Εκπλησσόμουν vs Εκπλαγόμουν

antonino

New member
Έχω μια διαφωνία με έναν καλό μου φίλο.
Επιμένω ότι δεν υφίσταται η λέξη "εκπλαγόμουν" και ότι στη θέση της πρέπει να χρησιμοποιήσουμε τη λέξη "εκπλησσόμουν".
Στην προσπάθειά του να μου παραθέσει έγκυρη πηγή που να τον επιβεβαιώνει, μου δείχνει απόσπασμα από το φόρουμ σας.
Σας το παραθέτω
Screenshot_20230727-223713_Chrome.jpg

Έχει δίκιο ή έχω εγώ; Θα εκτιμούσαμε και οι δύο τη βοήθειά σας.

Και ζητώ συγγνώμη αν δεν ποσταρα στο σωστό σημείο.
 

m_a_a_

Active member
Δεν είμαι επουδενί ο καταλληλότερος για να σε κατατοπίσω, ωστόσο το lexigram, στο οποίο πολλές φορές παραπέμπουν οι γνωστικότεροι χρήστες του φόρουμ, σε επιβεβαιώνει. Ο παρατατικός παθητικής του εκπλήσσω, στη νέα ελληνική, [φέρεται να] είναι:

εκπλησσόμουνεξεπλησσόμην / εξεπληττόμην (λόγ.)
εκπλησσόσουνεξεπλήσσεσο / εξεπλήττεσο (λόγ.)
εκπλησσόταν
εκπλήσσετο / εκπλήττετο (με λόγια κατάληξη χωρίς αύξηση)
εξεπλήσσετο / εξεπλήττετο (λόγ.)
εκπλησσόμαστεεξεπλησσόμεθα / εξεπληττόμεθα (λόγ.)
εκπλησσόσαστεεξεπλήσσεσθε / εξεπλήττεσθε (λόγ.)
εκπλήσσονταν / εκπλήττονταν
εκπλήσσοντο / εκπλήττοντο (με λόγια κατάληξη χωρίς αύξηση)
εξεπλήσσοντο / εξεπλήττοντο (λόγ.)

Τώρα, όσο για το τι «θα έπρεπε» να χρησιμοποιούμε, προσωπικά προκρίνω το [θα] μου προκαλούσε έκπληξη: μου κάθεται πολύ πιο φυσικά, και στη γλώσσα και στ' αφτιά. Το εκπλησσόμουν, σωστό ξεσωστό, χάρμα δεν το λες...
 
Last edited:

m_a_a_

Active member
Το τραβάω απ' τα μαλλιά τώρα μάλλον, αλλά εκείνο το -ττ- προτιμώ, θαρρώ, να το κρατάω για περιπτώσεις όπου μιλάμε είτε για πλήξη, είτε για πλήγμα...

Την έκπληξη τη θέλω συριστική...

Φταίει, υποθέτω, ο λημματικός τύπος: πλήττω, αλλά εκπλήσσω, αντίστοιχα... Τα λέει κανείς ανάποδα;
 
δεν υφίσταται η λέξη "εκπλαγόμουν"
Όπως απαντήθηκε ήδη, όντως δεν υφίσταται τέτοιος τύπος.

Ωστόσο, ελλοχεύει πάντα ο κίνδυνος του "λέγε-λέγε το κοπέλι, κάν' το λεξικό και θέλει" ...
 
Το τραβάω απ' τα μαλλιά τώρα μάλλον, αλλά εκείνο το -ττ- προτιμώ, θαρρώ, να το κρατάω για περιπτώσεις όπου μιλάμε είτε για πλήξη, είτε για πλήγμα...

Την έκπληξη τη θέλω συριστική...

Φταίει, υποθέτω, ο λημματικός τύπος: πλήττω, αλλά εκπλήσσω, αντίστοιχα... Τα λέει κανείς ανάποδα;

Ανάποδα δεν πιστεύω, αλλά δες κι αυτό:

Πλήττω είναι ο τύπος της αττικής διαλέκτου, όπου το πλήσσω είχε χρήση μόνο σε σύνθετα:

(Περισσότερες πληροφορίες εκεί.)

Προσωπικά έχω συνηθίσει κι εγώ το εκπλήσσω για τον ενεστώτα, αν και δεν έχω τέτοιους ενδοιασμούς για τον παρατατικό. (Ευτυχώς αρκετοί χρόνοι είναι κοινοί για τους δύο τύπους του ρήματος: (εξ)έπληξα, (εκ)πλήξω.)

Από την άλλη, το ΛΚΝ, το ΛΝΕΓ και το ΧΛΝΓ αναγράφουν και τους δύο τύπους, εκπλήσσω και εκπλήττω, και το Lexigram αντίστοιχα παραθέτει και τους δύο τύπους για πολλούς χρόνους. Το λέει κανείς άλλος έτσι, με -ττ-;
 

Zazula

Administrator
Staff member
Εξαρτάται από τη χρήση· αν δηλαδή είναι επιμελημένος λόγος που χρειάζεται να ακολουθεί συγκεκριμένο πρότυπο, τότε δεν την χρησιμοποιείς.

Αν είναι να την χρησιμοποιείς στην ιδιόλεκτό σου, είναι δικό σου θέμα — προσωπικά δεν ζητώ την άδεια κάποιου για το πώς θα μιλήσω.
 
Top