Λεξικά — αδιατάρακτα κι αλέκιαστα

Η σημασία (2), δηλ. αυτός που δεν έχει διατεθεί, είναι η μια περίπτωση. Το αδιάθετος δεν έχει σημασία «που δεν μπορεί να διατεθεί».
 
Δεν το δέχομαι και δεν βλέπω να έχει αποφασίσει η αγορά εκτός κι αν την έμπνευση ενός κατασκευαστή εσύ την ονομάζεις αγορά.
Είναι προφανές ότι μάλλον δεν βγαίνεις συχνά για τέτοιου είδους ψώνια. :)

Που δεν λεκιάζουν.
Sarant, στο μάρκετινγκ είναι σημαντικό το βασικό πωλησιακό χαρακτηριστικό να προηγείται και να κάνει δυναμική εντύπωση. Και να είναι όσο πιο ολιγόλεκτο γίνεται. :)
 
Sarant, στο μάρκετινγκ είναι σημαντικό το βασικό πωλησιακό χαρακτηριστικό να προηγείται και να κάνει δυναμική εντύπωση. Και να είναι όσο πιο ολιγόλεκτο γίνεται. :)

Ναι, φοβερή και δυναμική εντύπωση το "αλέκιαστο".
 
Λες; Εσένα δηλαδή σού προκαλεί καταναλωτική εντύπωση με την απαστράπτουσα δυναμική της; :)[/COLOR]

Αν ήμουν μητέρα με μικρά παιδιά που κάνουν τα πάντα σύχριστα όποτε παλουκώνονται να φάνε, ναι, θα μου έκανε πολύ ευχάριστη και ευπρόσδεκτη εντύπωση.
Ακόμα και που δεν είμαι, έχω δύο από δαύτα τα μαραφέτια. Και δεν μπορείς να φανταστείς πόσο πρακτικά (και τα συγκεκριμένα πολύ καλόγουστα) είναι.
Ergo -it works!
 
Όσον αφορά πάντως το θέμα που γενικότερα τέθηκε με την ομάδα {απαραβίαστος, αδιάρρηκτος, άφθαρτος, αλέκιαστος, ατσαλάκωτος, ανέπαφος, αχώνευτος, ανεφάρμοστος κλπ}, νομίζω ότι το εντοπίζω και στο ουσιαστικοποιημένο θηλυκό αναπάντητη (ενν. κλήση στο κινητό). Στο ΛΝΕΓ (2012) λημματογραφείται ως εξής:
αναπάντητη (η) κλήση προς κινητό τηλέφωνο που δεν απαντήθηκε: όταν φτάσεις, κάνε μου μια αναπάντητη.
Να σημειώσω ωστόσο ότι (κι εδώ είναι που κάνει λάθος το ΛΝΕΓ) όταν λέμε «θα σου κάνω αναπάντητη» δεν εννοούμε ούτε ότι η κλήση δεν έχει απαντηθεί ακόμα (όπως στο «μου έμειναν δύο γράμματα αναπάντητα») ούτε ότι δεν μπορεί να απαντηθεί (π.χ. «τα μεγάλα αναπάντητα ερωτήματα») ούτε ότι αρνήθηκε ο λήπτης να προσφέρει απάντηση (λ.χ. «οι προκλήσεις έμειναν αναπάντητες»), αλλά ότι αποτελεί το βασικό χαρακτηριστικό της συγκεκριμένης κλήσης το γεγονός ότι έχει σχεδιαστεί για να ΜΗΝ απαντιέται, δεν θέλουμε να απαντιέται (τυπική βλάβη το να ξεχαστεί ο άλλος και ν' απαντήσει, οπότε κι εμείς να τον κράξουμε αγρίως), ότι γνωρίζουμε από πριν το ότι δεν πρόκειται να απαντηθεί (κι αυτό μάλιστα είναι που μας είναι χρήσιμο στη συγκεκριμένη περίπτωση).
Όπως εγκαθιστούμε μια «απαραβίαστη» κλειδαριά για να μην παραβιαστεί, όπως φοράμε ένα «αλέκιαστο» πουκάμισο για να μην λεκιαστεί, έτσι και κάνουμε μια «αναπάντητη» κλήση για να μην απαντηθεί.
[ΣτΖ: Το ΛΚΝ δεν έχει τη λ. αναπάντητη.]
 
