Είναι ουσιαστικά άχρηστο το "ουσιαστικά";

periglwssio

New member
Υποσχέθηκα σε έναν φίλο μου να προωθήσω εδώ ιμέιλ με μια απορία του. Δεν ξέρω αν έχει συζητηθεί ξανά αυτό το θέμα:

Έχω παρατηρήσει τον τελευταίο χρόνο τη συνεχή χρήση της λέξης "ουσιαστικά" στις συζητήσεις σχεδόν όλων μας. Χρησιμοποιείται επίσης το "στην ουσία" αρκετά, αλλά όχι σε τόσο μεγάλο βαθμό. Βέβαια, η χρήση του μπορεί να ξεκίνησε πολύ παλιότερα, αλλά εγώ τώρα έχω ξεκινήσει να το προσέχω.

Υποψιάζομαι ότι το έχουμε πάρει από τα αγγλικά, καθώς σε διάφορα, τεχνικά κυρίως, βιβλία που διάβασα πρόσφατα συναντούσα ενίοτε το "essentially". Τονίζω το "ενίοτε". Η χρήση του ήταν αντίστοιχη με τη δική μας. Εξίσου άσκοπη και περιττή. Θα μπορούσε μια χαρά να παραλειφθεί δηλαδή.

Εδώ το χρησιμοποιούμε από μια φορά σε κάθε πρόταση. Γιατί να συμβαίνει αυτό; Πότε μας κόλλησε άραγε; Πώς/από πού να ξεκίνησε;
 
Δεν πιστεύω ότι μάς έμεινε από κάπου. Νομίζω ότι είναι απλά μετάφραση του αρχαίου "κατ' ουσίαν". Όμως η χρήση του πριν από επίθετα, ίσως είναι αγγλισμός (π.χ. "έμεινε ουσιαστικά αβοήθητος").
 

UsualSuspect

New member
Δεν μου φαίνεται να είναι αγγλισμός. Όπως είπε ο Hellegenes, το "ουσιαστικώς,-ά" το έχει ο Δημητράκος με τη σημασία "κατ' ουσίαν, πραγματικά". Αλλά μπορεί να είναι γαλλισμός από τον 19ο αιώνα... ποτέ δεν ξέρεις.

 

Attachments

  • ουσιαστικώς.PNG
    ουσιαστικώς.PNG
    19.9 KB · Views: 363

Thanasis_P

New member
Περισσότερο υποθέτω ότι γίνεται λόγος για την κατάχρηση της λέξης, που συχνά ορισμένοι ομιλητές κάνουν, ακούσια, στη ρύμη του λόγου τους. Κάτι ανάλογο με το "βασικά", το "ας πούμε" κλπ. Αυτό δεν νομίζω ότι παρατηρείται στο γραπτό λόγο. Πολλοί το αντιλαμβάνονται και αργότερα το ελέγχουν. Έχω αντίστοιχα ακούσει στα αγγλικά το "you see" και το "you know".
 
Συμφωνώντας με τους προλαλήσαντες, θα πρόσθετα ότι το "ουσιαστικά" συνδέεται πολύ περισσότερο με το practically παρά με το essentially.
 
Το "ουσιαστικά" νομίζω ότι ταιριάζει πολύ σε εισαγωγή επεξηγηματικών προτάσεων. Παράδειγμα:

Το νέο σχέδιο νόμου που κατατέθηκε στην βουλή, ορίζει τον διαχωρισμό των παιχνιδιών σε μηχανικά, ηλεκτρικά, ηλεκτρομηχανικά και ηλεκτρονικά, ωστόσο δεν γίνεται καμμιά διάκριση ως προς τον σκοπό που εξυπηρετεί η ενασχόληση με το κάθε είδος.
Ουσιαστικά πρόκειται για μια ρύθμιση που βάζει στο ίδιο τσουβάλι τον τζόγο και τα βιντεοπαιχνίδια, δυο πράγματα άσχετα μεταξύ τους που δεν κρύβουν τον ίδιο βαθμό αθωότητας.
 

SBE

¥
Είμαι ουσιαστικά σύμφωνη με τα πιο πανω. Κυριολεκτικά συμφωνώ.

(δύο λέξεις της μπλαμπλαμπλικής).
 

nickel

Administrator
Staff member
Φαίνεται ότι δεν έχω καλά τεντωμένα τα αφτιά μου και δεν έχω αντιληφθεί υπερβολική χρήση της λέξης με τη μορφή «παραγεμίσματος», χωρίς ουσιαστικό ρόλο στην πρόταση. Αντιλαμβάνομαι τη σωστή χρήση της όπως την αναφέρει, για παράδειγμα, το ΛΣΑΝΕΓ, που έτυχε να έχω ανοιχτό μπροστά μου (ίδια με το ΛΝΕΓ):

ουσιαστικά 1. κατ' ουσίαν (λόγ.), στην πραγματικότητα, πραγματικά: Ουσιαστικά αυτή είναι ο αρχηγός της οικογένειας | Η παραλία ήταν ελεύθερη μόνο κατ' όνομα, διότι ουσιαστικά η πρόσβαση απαγορευόταν [...] 2. πραγματικά: Θέλω να συνεργαστούμε ουσιαστικά οι δυο μας. [...]

