metafrasi banner

satisficing

Ιδού τι μας λέει το Free Dictionary
satisfice [ˈsætɪsˌfaɪs] vb (intr) to act in such a way as to satisfy the minimum requirements for achieving a particular result

Ιδού τι μας λέει η Wikipedia (αρκετό πράγμα).

Ο Χρυσοβιτσιώτης λέει: "Επιλογή από τη διοίκηση της εναλλακτικής πρότασης που θα αποφέρει όχι τα βέλτιστα, αλλά ικανοποιητικά κέρδη. Ο όρος [...] αποτελεί σύνθεση των λέξεων satisfy και suffice."

Καλά όλα αυτά, αλλά πώς θα το αποδώσουμε; Όσο κι αν έχω σπάσει την κεφάλα μου, μόνο σε ένα "το να μην κάνεις το κάτι παραπάνω", καταλήγω. Δεν νομίζω να κολλάει εδώ η αρχή της ήσσονος προσπάθειας;
 

Zazula

Administrator
Staff member
Υπάρχει περίπτωση να παίξεις με το minimum requirement; Ρωτώ επειδή παίζει πολύ (και με διαφορετικές σημασιακές χρήσεις κι αποχρώσεις) το ελάχιστο απαιτητό.
 

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
Δεν νομίζω να κολλάει εδώ η αρχή της ήσσονος προσπάθειας;
Γιατί όχι; Η αρχή της λιγότερης (ενν. δυνατής) προσπάθειας (για επιτυχία, εννοείται επίσης). Δες π.χ. στο ΛΚΝ:

ήσσων -ων -ον [íson] Ε (βλ. -ων -ων -ον) : (λόγ.) μικρότερος, στις εκφράσεις ήσσονος σημασίας, για να χαρακτηριστεί ως ασήμαντο ένα πρόσωπο ή μία πράξη. νόμος της ήσσονος προσπαθείας*.
[λόγ. < αρχ. ἥσσων (συγκρ. των επιθ. μικρός, κακός)]

Εντάξει, στα σημερινά ελληνικά δεδομένα (όπου θεωρούμε ότι ήσσων προσπάθεια = όσο χρειάζεται για να μη μας πάρουν με τις πέτρες) ακριβέστερο μπορεί να ήταν κάτι στο στιλ της επαρκούς προσπαθείας (και να φτιάχναμε και ρήμα, *επαρκεύω, αντί για επαρκώ), αλλά στην πραγματικότητα, μια χαρά (μου) φαίνεται.
 
Νομίζω ότι μια περιφραστική απόδοση θα μπορούσε να βασιστεί στο "επαρκής" (χωρίς να αποκλείεται και το "ικανοποιητικός"). Καλύτερα να μη μπλέξουν οι ελάχιστες απαιτήσεις, που συχνά υποδηλώνουν υποχρεώσεις που επιβάλλονται από τη νομοθεσία. Επίσης, το θέμα δεν είναι η ήσσων προσπάθεια, αλλά το ότι η αναζήτηση της βέλτιστης λύσης μπορεί να προσθέτει κόστος και να έχει αβέβαιο αποτέλεσμα.
 

Zazula

Administrator
Staff member
επαρκαδόρος: αυτός που σταματά όταν δει πως το αποτέλεσμα επαρκεί :p
 
Μα τι παίρνει ο Ζάζουλας πρωί-πρωί και ξεκινάει τη μέρα του με τέτοιες θεϊκές εμπνεύσεις;
 

nickel

Administrator
Staff member
Καλημέρα. Εδώ έχουμε το φαινόμενο του »κουτσισμού» (όχι, δεν αναφέρομαι στις πρωινές επιδόσεις του Ζάζουλα).
Είναι η αποθέωση τού κούτσα κούτσα και τού κουτσά στραβά.
Κουτσοπορευόμαστε, τα κουτσοβολεύουμε και τα κουτσοκαταφέρνουμε, και στο τέλος είμαστε όλοι κουτσοευχαριστημένοι με την κουτσοδουλειά που δώσαμε και την κουτσουλιά που πήραμε.
 
Ας προστεθεί για τους ιστορικούς του μέλλοντος ότι η ΙΑΤΕ περιέχει τον όρο μόνο σε συμφραζόμενα πληροφορικής και δίνει "ικανοποιητική λύση" για το satisficing (FR quasi-satisfaire) και "διερεύνηση ικανοποιητικής λύσης" για το satisficing search (FR algorithme quasi-admissible, recherche qui "satisfait à").
 

daeman

Administrator
Staff member
Διστακτικά, γιατί σπέρνω μπλέκω σε ξένα χωράφια: Θα επαρκούσε άραγε κάτι τέτοιο:

suffice + satisfy => sufficiently satisfy => εκπληρώνω επαρκώς (τις προσδοκίες / ανάγκες / απαιτήσεις / κ.λπ.)

ή ψάχνουμε για το βέλτιστο πλεονασμό μίγμα;
 
Ευχαριστώ όλους για τις μέχρι στιγμής απαντήσεις (φυσικά και τις ζαζουλοκουζουλές). Ωστόσο, όπως το κόβω το ζήτημα, μάλλον πρέπει να έχει κάποια ψιλοαρνητική χροιά,* όπως αυτή που δίνει ο Νίκελ (η λεξιλογική απάντηση του οποίου είναι... ποιά ακριβώς; )

*σίγουρα έχει αρνητική χροιά εκεί όπου το έχω συναντήσει εγώ, εξ ου και το δικό μου "να μην κάνεις το κάτι παραπάνω".
 

nickel

Administrator
Staff member
Δουλεύεται ακόμα ο όρος και τον έχω δει να χρησιμοποιείται με διαφορετικούς τρόπους, γι' αυτό αράδιασα ιδέες, όλες ενός χαμηλού ρέτζιστερ, μήπως κάποια σου ταίριαζε. Αν το ρέτζιστερ προσφέρεται, θα έλεγα «κουτσοβολευόμαστε». Αλλά, αν ανεβάσεις το ρέτζιστερ, μάλλον θα ψάξεις για περιφραστική διατύπωση: μας αρκεί να τα καταφέρουμε, το λίγο είναι αρκετό, ικανοποιούμαστε με το ελάχιστο. Είναι άλλωστε η εποχή που ζούμε με το «και πάλι καλά να λες»...
 
Για μια κάπως (ma non troppo) αρνητική χροιά, θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί και το μινιμαλισμός/μινιμαλιστικός.
 
Top