Bull's eye. (Να φτιάξουμε εικονίδιο για τα πολύ εύστοχα σημειώματα.)
 
mikromati50.jpg
 
Δεν το δέχομαι...
Αν οι κυρίες που ψωνίζουν αλέκιαστα τραπεζομάντιλα το δέχονται, νομίζω ότι δεν έχει καμιά σημασία αν εσύ δεν το δέχεσαι. Αρκεί να μην γίνεις πωλητής στο μαγαζί που τα πουλάει. :p


...και δεν βλέπω να έχει αποφασίσει η αγορά εκτός κι αν την έμπνευση ενός κατασκευαστή εσύ την ονομάζεις αγορά.
Αυτό είναι ένα θέμα. Δεν ξέρω αν είναι ένας μόνο κατασκευαστής, αλλά νομίζω πως δεν έχει σημασία αυτό. Σημασία έχει πόσο εκτεταμένη χρήση έχει η λέξη, κι αυτό δεν ξέρω πώς το αξιολογούμε. Υπάρχει κανένα νήμα που να συζητήθηκε το πώς κρίνουμε αν μια λέξη χρήζει λεξικογράφησης;
 
Υπάρχει κανένα νήμα που να συζητήθηκε το πώς κρίνουμε αν μια λέξη χρήζει λεξικογράφησης;
Όχι, αν και κάθισα πολλές φορές στο γραφείο μου με κάθε καλή πρόθεση να το ξεκινήσω. Προς το παρόν, πρόσθεσα κάτι εδώ:
http://lexilogia.gr/forum/showthread.php?5565-Οι-νεολογισμοί-της-Ακαδημίας&p=165208#post165208
 
άχαστος, άχαστη, άχαστο
1. αυτός που δεν χάνεται ή που δεν πρόκειται να χαθεί με τίποτα 2. αυτός που δεν πρέπει να τον χάσει κάποιος

ΣτΖ: Λέξη με πολλές δεκάδες χιλιάδες ευρήματα, την οποία προς το παρόν την έχουν χάσει τα λεξικά.
 
αβύθιστος -η -ο [avíθistos] Ε5 : που δεν έχει βυθιστεί, δεν έχει βουλιάξει ή που από τη φύση του δε βουλιάζει· αβούλιαχτος.

[α- 1 βυθισ- (βυθίζω) -τος]


ΛΚΝ. Οι παρατηρητικοί θα δούνε ότι υπάρχει κάποια ειδοποιός διαφορά ανάμεσα σε όλα αυτά και στο αλέκιαστο.
 
Άπαρτος, απόρθητος, αδιάβροχος, αβύθιστος, άτρωτος, άθραυστος, αλύγιστος... το κοινό τους είναι ότι αποτελεί απόλυτη ανάγκη να διατηρήσουν την ιδιότητά τους, αλλιώς bye bye. Η ιδιότητα είναι απόλυτη. Αν ένα αβύθιστο πλοίο βυθιστεί, παύει να είναι λειτουργικό. Το ίδιο και για όλα τα υπόλοιπα. Η ιδιότητα, πάλι, ενός υφάσματος είναι να λεκιάζεται και να πλένεται συνέχεια. Δεν καταστρέφεται τίποτα, δεν αλλοιώνεται η βασική του λειτουργία. Γιατί είναι σημαντικό αυτό; Γιατί όταν λες "αλέκιαστος", το μυαλό σου αυτόματα πάει σε ένα ύφασμα που αυτήν την στιγμή βρίσκεται στην φυσιολογική κατάσταση Α, από τις δυο πιθανές. Δηλαδή, σε αντίθεση με όλα τα άλλα, έχει δύο λειτουργικές καταστάσεις και η μία απ' αυτές είναι να είναι αλέκιαστο. Αν χρησιμοποιήσεις την ίδια λέξη για μια οριστική ιδιότητα, γίνεται counterintuitive (πώς το είπαμε αυτό στα ελληνικά;).

Υπάρχουν κι άλλες παρόμοιες λέξεις αλλά είναι αόριστες: άπαιχτος, αχτύπητος, απίθανος.
 
Εάν ένα οποιοδήποτε πλοίο βυθιστεί, παύει να είναι λειτουργικό! :)
 
άχαστος, άχαστη, άχαστο
1. αυτός που δεν χάνεται ή που δεν πρόκειται να χαθεί με τίποτα 2. αυτός που δεν πρέπει να τον χάσει κάποιος

ΣτΖ: Λέξη με πολλές δεκάδες χιλιάδες ευρήματα, την οποία προς το παρόν την έχουν χάσει τα λεξικά.
Το πρότυπο για τα άχαστος κ.τ.ό. είναι τελικά πολύ παλιό, όπως επιβεβαιώνεται από το άσωστος "αυτός που δεν σώζεται ή που δεν μπορεί να γλιτώσει με τίποτα" — λέξη ήδη ελληνιστική.
 
Back
Top