Παράδειγμα από το διαδίκτυο:

Λόγω της συνεχούς μετανάστευσης πληθυσμών από τη μία χώρα στην άλλη, σήμερα δεν υπάρχει ουσιαστικά καμία χώρα στον κόσμο χωρίς θαλασσαιμία.

Σημαίνει εδώ «πραγματικά»; Θα σήμαινε το ίδιο αν πετούσαμε το ουσιαστικά; Ή αντιστοιχεί στο practically και μπορεί να σημαίνει «σχεδόν»; Ή είναι μια πολύ λεπτή έννοια; «Μπορεί και να μην ισχύει σε όλες τις χώρες αλλά στην έκταση που ισχύει είναι σαν να μην υπάρχει καμία χώρα στον κόσμο χωρίς θαλασσαιμία και αυτή είναι η ουσία».
 
Νομίζω, χωρίς να το πολυσκεφτώ κιόλας, ότι οι πρώτες και βασικότερες αντιστοιχίσεις είναι:
ουσιαστικά - 1) practically, 2) substantially
essentially - 1) ουσιωδώς, 2) κατά βάση
 
Νομίζω, χωρίς να το πολυσκεφτώ κιόλας, ότι οι πρώτες και βασικότερες αντιστοιχίσεις είναι:
ουσιαστικά - 1) practically, 2) substantially
essentially - 1) ουσιωδώς, 2) κατά βάση

Συμφωνώ απόλυτα!
 

periglwssio

New member
Ευχαριστώ για τις απαντήσεις. Όπως μου γράφει ο φίλος σε σημερινό του μήνυμα, εννοούσε την κατάχρηση της λέξης, "την άχρηστη και ανούσια προσθήκη της", όπως μου γράφει χαρακτηριστικά. Αναρωτήθηκε αν αυτή η κατάχρηση είναι προϊόν επίδρασης από τα Αγγλικά, όχι αν πρόκειται για δάνεια λέξη. Να προσθέσω ότι έχω διαπιστώσει αυτή την κατάχρηση του "ουσιαστικά", αλλά και του "βέβαια", σε γραπτά μερικών μαθητών (στην περίληψη και την έκθεση), αλλά δεν έχω κάνει καμιά έρευνα, ώστε να δω αν πρόκειται για ευρύτερο φαινόμενο.
 
Κατάχρηση γίνεται μάλλον σε πρόχειρο λόγο ή στον προφορικό, ανάλογη της χρήσης "και μου λέει/και είπε" ή της ακατάσχετης χρήσης "και".

Μου λέει δεν θέλω να μας βλέπουν μαζί και του λέω γιατί και μου λέει επειδή έχουμε μεγάλη διαφορά ηλικίας και του λέω αυτά είναι βλακείες και μου είπε ότι μένουμε σε χωριό και λέει αυτά συζητιούνται και του είπα ότι βαρέθηκα και μου είπε ότι να σταματήσουμε να βλεπόμαστε.

Ξέρεις/ξες:

Και ξες, έγινε μεγάλος πανικός, ξες τώρα, και ξέρεις τι μου είπε; Μου είπε ξες δεν γίνεται να κρυβόμαστε άλλος, ξες. Ξες εσύ τώρα, τα πήρα στο κρανίο. Ξέρεις;
 
Είναι γεγονός ότι επεκταθήκαμε σε σχέση με το αρχικό ερώτημα. Για το οποίο πάντως νομίζω ότι προέκυψαν δύο στοιχεία: ότι δεν έχουν αντιληφθεί όλοι μια τόσο πληθωρική χρήση του "ουσιαστικά" και ότι, στον βαθμό που υπάρχει μια τέτοια χρήση, δεν οφείλεται σε επιρροή από τα αγγλικά. Μάλλον έχουμε μια κλασική περίπτωση παραγεμισμάτων του λόγου, και η υποχώρηση του "βασικά" άφησε ελεύθερο έδαφος για να επεκταθεί μια παλιά και καθιερωμένη ελληνική λέξη που είναι επιπλέον και συνώνυμο του "βασικά". Τα παραγεμίσματα δεν είναι παντοτινά. Κάποια δείχνουν βέβαια μεγάλη αντοχή στον χρόνο, αλλά γενικά η διάδοσή τους τα φθείρει. Παύει να υπάρχει το στοιχείο του αιφνιδιασμού του συνομιλητή ή του ιδιαίτερου ύφους. Συχνά οι ομιλητές, όταν έχουν φτάσει στο σημείο να τα λένε χωρίς να τα σκέφτονται, διαπιστώνουν πόσο αποτελεσματικότερο είναι ένα σπανιότερο παραγέμισμα που προκαλεί κάποια εγρήγορση. Όσο για την ίδια την ύπαρξη παραγεμισμάτων, θα μπορούσαμε ίσως να πούμε ότι αποτελεί παγκόσμια σταθερά στον αυθόρμητο προφορικό λόγο και προγραμμένο παρείσακτο στον προσεγμένο γραπτό λόγο.
 
Top