Ωραία, δώστε τις δικές σας αναλύσεις, σαν κι αυτές που κρίνετε χρήσιμο να διδάσκονται τα γυμνασιόπαιδα.
Θέλω να απαντήσω σ' αυτό, ως
μη φιλόλογος.
Πρώτα όμως θέλω να σας πω λίγα πράγματα σχετικά με τα σχολικά μου χρόνια. Θα προσπαθήσω να φανώ σύντομος.
Γεννήθηκα στην Ελλάδα και μητρική μου γλώσσα είναι τα ελληνικά. Στα έξι μου, οι γονείς μου έφυγαν για σπουδές στην Αμερική, και με πήραν μαζί τους. Έτσι, πήγα Δημοτικό στην Αμερική, σε αγγλόφωνο σχολείο. Επέστρεψα στην Ελλάδα όταν πήγαινα 6η Δημοτικού (μέχρι τότε τα αγγλικά είχαν σχεδόν υποσκελίσει τα ελληνικά ως μητρική μου γλώσσα). Στα γυμνασιακά μου χρόνια είχα πάντοτε προβλήματα στα φιλολογικά μαθήματα (αρχαία, έκθεση, κείμενα) και οι βαθμοί μου ήταν χαμηλοί. Παρ' όλα αυτά, δεν αντιμετώπιζα δυσκολίες στην κατανόηση κειμένου, ούτε δυσκολευόμουν στην προφορική ή τη γραπτή επικοινωνία.
Γραμματική και συντακτικό της νεοελληνικής γλώσσας δεν θυμάμαι να διδάχθηκα ποτέ. Δεν ξέρω τι ακριβώς διδασκόταν στο Δημοτικό. Κάτι λίγα πρέπει να διδάχθηκα στο γυμνάσιο, δεν τα θυμάμαι όμως -δεν πρέπει και να τα πολυκαταλάβαινα. Ακόμα και σήμερα, πράγματα όπως οι συζυγίες και τα τριτόκλιτα παραμένουν εξωτικές έννοιες για μένα. Από την άλλη, από μικρός μου άρεσε να διαβάζω βιβλία, οπότε πάντοτε είχα τριβή με τον γραπτό λόγο.
Γιατί τα λέω όλα αυτά; Διότι έβγαλα το σχολείο όντας σκράπας στα φιλολογικά μαθήματα, χωρίς να γνωρίζω στοιχειώδη γραμματικά και συντακτικά φαινόμενα, χωρίς κατ' ουσίαν να έχω διδαχθεί γραμματική. Παρ' όλα αυτά, χειρίζομαι με επάρκεια τη γλώσσα, σπάνια κάνω γραμματικά, συντακτικά ή ορθογραφικά λάθη, δεν δυσκολεύομαι να κατανοήσω και να επεξεργαστώ λογικά ένα γραπτό κείμενο και ο γραπτός μου λόγος είναι -τις περισσότερες φορές τουλάχιστον- κατανοητός.
Σπούδασα βιολογία και εδώ και έξι χρόνια διδάσκω στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Από την έως τώρα εμπειρία μου έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι μια από τις μεγαλύτερες δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι μαθητές γυμνασίου και λυκείου στα θετικά μαθήματα (βιολογία, φυσική, χημεία κλπ) είναι καθαρά γλωσσική. Πολλοί μαθητές δυσκολεύονται σημαντικά στη λογική επεξεργασία ενός γραπτού κειμένου, ιδιαίτερα αν αυτό έχει πολύπλοκη δομή και αφαιρετικές έννοιες. Επίσης, συχνά δυσκολεύονται να αποδώσουν τις σκέψεις τους στο χαρτί. Ένα σημαντικό ποσοστό (το υπολογίζω γύρω στο 15-20% στην Αθήνα, πιθανόν να είναι σημαντικά υψηλότερο στην επαρχία) αδυνατεί σχεδόν ολοκληρωτικά να εκφραστεί γραπτά. Τα ίδια παιδιά πιστεύω ότι δεν έχουν διαβάσει ούτε ένα βιβλίο στη ζωή τους, ούτε καν μια εφημερίδα.
Για να μην μακρηγορώ, δεν θεωρώ ότι το πρόβλημα έγκειται στο είδος της γραμματικής που διδάσκονται τα παιδιά στο γυμνάσιο, και το κατά πόσο συμβαδίζει ή όχι με τις σύγχρονες γλωσσολογικές απόψεις. Η συζήτηση που γίνεται σε αυτό το νήμα είναι πραγματικά πολύ ενδιαφέρουσα αλλά ελάχιστη σχέση έχει με τη σχολική πραγματικότητα. Το νέο βιβλίο της γραμματικής μπορεί να είναι σπουδαίο και μπορεί να είναι για τα μπάζα, όμως ελάχιστοι μαθητές θα το διαβάσουν και ακόμη λιγότεροι θα επηρεαστούν πραγματικά από αυτό.
Αυτό που εγώ πιστεύω ότι λείπει από το σχολείο είναι η επαφή με τον γραπτό λόγο. Θεωρώ ότι ένας φιλόλογος που θα έκανε τους μαθητές της τάξης του να αγαπήσουν έστω και ένα βιβλίο θα τους είχε προσφέρει μια ανεκτίμητη υπηρεσία. Αυτός πρέπει να είναι ο κύριος άξονας γύρω από τον οποίον να κίνειται η γλωσσική διδασκαλία. Αν αγαπήσεις τον γραπτό λόγο και έρχεσαι σε καθημερινή τριβή μαζί του, τόσο διαβάζοντας όσο και γράφοντας, τότε σιγά σιγά θα βελτιώσεις τα εκφραστικά σου μέσα, θα πλουτίσεις το λεξιλόγιό σου και θα καταλήξεις να χειρίζεσαι τη γλώσσα με επάρκεια, κι ας μην ξέρεις να αναγνωρίζεις τα διάφορα γραμματικά ή συντακτικά φαινόμενα. Και το ζητούμενο δεν είναι το σχολείο να βγάλει γλωσσολόγους αλλά αποφοίτους οι οποίοι να χειρίζονται επαρκώς τη γλώσσα.