μόκο (=αφιόνι)

Σωστά, καπνίζεις την ινδική κάνναβη, ταϊζεις στο καναρίνι την ήμερη. Μοιάζουν όμως.

ΥΓ Η Βίκι πάντως λέει οτι κι αυτό το καπνίζεις.
 
Τι είδους 'τίποτε' είναι αυτό στα ιταλικά; Πρώτη φορά τ' ακούω. Και το ιτ.ουικτιονάρυ δεν δίνει τίποτα.
 
Το ΝΕΛ πάντως για το μόκο γράφει «αβέβαιου ετύμου».
 
Θυμάμαι δίστιχο που έλεγαν παλιά στα παιδιά στο Μωριά:
Ήρθε μια γριά απ΄την Πόλη
κι έφερε το χάσι-χάσι.
Παναγίτσα μου να χάσει!


Οι δυο πρώτοι στίχοι λέγονταν ρυθμικά με ήρεμο τόνο και ο τρίτος επιταχυνόμενα, πιο έντονα και εκφραστικά, για έκπληξη. Συνοδευόταν από πείραγμα ή γαργαλητό του μικρού παιδιού. Συχνά λεγόταν ξανά και ξανά για να σκάει στα γέλια ο μπόμπιρας.
 
Όταν πήγαινα δημοτικό, το λέγαμε στην απέναντι ομάδα (ανεξαρτήτως παιχνιδιού :))
 
Back
Top