αναγκαιεί

  1. I

    κάτι που αναγκαιεί/ πολλά που αναγκαιούν

    Κατά καιρούς (και πάντως όχι τόσο συχνά) πέφτει το μάτι μου στο τριτοπρόσωπο αυτό ρήμα. Κάποια στιγμή είπα να το κοιτάξω στα λεξικά (ΛΚΕ, ΛΝΕ, ΧΛΝΕ), αλλά και στην πύλη της ελληνικής γλώσσας και στο lexigram (ακόμη και στο παρόν φόρουμ), χωρίς να ευοδωθούν οι προσδοκίες μου. Οι απορίες μου, για...
Top