή σας μέρα.
 
Καλημέρα σε όλους και πάλι και ευχαριστώ πολύ για τις απαντήσεις και παρεμβάσεις σας.

Αν και με τους σύγχρονους και "στενοκέφαλους" (αν μου επιτρέπεται ο χαρακτηρισμός) κανόνες της γραπτής γλώσσας (της δημοτικής) είναι παράδοξο να έχουμε δισύλλαβη ή και τρισύλλαβη γραφή, που ακούγεται σαν μια λέξη, χωρίς τονισμό κάποιας συλλαβής.

Θεωρώ ότι έχει προβληματικά σημεία το ισχύον μονοτονικό.
Το ζήτημα έχουν από ετών κατανοήσει και οι πλέον υπέρμαχοι του μονοτονικού (και δη της «Σχολής Θεσσαλονίκης»), όπως π.χ. ήταν ο Ευάγγελος Πετρούνιας, και ο Γ. Παπαναστασίου, που στο «Νεοελληνική Ορθογραφία: ιστορία, θεωρία, εφαρμογή», ΙΝΣ 2008: σελ. 455-458) καταδεικνύει τα προβληματικά σημεία και αναφέρει: (το ισχύον μονοτονικό) «έχει δεχθεί δικαιολογημένη κριτική (π.χ. Πετρούνιας), που επικεντρώνεται στο ότι στηρίζεται σε μηχανιστικούς κανόνες που έχουν να κάνουν με τον αριθμό των συλλαβών των λέξεων και όχι με τα πραγματικά δεδομένα του νεοελληνικού τόνου».
 
Top