Δίψα μεγάλη εγρίκησα στον πόλεμον εκείνον.
Γυρεύγοντας να βρω δροσάν, ήσωσα σ' ένα πρίνον,
και παραμπρός μού εφάνιστη, κουτσουναράκι εκτύπα.
Σιμώνω, βρίσκω το νερό στου χαρακιού την τρύπα.
Ήπια το κ' εδροσίστηκα, κ' επέρασέ μου η δίψα, 895
μα πούρι κι άλλα βάσανα...